Για κάποιους περιττό, για άλλους αναγκαίο, αλλά το να αποσαφηνίσουμε τον φεμινισμό σαν προοίμιο αυτού του άρθρου θα βοηθήσει στην -κατά το δυνατόν- καλύτερη κατανόηση της ιδέας που πρεσβεύει. Φεμινισμός είναι τόσο ένα πολιτικό και κοινωνικό κίνημα όσο και ένα ευρύ, σύνθετο και πλούσιο πεδίο θεωρητικής μελέτης και κοινωνικής έρευνας. Αυτές οι δυο διαστάσεις αναπτύσσονται παράλληλα και αλληλοτροφοδοτούνται.

Ένας ορισμός για τον φεμινισμό δεν υπάρχει, ωστόσο ως κοινωνικό κίνημα έχει την εξής θέση: Οι γυναίκες και οι άντρες πρέπει να έχουν ίσα νομικά και πολιτικά δικαιώματα, σεξουαλική αυτονομία και ανεξαρτησία. Ως θεωρητική προσέγγιση, βασίζεται στη συστηματική και ιδιαίτερη καταπίεση των γυναικών και αμφισβητεί διαδεδομένες, στερεοτυπικές αντιλήψεις περί του φύλου και των έμφυλων ρόλων.

Και τώρα που καλύψαμε τι πρεσβεύει στ’ αλήθεια ο φεμινισμός, πάμε να δούμε γιατί υπάρχουν γυναίκες που όχι μόνο δε συμφωνούν με τις ιδέες του αλλά συχνά γίνονται και τρανοί πολέμιοι. Ακόμα και σήμερα λοιπόν, υπάρχουν γυναίκες που αντιτίθενται τόσο στις θέσεις που υπερθεματίζει σε κάθε επίπεδο ο φεμινισμός αλλά, πηγαίνοντας ένα βήμα πιο κει επιτίθονται σε άλλες γυναίκες, φεμινίστριες, διαλαλώντας έτσι το σθένος με το οποίο αλλοτριοφρονούν. Τώρα, πείτε με παράξενη, αλλά όπου βλέπω τέτοιους φανατισμούς, μετά το πρώτο σοκ, αναζητώ το τραύμα, την ιδέα που ρίζωσε σε λανθάνουσα μορφή, αυτό που τέλος πάντων, είναι η αιτία του προβλήματος.

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, το να έχει οποιοσδήποτε μια άλλη άποψη, είναι απολύτως σεβαστό. Το να θεωρεί για παράδειγμα μια γυναίκα πως ο προσωπικός της δρόμος για την ευτυχία περιλαμβάνει το να κάνει οικογένεια και να μην εργάζεται ώστε να μεγαλώσει στο σπίτι τα παιδιά της, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη κι απ’ όσο ξέρω ο φεμινισμός δεν αφορίζει κάτι τέτοιο. Τουναντίον, επιδιώκει να κάνει αυτό το μονοπάτι επιλογή κι όχι μονόδρομο. Κι ίσως να γίνεται με αυτό το παράδειγμα λίγο πιο σαφές γιατί μου προκαλεί αυτήν την έκπληξη να βλέπω γυναίκες να αντιμάχονται φεμινίστριες.

Θέλω να πω, ο αγώνας του φεμινισμού δεν αποσκοπεί στο να σου στερήσει το όνειρο της «παραδοσιακής οικογένειας», αλλά να σου δώσει κι εσένα τη δυνατότητα να κάνεις κι άλλα όνειρα άμα θες. Όμως αυτή η φράση, όσο αληθής κι αν είναι δεν καταφέρνει πολλές φορές να γίνει ακουστή από την άλλη πλευρά, πόσο μάλλον να γίνει αποδεκτή κι ένας από τους βασικούς λόγους που συμβαίνει αυτό είναι γιατί αυτά τα άτομα έχουν -εντελώς ακούσια- εσωτερικεύσει τον μισογυνισμό.

Εντάξει, με την εμφάνιση αυτής της φράσης οι μισοί ίσως θέλετε να κλείσετε το άρθρο, αν δεν το κάνατε ήδη, όμως θα συνεχίσω και θα εξηγηθώ. Εσωτερικευμένος μισογυνισμός είναι αυτή η έντονη ανταγωνιστικότητα και έχθρα που νιώθει μια γυναίκα για μια άλλη και που συχνά εκφράζεται μέσα από υποτίμηση, έντονη κριτική ή και λασπολογία με αφορμή το παρουσιαστικό, τον τρόπο ζωής, τις επιτυχίες ή αποτυχίες ενός άλλου θηλυκού και με στόχο να «εξαίρει» έμμεσα ή άμεσα τον εαυτό της.

Με αυτά κατά νου, άραγε, μια γυναίκα που αντίκειται σε μια άλλη γυναίκα, κατά πόσο το κάνει γιατί γνήσια πιστεύει πως όλα βαίνουν καλώς στην κοινωνία κι όχι γιατί άθελά της ανταγωνίζεται ασυνείδητα την έτερη θυλικότητα;

Προσωπικά, θεωρώ πως η όποια λυσσαλέα επίθεση μιας γυναίκας σε μια άλλη γυναίκα δεν πηγάζει από εσωτερική αναζήτηση, από ώριμη σκέψη που καταλήγει σε μια θέση ζωής αλλά από την παντελή έλλειψη αυτών. Αν αυτές οι γυναίκες είχαν αφιερώσει λίγο χρόνο στο να ορίσουν ποιες είναι πριν καταβάλουν αιματηρές προσπάθειες για να γίνουν αυτό που νομίζουν ότι θέλει ο κόσμος γύρω τους να είναι, αν είχαν επενδύσει στην αναζήτηση του τι θέλουν πραγματικά οι ίδιες κι όχι για παράδειγμα ο κοινωνικός τους περίγυρος ή ο δυνητικός τους σύντροφος, είτε θα συντάσσονταν με τις φεμινιστικές ιδέες, είτε ακόμα κι αν διαφωνούσαν θα κρατούσαν μια πιο μετριοπαθή στάση, σεβόμενες τα διαφορετικά θέλω των υπολοίπων γυναικών.

Βέβαια, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, αυτό που νιώθω για αυτές τις γυναίκες εδώ και χρόνια έχει πάψει να είναι θυμός. Βλέπετε, κι εγώ χωρίς να το καταλάβω έχω υπάρξει εκείνη η «εγώ δεν είμαι σαν τις άλλες» τύπισσα κι αυτό είναι εσωτερικευμένος μισογυνισμός επίσης. Έχω επικρίνει το έντονο μακιγιάζ, το προκλητικό ντύσιμο αλλά κι εκείνη που έχει αυτοσκοπό τον γάμο, κι έχω περίτρανα δηλώσει πως «εγώ δεν είμαι έτσι». Όμως, δε μου έπεφτε κανένας λόγος -όχι μόνο να κρίνω αλλά και να το παίξω καλύτερη. Ωστόσο, το έκανα γιατί είχα αποδεχτεί τους έμφυλους ρόλους και τα στερεότυπα δίχως να τα φιλτράρω πρώτα. Δίχως να μπω στη διαδικασία να διαλέξω τι από αυτά είμαι εγώ -ξέχωρα από την κοινωνία μέσα στην οποία υπάρχω και μου επιβάλλεται.

Όπως εγώ, έτσι και πολλές ακόμα γυναίκες εκεί έξω μεγαλώνοντας μάθαμε τους πιθανούς μας ρόλους μέσα από τη μίμηση των οικείων μας και από τα προβαλλόμενα πρότυπα της τηλεόρασης και δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε τη «σαπίλα» που κρυβόταν ύπουλα από πίσω. Κάναμε όλα τα στερεότυπα κομμάτι του χαρακτήρα μας κι όταν έφτασε η ώρα ανταγωνιστήκαμε μια άλλη γυναίκα. Πρώτα τη μητέρα μας ή την αδερφή μας κι έπειτα οποιαδήποτε άλλη. Κι ίσως κάπου στην πορεία να κάναμε μια ψυχανάλυση, να επιδιώξαμε να ερμηνεύσουμε μια συμπεριφορά ή να διαβάσαμε λίγο παραπάνω και να εντοπίσαμε το πρόβλημα.

Μεγαλώνοντας σε μια πατριαρχική κοινωνία το πρώτο που μαθαίνουμε είναι πως μια γυναίκα έχει ανάγκη έναν άντρα-προστάτη. Έναν πατέρα, έναν αδερφό έναν θείο. Είναι σαν άγραφος νόμος ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να κερδίσουμε την εύνοιά του αλλά και να ταιριάξουμε στον ρόλο που αυτός -κι ο περίγυρός του- θα μας δώσει. Ασυναίσθητα μπαίνουμε σ’ ένα ανταγωνιστικό γαϊτανάκι με τις άλλες γυναίκες ώστε εμείς να ξεχωρίσουμε, ώστε εμείς να είμαστε οι «διαλεχτές». Και ναι, συνεχίζω να μιλάω για τον γυναικείο μισογυνισμό όσο περίεργο κι αν φαίνεται. Ο λόγος που γυναίκες μισούν άλλες γυναίκες από δω ακριβώς πηγάζει -την επίπλαστη ανάγκη να αποκτήσουμε την εύνοια ενός άντρα για να μπορέσουμε επιβιώσουμε.

Το να καθαιρέσει, λοιπόν, κανείς μια τόσο βαθιά ριζωμένη αντίληψη η οποία δεν αποκτήθηκε εν πλήρη συνείδηση είναι πραγματικά περίπλοκο κι επίπονο κι αυτό γιατί δεν είναι για παράδειγμα σαν ένα σπυράκι που το βλέπεις. Είναι σαν τον καρκίνο που ακόμα κι αν έχει δώσει μερικά συμπτώματα, για κάμποσο καιρό λειτουργούσε ύπουλα, ο αγώνας ενάντιά του είναι ζόρικος και ταυτόχρονα, κανείς δε θέλει να (ξέρει πως) τον φέρει.

Ορμώμενη απ’ όλα αυτά, δυσκολεύομαι να πιστέψω πως σήμερα υπάρχουν ακόμη γυναίκες που πράγματι είναι τόσο αυστηρά «παραδοσιακές». Ακόμα κι αν όντως είναι, όταν επιθυμούν να μειώσουν μια άλλη γυναίκα, οι αμφιβολίες μου εντείνονται. Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν υπάρχει λογική στο να επιτεθείς σε μια άλλη γυναίκα για να δείξεις την υπεροχή σου. Σίγουρα μια φεμινίστρια δεν είναι ανταγωνίστριά σου, μπορείς κάλλιστα να συνεχίσεις αυτό που κάνεις, να επιδιώξεις την ευτυχία σου χωρίς να λοιδορήσεις κανέναν στην προσπάθειά σου. Άλλωστε, ο τρόπος με τον οποίο καθεμιά μας επιλέγει να ζήσει τη ζωή της διαφέρει, όμως για να είμαστε όλες ευτυχισμένες πρέπει να στηρίζουμε η μια την άλλη είτε συμφωνούμε είτε όχι με το δρόμο που καθεμιά μας διαλέγει.

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου