«Μέχρι τα τριάντα νιώθεις παντοδύναμος. Θεός. Ύστερά, συνειδητοποιείς πως είσαι απλώς ένας κοινός θνητός και το μόνο που σου μένει είναι να κάνεις ότι καλύτερο μπορείς για να επιβιώσεις».

Πριν περίπου μια εβδομάδα, ένα πολύ αγαπημένο μου πρόσωπο γύρισε και μου είπε την παραπάνω κουβέντα. Στα εικοσιτριάχρονα αυτάκια μου ακούστηκε τόσο σοφή και ρεαλιστική, παράλληλα όμως μια δύναμη μέσα μου με οδήγησε στο να θέλω να την αντικρούσω με μιας. Είναι και η φύση μου τέτοια άλλωστε.

Αν κάποιο βράδυ χωθείτε στα ιντερνετικά σας τεφτέρια και ψάξετε ρητά και γνωμικά που σχετίζονται με το χρόνο και την έννοιά του, θα διαπιστώσετε πως δεν έχουν τελειωμό.

Φιλόσοφοι, καθηγητάδες και κάθε λογής διανοούμενοι ασχολήθηκαν και συνεχίζουν να ασχολούνται με την πάρτη του σα να μην έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν. Ναι, το γελάω.

Φιλοσοφούν χωρίς σταματημό και ψάχνουν τον ορισμό του αύριο, ευνουχίζοντας το σήμερα, μη μαθαίνοντας από το χτες. Και μιλάνε για χρόνο! Αστείο, αλλά δικαίωμα τους. Όπως και δικό μου να έχω την άποψή μου.

Τι τριάντα, τι σαράντα, τι πενήντα! Εμένα έτσι λέει η καρδούλα μου! Όμως μέσα σε αυτήν την φράση παρατηρώ πως δεν εμπεριέχονται τα «είκοσι» ή τα «δέκα». Και κάπως έτσι, αγαπημένοι μου, αρχίζω να πιάνω τη φιλοσοφία του φίλου μου.

Μα είναι τόσο σημαντική η μετάβαση στα πρώτα άντα τελικά; Τόσο κομβική; Δε θα τοποθετηθώ εκ πείρας, δεν μπορώ άλλωστε να διακτινιστώ μέσα σε λίγα λεπτά έτη μακριά – λέμε τώρα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο πήρα τη βοήθεια του κοινού. 

Θέλοντας να προσεγγίσω όσο το δυνατόν πιο επιτυχημένα τη μετάβαση στα άντα, έκανα ένα μίνι γκάλοπ σε φίλους και γνωστούς που τα χουν ήδη πατημένα και πραγματικά τους ευχαριστώ για την πολύτιμη βοήθειά τους. Τη Μαρία, το Γιώργο, το Σπύρο, τον Αλέξη, τη Ξένια, αλλά κι άλλους.

«Μετά τα τριάντα αλλάζουν οι προτεραιότητες» μου λένε όλοι με ένα στόμα, μια φωνή. Και δε γνωρίζονται καν μεταξύ τους. «Δε μπορείς να τη συλλάβεις τέτοια έννοια, ούτε και να την προσεγγίσεις. Δεν έχεις να ζήσεις ούτε καν καλά-καλά τον εαυτό σου, πόσο μάλλον ένα σπίτι, μια οικογένεια. Σε τελική ανάλυση δε σε πολυκαίει κιόλας! Είσαι στο φεύγα, στην ανεμελιά και πάνω στη δημιουργική σου φάση και μαγκιά σου!»

«Μετά τα τριάντα, αλλάζει ο τρόπος που αισθάνεσαι το λάθος. Παλιά εθελοτυφλούσες και δε σε ένοιαζε. Στα τριάντα όμως δε σε παίρνει. Συνειδητοποιείς πως τα όρια στενεύουν, μαζί και ο κλοιός τους και πρέπει να πατήσεις στα πόδια σου γερά. Κάτι που θεωρητικά πριν ήταν «παιχνίδι», μπορεί να μετατραπεί σε λάθος καταστροφικό για ολόκληρη τη ζωή σου.»

«Μετά τα τριάντα αρχίζει και σε πιάνει η ανασφάλεια της ηλικίας. Είναι και τα πρότυπα της κοινωνίας μας τέτοια. Άγχος για τη μόνιμη δουλειά, για τα μόνιμα λεφτά, για να ανοίξεις ένα σπίτι, για να βρεις τον άνθρωπό σου, αν δεν τον έχεις ήδη βρει. Κι αν δεν τον έχεις ήδη βρει, τα στόματα του οικογενειακού σου κύκλου δεν κλείνουν στιγμή. ”Μα πότε θα το παντρέψετε το Μαράκι, βρε Γιώτα μου;” και άλλα τέτοια. Είναι βάσανο και πίεση και άγχος.»

Έως τώρα όλα αυτά μόνο σε εμένα ακούγονται τόσο σχεδόν θλιβερά, απαισιόδοξα (για να το πω πιο κομψά) ή μήπως φταίει η ηλικία μου και δε μπορώ να τα συλλάβω;

Ίσως ισχύουν όλα, ναι, άλλωστε αυτό θα το δείξει και η ιστορία. Ίσως μετά τα τριάντα συνειδητοποιείς πως είσαι πράγματι ένα κοινός θνητός, όμως ποιο και το νόημα μιας ψευδαίσθησης ότι είσαι θεός;

Έως τα τριάντα, δεχόμαστε πως είμαστε όλοι θεοί και ζούμε μέσα στην ανεμελιά και την καύλα της μεγαλοσύνης μας. Κάνουμε τρέλες κι αισθανόμαστε παντοδύναμοι και μας ελκύουνε οι αμαρτίες και τα λάθη και τα πάθη και τα μυστήρια. Και σπάμε κανόνες. Δεν υπάρχουν απαγορεύσεις και υπάρχουμε μόνο εμείς και τα πινέλα μας.

Ζωγραφίζουμε τον έρωτα, τις πιο κρυφές μας επιθυμίες και παλεύουμε ειρηνικά για ένα αύριο ιδανικό.

Ιδανικά. Αγωνιζόμαστε και για αυτά. Για τις ιδέες των μεγάλων. Για τις ιδέες του μυαλού μας και καταργούμε τους νόμους και σπάμε τα δεσμά.

Όμως αυτά δεν κάνουν τάχα μου και οι τριαντάρηδες; Και οι σαραντάρηδες; Και ίσως πολύ καλύτερα από τους νεότερούς τους. Ας μου επιτρέψετε να σας πω το εξής. Ίσως από τύχη, ή κάρμα, ή βαφτίστε το όπως θέλετε με όσους άντα έχω συναναστραφεί, περισσότερο παιδιά είναι από εμένα. Με την καλή έννοια πάντα. Παθιάζονται, δημιουργούν, εκτιμούν περισσότερο τις εκπλήξεις της ζωής και κυρίως αφήνονται σε αυτήν. Τσαλακώνονται.

Η λεπτή διαχωριστική γραμμή λοιπόν του πριν και του μετά τα άντα θα μπορούσε να είναι η άγνοια και η γνώση αντίστοιχα. Έχοντας γνώση, εμπειρία άρα και μεγαλύτερη αντίληψη, εκτιμάς διαφορετικά τα πράγματα και μαθαίνεις να τα ζεις ποιοτικά.

Από τη μια όσα σας γράφω τόση ώρα ίσως είναι σωστά, από την άλλη ίσως είναι ένα κάρο ανωριμότητες και αμπελοφιλοσοφίες. Αυτά έχω έως τώρα όμως και το μόνο «ελαφρυντικό» μου είναι τα είκοσι τρία μου χρόνια. Η ιστορία όμως θα δείξει και θα με διδάξει. Όπως και εσάς!

Συντάκτης: Μάρη Γαργαλιάνου