Πόσες φορές δεν έχουμε πει «τι μικρός που είναι ο κόσμος;». Με κάποιο τρόπο, όλοι σχεδόν γνωρίζονται μεταξύ μας, είτε μένουν σε επαρχίες είτε σε μεγάλες πόλεις. Γιατί, τελικά, ο κόσμος είναι ένα μεγάλο χωριό. Σχέσεις, πρώην σχέσεις, φίλοι, παρέες. Όπου κι αν γυρίσεις, όλο και κάποιον γνωστό θα συναντήσεις.

Είναι, όμως, το πλέον λογικό να μη συμπαθείς τους πάντες. Άνθρωποι είμαστε, όχι ρομπότ. Δεν μπορούμε να ταιριάζουμε με όλους και να περνάμε εξίσου ωραία με τον καθένα. Από την άλλη, επειδή οι περισσότεροι θέλουν να τα έχουν καλά με όλους, φροντίζουν να είναι ευγενικοί κι έτσι ακολουθείται μια συγκεκριμένη ιεροτελεστία όταν έχουν μια συνάντηση με κάποιον που δε συμπαθούνε ιδιαίτερα ή που τέλος πάντων μπορεί να είναι καλός και χρυσός, αλλά δεν περνάνε ευχάριστα μαζί του.

Το πρώτο πράγμα που κατά κανόνα κάνουν κι οι δύο, είναι να προσποιηθούν ότι δεν είδαν ο ένας τον άλλον. Αν πετύχει αυτό, είναι κι οι δύο ευτυχισμένοι. Σε περίπτωση που η συνάντηση είναι αναπόφευκτη, ξεκινάνε οι τυπικότητες. «Πού είσαι εσύ, πού χάθηκες, χαίρομαι τόσο που σε βλέπω». Κι αφού πείτε τι κάνετε, έρχεται η πιο χιλιοειπωμένη, κλισέ ατάκα: «Να κανονίσουμε για καφέ από βδομάδα!». Και συμφωνούν και φιλιούνται εγκάρδια και αποχαιρετιούνται. Σαφώς όλοι ξέρουμε ότι δε θα πάνε ποτέ για καφέ.

Στην πυρά όσοι το λένε και δεν το κάνουνε ποτέ! Δε λέω γι’ αυτούς που λόγω υποχρεώσεων αργούν να κανονίσουν, αυτό είναι λογικό κι ανθρώπινο. Μιλάω γι’ αυτούς που το έχουν σύστημα να λένε και να μην κανονίζουν ποτέ. Είναι τουλάχιστον αστείο γιατί ξέρεις με ποιους δεν πρόκειται να βγεις. Και το ξέρουν κι αυτοί. Την ώρα που ξεστομίζουν «θα κανονίσουμε» κι οι δυο γελάτε ειρωνικά από μέσα σας.

Ειδικά, όταν αυτό το «θα κανονίσουμε» στο λέει κάποιος επί χρόνια. Κάθε φορά που συναντιέστε στο δρόμο, «κανονίζετε». Βέβαια όχι άμεσα, γιατί είναι και πολυάσχολοι όλοι. Αλλά όταν μετά από δύο χρόνια, για παράδειγμα, ακόμα κανονίζετε, ή ο άνθρωπος αυτός σε δουλεύει ή είναι μυστικός πράκτορας του FBI σε άλλη ήπειρο και πραγματικά δεν έχει χρόνο. Στη θέση σου, δε θα πόνταρα στο δεύτερο.

Δε λέω, το κάνω κι εγώ κάποιες φορές. Μας έχει γίνει συνήθεια κι είναι –όπως προείπα– η ανάγκη μας να είμαστε ευγενικοί κι ευχάριστοι. Αλλά καταντά κοροϊδία μετά από ένα σημείο. Ευγένεια δε σημαίνει να φλομώνεις τον άλλον στα ψέματα, να κανονίζεις καφέδες που ποτέ δε θα βγεις. Μπορείς να είσαι ευγενικός κι όταν είσαι ειλικρινής. Δε χρειάζεται να βρεθείτε σε δύσκολη θέση με το να πεις ότι δε θα βγείτε ποτέ. Περιορίσου στη συζήτηση, όπως τι κάνει και πώς πάει η δουλειά του, όμορφα κι ευγενικά. Εγώ προσωπικά, το εκτιμώ χίλιες φορές περισσότερο.

Η μεγαλύτερη πίκρα είναι όταν σου λέει κάποιος που ενδιαφέρεσαι ότι θα κανονίσετε. Την πρώτη φορά, πετάς από χαρά και νομίζεις ότι κι αυτός ενδιαφέρεται ή ότι εν πάση περιπτώσει θέλει να σε γνωρίσει καλύτερα. Και περιμένεις. Όταν συνειδητοποιείς ότι αυτή η στιγμή δε θα έρθει ποτέ, αλίμονό σου αν ενδιαφέρεσαι πολύ. Αν όχι, από εδώ πάνε κι άλλοι, καλή καρδιά.

Ίσως, βέβαια, υπάρχουν κάποιες λίγες φορές που χρειάζεται να το πεις. Δηλαδή, αν κάποιος σου πει να κανονίσετε κι εσύ δε θέλεις, αντιλαμβάνομαι ότι είναι δύσκολο να του αρνηθείς. Οπότε συμφωνείς, αλλά όπως και να ‘χει με τον τρόπο σου του δίνεις να καταλάβει ότι αυτό δε θα γίνει ποτέ. Ξεκαθαρίζω όμως ότι τέτοια συμπεριφορά πρέπει να είναι η εξαίρεση κι όχι ο κανόνας.

 

Συντάκτης: Στέλλα Φρασιόλα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη