Τοποθεσία: ένα μπαράκι. Ώρα: βραδάκι, λίγες στιγμές πριν την εκπνοή της ημέρας. Άτομα: φίλοι με τους οποίους απολαμβάνουμε ένα ποτό. Σκηνικό: ατμοσφαιρικό, ζεστό. Φωτισμός χαμηλός, απαλός και ταυτόχρονα μυστηριακός, ο οποίος ταιριάζει γάντι με τη βινυλική μουσική που παίζει στο background. Διάθεση: ανεβασμένη, χαλαρή, ρομαντική, αναλόγως και των ατόμων, των συνθηκών, των επιθυμιών.

Το ποτό ανά χείρας άλλοτε κάνει τη διαδρομή από το τραπέζι στα χείλη μας κι άλλοτε υψώνεται για ακόμη ένα τσούγκρισμα με την παρέα. Ενίοτε το κεφάλι γυρνάει δεξιά κι αριστερά, σαν να προσπαθεί να θρέψει την έμφυτη ανθρώπινη περιέργεια να περιεργαστούμε τα πάντα γύρω μας· τοπία, ανθρώπους, καταστάσεις. Κι εκεί που η ματιά κάνει τη δική της γύρα, πέφτει σε μια αρκετά προσωπική στιγμή δύο ανθρώπων. Μια ιδιαίτερη στιγμή που η αλήθεια δεν αναμένεται να συναντάται σε δημόσιους, πολύκροτους τόπους.

Δεν είναι απλά ένα φιλί. Δε μιλάμε για μια αλλιώτικη, πιο ερωτική αγκαλιά. Δε μιλάμε για καυτές ματιές που ανταλλάσσονται μεταξύ των ενδιαφερομένων. Για «αθώα» και γρήγορα αγγίγματα, απ’ αυτά που γίνονται λίγο πιο προσεκτικά και υπόγεια, αφού εμπεριέχουν μέσα μια επιφυλακτικότητα για εκείνα τα «αδιάκριτα» βλέμματα. Μιλάμε για κανονικό φάσωμα, όπου δηλαδή κάνουμε εικόνα όλα τα παραπάνω -κι ακόμη περισσότερα- συνδυαστικά ή μεμονωμένα, αλλά πιο spicy, πιο έντονα, με μεγαλύτερη διάρκεια και με έκδηλη απουσία διακριτικότητας. Θα τολμούσε κανείς να πει πως σε προκαλούν να κοιτάξεις, παρά για το αντίθετο.

 

 

Πρώτη αντίδραση, αμηχανία. Λες και νιώθουμε πως παραβιάζουμε την προσωπική ζωή κάποιου. Το βλέμμα άμεσα αποστρέφεται και αισθανόμαστε άβολα, σαν να γίναμε εμείς τσακωτοί να κάνουμε κάτι παράνομο ή ντροπιαστικό. Το δε κεφάλι, θα είναι πλέον λες και μας έχουν κάνει σπονδυλοδεσία αυχένα, αφού θα του απαγορεύσουμε να ξαναγυρίσει εκείνες τις ογδόντα μοίρες στις οποίες βρίσκεται το εν λόγω ζευγάρι, μπας και ξαναπέσουμε στην ίδια εικόνα. Μπας και αισθανθούμε το ίδιο αμήχανα.

Αν οι υπόλοιποι αντιληφθούν αυτήν την ξαφνική και σχετικά απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά και το ύφος μας, τότε εμείς με τακτ θα υποδείξουμε τον λόγο που αυτό έγινε. Κι έπειτα, απ’ όλα τα στόματα σχεδόν ταυτόχρονα, σαν συγχορδία ένα πράμα, θα ακουστεί το all time classic “get a room, you people”. Αν πάλι δεν ακουστεί, μια στάση στο μυαλό μας σίγουρα θα την κάνει.

Και αυτό είναι το στάδιο που ενδέχεται ο πλείστος κόσμος να σταματήσει αυθόρμητα, να κολλήσει πιθανότατα και να συνεχίσει να σχολιάζει -κατά κύριο λόγο αρνητικά- επ’ αυτού. Αυτή μας η στάση όμως, ίσως να κρύβει και κάτι άλλο πέραν από κριτική και αποστροφή. Τι άλλα συναισθήματα και σκέψεις λοιπόν, θα μπορούσε να μας προκαλέσει μια τέτοια εικόνα; Πώς ίσως κάποιοι να το βιώνουν αυτό διαφορετικά;

Κάποιος θα μπορούσε να το θέσει αλλιώς. Πως εκείνη τη φάση είμαστε μάρτυρες μιας πολύ προσωπικής στιγμής δύο ανθρώπων που ό,τι κι αν είναι αυτό που τους παρακινεί, είτε αγάπη, έρωτας, πάθος, ή καψούρα, είναι τόσο έντονο, τόσο αληθινό, ασυγκράτητο κι αβίαστο που καταλήγει αυτό το αίσθημα να παίρνει τα ηνία. Δε ζητάει την άδεια αν είναι ο κατάλληλος τόπος, στιγμή, ή τρόπος, ούτε νοιάζεται αν θα θεωρηθεί από κάποιους σωστό ή λάθος. Πόσο μαγικό και άγνωστο μοιάζει στους περισσότερους από εμάς αυτό το «αφέθηκαν»; Ένα ρήμα που κρύβει πολλά περισσότερα για τον τρόπο σκέψης και λειτουργίας μας, απ’ ό,τι φανταστήκαμε ποτέ.

Εκ πρώτης αυτό μπορεί στο άκουσμα να εκνευρίζει μερικούς, γιατί η μία όψη του νομίσματος -αυτή που συνήθως εστιάζουμε- λέει πως δε νοιάζονται για το τι θα προκαλέσουν στους άλλους. Μια άλλη όμως, πιο κρυφή, είναι εκείνη του θαυμασμού, της ζήλιας, του «αυτοί μπορούν», αυτοί αφέθηκαν και κάνουν πράξη αυτό που για άλλους μένει μόνο στη θεωρία και στη σφαίρα του φανταστικού. Αυτό που άλλοι θα δίσταζαν, ακόμη κι αν βαθιά μέσα τους ένα κομμάτι τους θα ήθελε να το πραγματοποιήσει. Ότι δηλαδή δεν τους καίγεται καρφί για το τι μπορεί να πουν οι άλλοι, τι μπορεί να δουν, τι μπορεί να σκεφτούν. Κι αυτό το αίσθημα κυρίως, μοιάζει να είναι τόσο απελευθερωτικό και συναρπαστικό που κάνει την όλη κατάσταση ως ένα βαθμό και θελκτική.

Ίσως πάλι αυτό που θα μας ξυπνήσει να είναι νοσταλγία. Να μας κάνει να αναπολούμε δικές μας προσωπικές στιγμές μ’ ένα άτομο που δεν είναι πλέον κοντά μας. Ένα άτομο με το οποίο ζήσαμε κάτι παρόμοιο, ίσως όχι κατ’ ανάγκη υπό τέτοιες φανερές συνθήκες, τώρα λοιπόν αυτό παίζει με τις μνήμες μας. Μας θυμίζει πόσο ποθούμε έναν τέτοιο έρωτα, μια τέτοια χημεία, ένα τέτοιο πάθος. Και ίσως όχι όποια κι όποια, αλλά να τα αποζητούμε από συγκεκριμένο πρόσωπο. Είναι σ’ αυτήν την περίπτωση που όσο κι αν έχουμε δώσει οδηγίες στο κεφάλι να μη γυρίσει, αυτό θα φανεί ανυπάκουο και θα το κάνει, θα ξανακοιτάξει.

Δεν είναι μόνο η περιέργεια. Είναι κι ένα συνδυαστικό κομμάτι θαυμασμού, ζήλιας κι αναπόλησης. Διότι πέρα από την αρχική αντίδραση, αυτό το φίλτρο της λογικής σταδιακά αποχωρεί. Και το μυαλό μένει να εστιάζει μόνο σ’ αυτό που βλέπει και τα ανθρώπινα ερεθίσματα που του προκαλεί. Βλέπει αυτό που είναι χωρίς ταμπέλες, χωρίς λογική, χωρίς φίλτρα. Βλέπει δύο ανθρώπους που του θυμίζουν κάτι το οποίο είχε. Κάτι που θέλει ξανά.

Σε παρόμοια μήκη κύματος, βρίσκεται και το αίσθημα της μοναξιάς. Ένας άνθρωπος μόνος, που επιθυμεί τόσο ένα ταίρι, γίνεται μάρτυρας μιας τέτοιας ιδιαίτερης στιγμής. Είναι δυνατόν να μη νιώσει εκείνο το βάρος; Λες και κάποιος να του έδωσε μια μπουνιά με τη γροθιά του; Να του έτριψε έτσι προκλητικά και εσκεμμένα στα μούτρα πως είναι μόνος του. Πως η τωρινή του κατάσταση απέχει παρασάγγας από αυτό που βλέπει.

Μια τέτοια εικόνα, λειτουργεί σαν μια υπενθύμιση του πόσο μόνος αισθάνεται. Πόσο θα ήθελε αυτήν τη φάση της ζωής του να έχει κάποιον δίπλα του. Πόσο έχει βαρεθεί τη μοναξιά του. Πόσο θα ήθελε να βρισκόταν στη θέση τους. Κι ας ακούγεται ακραίο και διόλου ταιριαστό με το χαρακτήρα του. Είναι τόση η ανάγκη του για έρωτα, που κάθε άλλο παρά αποστροφή του βγάζει αυτό που αντικρίζει. Αντίθετα, αφήνει το μυαλό του να ταξιδέψει, να μπει στη θέση τους, να προσπαθήσει να γευτεί έστω και για λίγο αυτό για το οποίο διψά τόσο.

Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο, κάποιος να φτιάχνεται μ’ αυτό που βλέπει. Να το χρησιμοποιεί σαν ερέθισμα της φαντασίας του και να εξιτάρεται από την ιδέα ότι είναι μάρτυρας μιας κατά τ’ άλλα προσωπικής στιγμής την οποία έχουμε συνηθίσει να συμβαίνει συνήθως «κεκλεισμένων των θυρών». Ίσως πάλι αν είναι ήδη σε σχέση, να εμπνέεται απ’ αυτό που παρατηρεί. Αν δε, βρίσκεται και το ταίρι του εκεί στην παρέα, ίσως μ’ ένα inside βλέμμα να αφήσει να νοηθεί πως αυτή η κατάσταση τον ανάβει και γιατί όχι κάτι τέτοιο να χρησιμοποιηθεί και ως μέρος των όσων μπορεί να ακολουθήσουν μετά.

Μια εικόνα χίλιες λέξεις λένε. Στην προκειμένη είναι μια εικόνα χίλιες σκέψεις. Γιατί πέραν από το προφανές, πέραν από την αρχική τετριμμένη μας αντίδραση, η εικόνα δύο ανθρώπων που ερωτοτροπούν φανερά και αδιάκριτα, δεν μπορεί να μας αφήσει συναισθηματικά ανεπηρέαστους. Καθένας μας έχει και μια δική του ερωτική ιστορία και βρίσκεται σε μια διαφορετική κατάσταση και φάση. Ανθρώπινη κι αυτή και άρα ικανή να επηρεαστεί από κάθε ερέθισμα το οποίο λαμβάνει γύρω του. Και αυτό το φάσωμα που γίνεται μπροστά του, δεν παύει να είναι ένα ερέθισμα μυαλού και σώματος. Τώρα το τι φλέβα θα χτυπήσει στον καθένα μας, αυτό το ξέρουμε μόνο εμείς και οι συναισθηματικές και ερωτικές μας ανάγκες.

Οπόταν ένας άλλος τρόπος να βιώσουμε κάτι παρόμοιο την επόμενη φορά, είναι όχι να μπλοκάρουμε τον εαυτό μας με πρέπει, αρνητικούς σχολιασμούς και αδιάκριτα βλέμματα που μόνο επίκριση κρύβουν. Αλλά να αφήσουμε την κατάσταση ελεύθερη να μας μιλήσει και να μας παρασύρει σ’ έναν αλλιώτικο κόσμο, όπου τα όποια συναισθήματα και οι σκέψεις γεννιούνται μέσω μιας διαφορετικής οδούς. Και ποιος ξέρει, ίσως αυτό να μας μάθει και κάτι που προηγουμένως δεν ξέραμε, ή καλύτερα να μας φανερώσει κάτι που δεν είχαμε αντιληφθεί. Γιατί ας μην ξεχνάμε πως κυριολεκτικά από το καθετί που συμβαίνει γύρω μας, έχουμε και κάτι να μάθουμε και να κερδίσουμε, αρκεί να δίνουμε την απαιτούμενη προσοχή και να μη στεκόμαστε μονάχα στην επιφάνεια των πραγμάτων.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Άννα Μετόχη
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη