Κλείσιμο, το λεγόμενο “Closure”. Όλοι λένε ότι είναι απαραίτητο προκειμένου να μπορέσουμε να προχωρήσουμε παρακάτω. Είτε αυτό έχει να κάνει με μια σχέση, με μια φιλία ή οποιαδήποτε συναναστροφή με διάρκεια. Κάπως, κάπου, κάποτε, αποφασίστηκε ότι για να μπορέσεις να συνεχίσεις τη ζωή σου, για να μπορέσεις να μαζέψεις τα κομμάτια σου, θα πρέπει να κλείσεις οριστικά τη σύνδεση που δημιούργησες. Κι αυτό θα το πετύχεις λέγοντας στον άλλο πώς νιώθεις, τι σου δημιούργησε η επαφή σας, να κάνεις έναν απολογισμό ουσιαστικά, για να μη μείνει τίποτα ανείπωτο. Έτσι ώστε φαινομενικά να μπει μια τελεία, η οριστική τελεία.

Ως ανθρώπινα όντα λαχταρούμε αυτή την επικοινωνία, έχουμε μια σχεδόν ψυχαναγκαστική σχέση με τα τέλη και θέλουμε οι άνθρωποί μας να μας πουν πώς νιώθουν και τι σημαίνουμε γι’ αυτούς, έστω και για μια τελευταία φορά. Θέλουμε να μας εξηγήσουν γιατί μας απογοήτευσαν ή γιατί άνοιξαν την πόρτα κι έφυγαν, να εξηγήσουμε γιατί το πράξαμε εμείς. Χρειαζόμαστε την απολογία, έχουμε ανάγκη ν’ ακούσουν τη δική μας την εκδοχή, ν’ ακούσουν τους λόγους για τους οποίους οδηγηθήκαμε στην απόφασή μας, γιατί μείναμε ή γιατί φύγαμε. Είναι έμφυτη σχεδόν η ανάγκη μας να μειώσουμε -όσο το δυνατόν- τα ερωτηματικά και τα σκοτεινά σημεία.

 

Get Over It! | eBook


€5,00

-----

 

Σε μια εποχή, όμως, που διδάσκει στους ανθρώπους να κρύβουν τις λέξεις και τα συναισθήματά τους κάτω από το χαλί, να προχωρούν και να προσποιούνται ότι αυτό που ένιωσαν κι έζησαν δε συνέβη ποτέ, αυτή η πρακτική είναι σχεδόν αδύνατο να εφαρμοστεί. Δε δίνουμε πλέον σημασία στις λέξεις, ούτε στους ανθρώπους την αξία που τους αναλογεί. Είναι όμως, τελικά, πάντα τόσο αναγκαίο να γίνεται αυτή συζήτηση η οποία φαινομενικά θα σηματοδοτήσει το τέλος, το οριστικό τέλος του κεφαλαίου;

Μπορεί να έχεις βιώσει έναν τρομερό χωρισμό, είτε ερωτικό, είτε φιλικό ή οτιδήποτε άλλο. Ένα είδος χωρισμού στον οποίο δεν υπάρχουν φωνές ή κραυγές ή τσακωμοί, υπάρχει απλώς μια σιωπή στον αέρα. Λέγονται λόγια, αλλά δεν ακούγονται. Τόσα πολλά συμπεράσματα κι εικασίες γεννιούνται τότε στο μυαλό σου και μένεις ν’ αναρωτιέσαι πώς άφησες τη σχέση να φτάσει ως εδώ. Κι όσο τα λόγια μένουν ανείπωτα, αιωρούμενα κι εγκλωβισμένα σε 4 τοίχους, η διαδρομή μέχρι την επόμενη σελίδα μοιάζει με τον λαβύρινθο του Πάνα. Τώρα, αν υποθέσουμε ότι παίρνεις αυτές τις λέξεις από τον αέρα και τις αφήνεις να κυλήσουν από τη γλώσσα σου, σε τι θα ωφελούσε; Πώς μπορείς να εξηγήσεις κάτι σε κάποιον όταν ούτε εσύ ο ίδιος δεν μπορείς να καταλάβεις;

Κάποια πράγματα πάντα θα μένουν ανείπωτα, αυτή είναι η αλήθεια. Όσο κι αν οργανώσεις το σχέδιο στο μυαλό σου για το πώς θα πάει η συζήτηση, πάντα θα έρχεται ως απάντηση κάτι για το οποίο δεν έχεις προετοιμαστεί και το σενάριό σου θα καταστρέφεται. Έτσι, μοιραία θ’ αποχωρείς από τη συζήτηση με περισσότερο βάρος από ό,τι πριν την ξεκίνησες. Κι ό,τι μένει ανείπωτο, σε προστατεύει από την αποκαθήλωση.

Τα ψέματα που αποκαλύπτονται σε ένα closure, υποσχέσεις που αθετούνται, τα απωθημένα που εμφανίζονται στο τραπέζι, σε κάνουν να συνειδητοποιείς ότι δε γνώριζες πραγματικά το άτομο που είχες δίπλα σου ή γνώριζες μόνο μία εκδοχή του. Ξαφνικά χάνεις και τις λέξεις, δεν μπορείς να μιλήσεις, δεν μπορείς να καταλάβεις τι συμβαίνει, αρνείσαι να δεχτείς ότι σε χειραγώγησε κάποιος τον οποίο εμπιστεύτηκες τυφλά. Ξαφνικά εύχεσαι να μπορούσες να πάρεις πίσω κάθε λέξη που είπες κι ας μένατε με τις απορίες σας εκατέρωθεν. Δεν μπορείς να δεις, να διακρίνεις τη σημασία του closure όταν συμβαίνει, γιατί πονάει υπερβολικά πολύ. Θα πρέπει να περάσει καιρός για να δεις ότι, τι κι αν ήταν αφόρητα δύσκολο, είναι καλύτερο από μια ψευδαίσθηση.

Κάποιος κάποτε είπε ότι «η αρχή σπάνια αποκαλύπτει τ’ αληθινά χρώματα ενός ανθρώπου, αλλά στο τέλος πάντα μα πάντα θα φανούν». Από το πώς σου συμπεριφέρονται όταν δε σε θέλουν πια ή δε σε χρειάζονται, από το πώς επιλέγουν να μείνουν στην ανάμνησή σου ή από το πώς φεύγουν από τη ζωή σου, φτιάχνουν την τελική εικόνα σου γι’ αυτούς. Κι ίσως, μερικές φορές, αυτό να λέει περισσότερα από 1000 λέξεις.

Συντάκτης: Αθηνά Τοσουνίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου