Αν υπήρχαν 3 λέξεις που θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν επαρκώς τις ερωτικές γνωριμίες του σύγχρονου ανθρώπου θα ήταν: επιφανειακό, υπερπληροφόρηση και διαδίκτυο. Τρεις αλληλένδετες έννοιες που η ετυμολογία τους έχει βαθιά υπόσταση. Κάτω από την «ομπρέλα» του διαδικτύου στεγάζονται οι άλλες δύο.

Οι περισσότερες γνωριμίες πλέον συνάπτονται μέσω ιστοσελίδων. Όσα μάθαινε ένας πρόγονός σου για το ταίρι σε ένα μήνα, τώρα τα μαθαίνεις σε μια βραδιά. Πριν καν γνωρίσεις τον άλλον, ξέρεις το επάγγελμά του, σε ποια πόλη σπούδασε, πώς βάφτισε το κατοικίδιό του, ακόμα κι ότι η αδερφή του πέρασε τα Χριστούγεννα του 2015 στο Παρίσι. Διαρκής ενημέρωση για το παρόν και το παρελθόν του άλλου που πέρα απ’ το ότι στερεί το μυστήριο δημιουργεί νέα επίπεδα τσακωμών. Άρα πώς μία σχέση που αναπτύσσεται ταχύτατα δε θα φθίνει και με τον ίδιο ρυθμό;

 

 

Ο σημερινός νέος καλείται να διαχειριστεί πληθώρα νέων προκλήσεων μαζί με τις ήδη υπάρχουσες στον ερωτικό τομέα. Το υπέροχο με τα social media είναι ότι μπορείς να μηδενίσεις την απόσταση με τη δυνατότητα διαρκούς επικοινωνίας. Το όχι και τόσο υπέροχο όμως είναι ότι μπορείς να μηδενίσεις και μια εμπειρία ή να ελαττώσεις ένα συναίσθημα. Κάποιες καταστάσεις έχουν απλοποιηθεί υπερβολικά. Πλέον με το ίδιο κουμπί που λες καλημέρα, μπορείς να χωρίσεις. Είσαι ένα πλήκτρο μακριά απ’ το οριστικό αντίο. Αυτό μετατρέπει τη σχέση σου σε μία επιφανειακή πραγματικότητα. Ο βομβαρδισμός με σχετικές και μη πληροφορίες σε συνδυασμό με την εξαγωγή γρήγορων συμπερασμάτων οδηγεί σε λιγότερη προσπάθεια και από τους δύο επειδή θεωρητικά τα πάντα λύνονται με ένα μήνυμα και μια ανάρτηση αποτελεί εκδήλωση αγάπης.

Υπάρχουν όμως και προβλήματα στη σχέση που είναι πιο σοβαρά και τα οποία προϋπήρχαν του διαδικτύου. Πλέον παρατηρείται μεγαλύτερη ηττοπάθεια για τη συνοχή της. Αυτό συχνά αποδίδεται στην ευρεία γκάμα επιλογών που ανοίγονται μπροστά σου από τον τρομακτικά ατελή κόσμο του ίντερνετ. Μείζον θέμα συνιστούν και οι δεύτερες ευκαιρίες και το αν αξίζει να δοθούν. Καμιά φορά δίνονται και τρίτες και τέταρτες, ακόμα και δέκατες. Στον συναισθηματικό κόσμο όλες οι αποφάσεις κυριεύονται από υποκειμενικότητα. Κανείς δεν μπορεί να σου πει πότε θα συγχωρέσεις τον σύντροφό σου και πότε όχι. Ακόμα και σε μία απαγορευτική κατάσταση, όπως η απιστία, πολλοί θα δώσουν δεύτερη ευκαιρία και απ’ τη στιγμή που ο καθένας αποφασίζει για τον εαυτό του, είναι απολύτως κατανοητό και το να μην μπορείς ή να μη θες να αποχωριστείς τον άλλον.

Βέβαια όπως όλες οι αποφάσεις είναι υποκειμενικές, έτσι και κάθε περίπτωση είναι μοναδική και βασίζεται σε πολλούς παράγοντες, οι οποίοι διαφέρουν για τον καθένα. Άρα δεν μπορούμε να γενικεύσουμε την ερώτηση και να δώσουμε μια οριστική απάντηση στο αν αξίζει ή όχι η δεύτερη ευκαιρία. Αυτό που ξέρουμε με σιγουριά όμως είναι ότι αν αποφασίσεις να τη δώσεις, πρέπει να φροντίσεις να το εννοείς. Φρόντισε να έχεις όντως συγχωρέσει τον άλλον και να μην του υπενθυμίζεις το παράπτωμά του με την πρώτη ευκαιρία.

Ίσως εκεί αντιμετωπίζουν πρόβλημα οι σχέσεις σήμερα, σε αυτό το σημείο ακριβώς. Δεν εννοούμε πραγματικά τη συγχώρεσή μας. Ασυνείδητα μάλλον κοροϊδεύουμε και τον εαυτό μας και νομίζουμε ότι όλα είναι καλά ενώ μέσα μας μάς τρώει. Αν το δούμε καλύτερα, λίγο-πολύ οδηγούμαστε στην υπερπληροφόρηση και υπερπροβολή που δεχόμαστε από τα ιδανικά πρότυπα ζευγαριών και προκύπτει πάλι ένας φαύλος κύκλος που μας αφήνει ακόμα πιο μπερδεμένους για το πώς μοιάζει μια υγιής σχέση, ενώ ακολουθεί η ματαιοδοξία που συνήθως λήγει τον δεσμό άδοξα.

Αργά ή γρήγορα όμως συμπεραίνουμε τι φταίει που η επίμονη προσπάθεια σπανίζει. Φυσικά αυτό δεν είναι άλλο από τη λανθασμένη πεποίθηση ότι οι σχέσεις είναι μόνο χαρά και ευτυχία. Αυτό βλέπουμε άλλωστε παντού. Αυτό μας πλασάρεται ως φυσιολογικό κι όταν καταλαβαίνουμε ότι η πραγματικότητα απέχει κατά πολύ, το βάζουμε στα πόδια. Πρέπει να επιλέγεις καθημερινά τον σύντροφό σου, να αγωνίζεσαι γι’ αυτόν και να τον διεκδικείς παρά τις αντιξοότητες. Κι αν κάπου εκεί αναζητάς την ευτυχία, ψάξε λίγο λιγότερο στο ταίρι και λίγο περισσότερο μέσα σου.

 

Συντάκτης: Ιωάννα Μ.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.