Πάντα τα μάτια μας στραμμένα στους τρίτους.

Εκείνοι κι εμείς. Οι ζωές τους και η δική μας.

Ανέκαθεν σε ένα παιχνιδάκι σύγκρισης για το ποιoς είναι ο καλύτερος, ο πιο όμορφος, ο πιο δυνατός, ο πιο ματσωμένος. Τριπάκι τρελό για στομάχια σκληρά. Ξεκάθαρα.

Να αναρωτιόμαστε πόσο το πήρε αυτό το τέλειο πουλόβερ η Νίκη και στο πίσω μέρος του μυαλού μας να το θέλουμε διακαώς για εμάς και μόνο, σκεπτόμενοι πως το δικό μας είναι ντεπασέ.

Να τριβελίζει διαρκώς το νιονιό μας, πού άραγε συνηθίζει να πηγαίνει για φαγητό ο Κώστας τα κυριακάτικα μεσημέρια με την καινούρια του αγάπη, προφανώς τρέφοντας αστείρευτο φθόνο για την πάρτη της (μιας και εμείς ήμασταν η παλιά του).

Να ψοφάμε να μάθουμε πόσα παίρνει η Γιώτα, η πρώην συνάδελφος μας, στη νέα της δουλειά για να δούμε αν είναι περισσότερα, ή λιγότερα απο τα δικά μας. Στην περίπτωση που είναι λιγότερα, η Γιώτα είναι καημένη. Στην περίπτωση που είναι περισσότερα, η Γιώτα απλά είναι καριόλα. Να τα λέμε κι αυτά.

Δε μας νοιάζει τι θα κερδίσουμε απο όλο αυτό, όχι. Απλά να ξέρουμε, αυτό μας ενδιαφέρει.

Σα να ζητάμε κατά βάθος να στραβομουτσουνιάσουμε, να αυτομαστιγωθούμε, να «πέσουμε», να εκραγούμε. Αποτέλεσμα όλων; Να αρχίσουμε να βγάζουμε καπνούς απο τα αυτιά. Να τερατοποιηθούμε έστω μια στιγμή, βράζοντας στο ζουμί μας.

Aν κάποτε φάνταζε, λοιπόν, αδιανόητο να εκμαιεύσουμε παντός καιρού πληροφορίες για τον x και y που μας ενδιαφέρει και να τις συλλέξουμε οσάν σωστοί ρεπόρτερ ζωής, στην εποχή του Facebook πλέον, αυτό είναι κάτι το οποίο μοιάζει μαγικά και ταυτοχρόνως τραγικά απλό.

Πληροφορίες από παντού. Φωτογραφίες, βίντεο, τραγούδια, εξομολογήσεις συναισθηματικές αλά στάτους ψυχοπονιάρικα, ερωτικά, μεθυσμένα, ή λιτά.

Που πήγαμε για ποτό, με ποιον κάναμε σεξ και κυρίως πού το κάναμε. Είμαστε, ή όχι σε σχέση, ή βιώνουμε το «it’s complicated».

Τι σχέδιο τατουάζ χτυπήσαμε πέρυσι το καλοκαίρι και ποιοι είναι οι κολλητοί μας. Τι χρώμα είμαστε ιδεολογικά βαμμένοι και αν υποστηρίζουμε ένθερμα τις παρατάξεις μας. Πότε αισθανθήκαμε τελευταία φορά μετανιωμένοι και γιατί.

Το ένα δέκατο (και πολύ λέω) όσων βγαίνουν παραέξω είναι αυτό. Η μάλλον καλύτερα, όσων αφήνουμε εμείς να βγουν παραέξω. Κάτι τέτοιες στιγμές τα θέλει το κωλαράκι μας, ας το παραδεχτούμε. Γνωστοποιούμε πολλά περισσότερα απο όσα χρειάζεται. Όμως δε θα το αναλύσουμε τώρα αυτό.

Το θέμα μας, είναι η αντίθετη πλευρά. Οι τύποι και κυρίως οι τύπισσες –συγνώμη κορίτσια, αλλά ναι, είμαστε λίγο μεγαλύτερες κατίνες– «θέλω να τα ξέρω όλα γιατί είμαι κουτσομπόλα, wannabe πράκτορας 007».

Μπαίνουμε σε προφίλ και τα ξετινάζουμε. Πρώην, νυν, αφεντικά, γείτονες, συνεργάτες, φίλοι φίλων, φίλοι φίλων φίλων, μοντέλα, ηθοποιοί, τραγουδιστές, ο κυρ-Μπάμπης ο κρεοπώλης και ο Ρούντυ, ο σκύλος της ξαδέρφης της κοπέλας του ανιψιού, του αγοριού μας. Ναι, όλοι είναι στο διαδικτυακό μας καρνέ. Απανταχού παρόντες και από τη ζωή μας ουσιαστικά απόντες.

Με ρωτάτε, λοιπόν, πως εξηγώ αυτό το γεγονός. Θα σας απαντήσω εμπειρικά.

Η ρετσινιά του κουτσομπολιού, της κατινιάς και του πλατινέ βαμμένου μαλλιού, δε φεύγουν ποτέ. Ήταν, είναι και θα είναι. Αθάνατα και πάντοτε μισητά. Όσο μισητά κι αν είναι όμως, έχουν την πέρασή τους.

Όσο για τις επιπτώσεις του συμβάντος, αυτές θα εξηγηθούν επιστημονικά. Η κατασκοπεία μέσω Facebook, λοιπόν, και σύμφωνα με μια νέα αμερικάνικη έρευνα, μπορεί να προκαλέσει ακόμα και κατάθλιψη. Κλείστε το στόμα, μη μπει καμιά μύγα. Σοβαρολογώ.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μισούρι, με επικεφαλής την Μάργκαρετ Ντάφι της Σχολής Δημοσιογραφίας, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Computers in Human Behavior», σύμφωνα με τη βρετανική Independent.

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μελέτη, ο χρήστης σε περίπτωση που απλά χειρίζεται το μέσο για λόγους επικοινωνίας ή και «χαζέματος» τον ελεύθερό του χρόνο, δε διατρέχει κινδύνους.

Αν ωστόσο, το χρησιμοποιεί για «κατασκοπεία» φίλων, συγγενών, πρώην και λοιπά, τότε μπορεί να του δημιουργηθούν αισθήματα μειονεξίας, ακόμα και κατάθλιψη, μέσω της σύγκρισης της φαινομενικής τους ζωής με τη δική του.

Νιώστε το λίγο. Φιγουράρουν μπροστά σας ακριβά αμάξια, δροσιστικά κοκτέιλ σε εξωτικούς προορισμούς, κατάλευκα χαμόγελα και ολοκαίνουρια, στιλάτα ρούχα. Όλα στην πένα. Στην τρίχα.

Σκέφτεστε πως μια δόση γκλαμουριάς σας λείπει. Μετά σας φταίνε όλα. Ξεσπάτε στα μαλλιά σας, σκίζετε τα τζιν σας για να γίνουν «in», βγαίνετε με τα τελευταία σας δέκα ευρώ στο πορτοφόλι και τα κάνετε βερνίκια και τσίχλες. Νιώθετε λίγο «λίγοι» και αυτό γιατί αισθάνεστε μειονεκτικά μπροστά σε όλη αυτή τη μαγικά, φαινομενική τελειότητα.

Μαγκάκια, ξεκολλήστε! Ψευδαισθήσεις είναι όλα.

Η πραγματικότητα, το άγγιγμα, το τσίμπημα και ο έρωτας. Αυτά μάλιστα. Αυτά ναι, μπορούν να συνθέτουν μια ουσιαστική «τελειότητα», η οποία βέβαια δε μεταφράζεται καν σαν τελειότητα!

Έχω την εντύπωση, πως απο τέτοια παιχνιδάκια που μόνο στην ηλικία των δεκατριών μπορώ να τα κατανείμω (δεν ανεβαίνω!), μόνο να χάσουμε έχουμε. Ώρες, χρόνο, ενέργεια, διάθεση και πολλά αληθινά χαμόγελα. Στραβώνουμε χωρίς λόγο, ψάχνουμε μανιακά ατέλειες, γινόμαστε πεζοί και οριακά κακοί.

Φύγετε για λίγο απο το διαολεμένο το Facebook. Πηγαίνετε να πάρετε λίγο αέρα, αναπνεύστε!

Κάντε τη ζωή σας και κλείστε τις κουρτίνες στην –από επιλογή- εώς τώρα μιζέρια και μίρλα σας.

Η ζωή είναι εκεί έξω παίδες και πιστέψτε με, έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από ένα τεχνολογικά, παγωμένο, θεαθηνίστικο «μέσα».  

Συντάκτης: Μάρη Γαργαλιάνου