Το ζήτημα της υπερέκθεσης στα social media είναι τόσο δεδομένο πλέον που έχει γίνει ανέκδοτο. «Λένε πως αν δεν ποστάρεις την εγκυμοσύνη σου στο Instagram, είσαι πραγματικά έγκυος;», «Αν δεν ποστάρεις τη λαμπάδα σου το βράδυ της Ανάστασης, δεν πήγες στην Εκκλησία», «Αν δεν ποστάρεις το λάπτοπ με τον καφέ, δε θα αποδώσει το διάβασμά σου» και τελικά προσπαθείς να αποδείξεις ότι «Παιδιά, πήγα κι εγώ για μπάνιο στη θάλασσα και δεν πόσταρα τίποτα. Τρομερό;»

Ένα ελάχιστο δείγμα του τρόπου με τον οποίο διακωμωδείται η διαδικτυακή υπερέκθεση. Η οποία όμως, όπως όλα τα φαινόμενα στη ζωή και την κοινωνία, έχει βαθύτερα αίτια και κίνητρα. Απολαμβάνουμε τόσο πολύ να παρακολουθούμε τον εαυτό μας στην οθόνη; Επιβεβαιωνόμαστε διαφημίζοντας τα επιτεύγματά μας; Μοιραζόμαστε τον πόνο μας; Στοχεύουμε σε μια αντίδραση συγκεκριμένου follower που ενδόμυχα θα θέλαμε να είναι ο μοναδικός θεατής των ιστοριών μας; Τίποτα από τα παραπάνω δεν είναι κακό, ειδικά αν δούμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σαν ένα μέσο γνωριμίας είτε πρόσκαιρης είτε πιο μόνιμης. Πόσα ραντεβού έχουν κανονιστεί μέσα σε ένα chat, πόσες γνωριμίες έχουν ξεκινήσει από μία αντίδραση σε μια ιστορία; Ακόμα και γάμοι έχουν προκύψει με αποτέλεσμα να έχει απενοχοποιηθεί πλήρως αυτός ο τρόπος πρώτης γνωριμίας κι επαφής.

Επίσης, ο τρόπος που χρησιμοποιεί κάποιος τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνει την κατάσταση των προσωπικών του. Είμαι ενεργός; Άρα single. Έχω εξαφανιστεί; Έκανα σχέση. Από την άλλη, υπάρχουν αυτοί που υπερεκτίθενται έτσι κι αλλιώς κι αυτοί που σε όποια φάση της ζωής τους κι αν είναι, συμπεριφέρονται περισσότερο σαν stalkers και λιγότερο σαν δημιουργοί κάποιου περιεχομένου.

Εστιάζοντας στα άτομα που υπερεκτίθενται έτσι κι αλλιώς, δεν είναι λίγες οι φορές που κατηγορούνται για πολύ χαμηλά ποσοστά αυτοπεποίθησης. Η προβολή κι η υπερέκθεση δεν κρύβει υπερβολική αλλά εξαιρετικά χαμηλή αυτοπεποίθηση, λέμε οι περισσότεροι. Και όταν από μονάδα πια γίνεις δυάδα κι όλα είναι διπλά τότε τι χαρακτηριστικά προσωπικότητας θα σου χρεώσουν αν υπερεκτεθείς;

Εξάλλου, σε όλες τις συζητήσεις μεταξύ φίλων, το κρίσιμο ερώτημα «Πότε είναι η κατάλληλη στιγμή να προβάλεις τη σχέση σου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;» μονοπωλεί το ενδιαφέρον. Όταν φτάσει εκείνη η κρίσιμη στιγμή που το έτερον ήμισυ θα σε κάνει tag, repost, θα ανεβάσει μια φωτογραφία μαζί σου, είναι η στιγμή που πισωγύρισμα δεν υπάρχει. Και μετά τι; Κι εάν δεν ανεβάσετε πότε μια κοινή φωτογραφία, τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν είστε μαζί; Ότι δεν βλέπει ο ένας τον άλλον σαν ένα μακροπρόθεσμο ταίρι;

Φυσικά σωστές απαντήσεις σε όλα τα προηγούμενα ερωτήματα δεν υπάρχουν. Υπάρχουν άνθρωποι τρελά ερωτευμένοι και σίγουροι για το ταίρι τους που δεν ανέβασαν εκ πεποιθήσεως ποτέ ούτε μια κοινή φωτογραφία κι υπάρχουν και ζευγάρια που σου εκθέτουν όλο το κοινό 24ωρο τους και μπορεί να έχουν πιο πολλά μυστικά από ό,τι εσύ από τους γονείς σου όταν ήσουν έφηβος.

Η τελευταία κατηγορία είναι ως ένα σημείο θέαμα που χαίρεσαι. Στην υπερβολή του όμως αυτό το θέαμα δεν μπορεί παρά να σε προβληματίσει. Όπως θα πούμε για ένα άτομο που υπερεκτίθεται ότι έχει θέματα αυτοπεποίθησης, κάλλιστα ισχύει το ίδιο και για ένα ζευγάρι. Γιατί αυτή η ανάγκη να διευκρινίσουμε πως τα κάνουμε όλα μαζί; Γιατί αυτή η ανάγκη να «φωνάξουμε» έτσι τον έρωτά μας; Θα είναι πιο λίγος εάν δεν ποσταριστεί;

Η υπερέκθεση δε μας φοβίζει; Αν για τον χ, ψ λόγο, τα πράγματα δεν καταλήξουν έτσι όπως θα θέλαμε, το να υπάρχει ένα τόσο μεγάλο αρχείο που να έχει προβληθεί στα μάτια ανθρώπων που αν τους δεις στον δρόμο ίσως δεν τους μιλήσεις καν, δεν μας φοβίζει; Επίσης, κάτι άλλο που θα μπορούσε να θεωρηθεί εξίσου ανησυχητικό. Αν – μία στο εκατομμύριο – το έτερόν σου ήμισυ έχει διπλή ζωή, κατά πόσο θέλεις να εκτεθείς ως το πρόσωπο που εξαπατάται, που «έχει μαύρα μεσάνυχτα», που «ξέρει, αλλά κάθεται» κι άλλα τέτοια ωραία που ακούγονται για σένα, που όμως ξεκάθαρα έχεις δώσει όχι απλά το τυράκι αλλά ολόκληρο τον πάγκο με τα τυριά του σουπερμάρκετ;

Η υπερέκθεση ενός ζευγαριού, λοιπόν, πού αποσκοπεί; Απλώς στο να εκφραστείς; Να δείξεις ότι είσαι «εκτός» και να γλιτώσεις τα ανεπιθύμητα αιτήματα φιλίας, τα οποία ναι μεν σε κουράζουν αλλά και την επιβεβαιωσούλα σου την παίρνεις. Θες απλά να οριοθετήσεις την περιοχή σου; Γιατί κι αυτό να θέλεις να κάνεις, πάλι ανασφάλεια δείχνει. Κι επαναλαμβάνω, αν τελικά θες αυτό το τελευταίο αλλά το έτερον ήμισυ δεν τα έχει τόσο «οριοθετημένα» στο μυαλό του, πάλι εκτίθεσαι με την κακή έννοια. Ποστάρεις τη φωτογραφία και κάποιος ή κάποια γελάει μαζί σου. Γιατί αυτός ο κάποιος ή η κάποια ξέρει.

Το να ψάχνουμε τρόπους να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή μας δεν είναι κακό. Ίσα ίσα που επιβάλλεται. Άνθρωπος χωρίς ανασφάλειες δεν υπάρχει όπως δεν υπάρχει κι άνθρωπος που δεν υπέπεσε σε υπερβολές στον χώρο της κοινωνικής δικτύωσης στην ανάγκη του να εκφραστεί, να επιβεβαιωθεί, να προκαλέσει, να επικοινωνήσει, να φλερτάρει. Ούτε είναι κακό να δείχνεις τα επιτεύγματά σου, να δείχνεις – με όρια – σίγουρος για τον εαυτό σου και να απαιτείς σεβασμό. Να τα κάνουμε όλα αυτά όμως με τον σωστό τρόπο. Γιατί άλλο είναι να ποστάρεις το ομορφότερο ταίρι, με το ακριβότερο αυτοκίνητο, το ωραιότερο σπίτι στον πιο εξωτικό προορισμό και με την πιο ωραία ανθοδέσμη ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου κι άλλο να ξέρεις εσύ μέσα σου ότι έκανες εκείνη την πορεία στη ζωή σου που σε οδήγησε σε ένα άτομο που σε αξίζει και το αξίζεις. Κι αυτό δεν μετριέται με τα likes.

Συντάκτης: Σοφία Ρηγοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κουτσουρά