Βάζω στοίχημα –και με αυτοπεποίθηση το κερδίζω– ότι οι φορές που ‘χεις ξεστομίσει, είτε συντροφιά με την παρέα σου είτε με τον εαυτό σου, λόγια τύπου «Όχι, σ’ αυτή τη φάση της ζωής μου δεν είμαι εγώ για τέτοια!» ή «Όλα τα ‘χαμε, αυτό μας έλειπε τώρα!» είναι κάτι παραπάνω από άπειρες, κι αν καθίσουμε να τις μετρήσουμε, μάλλον θα μας βρει το φθινόπωρο, χωρίς καν να το καταλάβουμε. Έχε υπόψιν σου, πως κάθε φορά που εσύ βροντοφωνάζεις «Όχι!», κάθε φορά που αρνείσαι να δεις κατάματα την πραγματικότητα, η ζωή –αυτή η ατίθαση τύπισσα, με το αγύριστο κεφάλι– ξεκαρδίζεται στ’ απέναντι παγκάκι και σε δείχνει με το δάχτυλό της επιδεικτικά.

Ανθρώπινα συναισθήματα, ρε παιδάκι μου, τι ψάχνεις να βρεις; Δύσκολη υπόθεση η ψυχοσύνθεσή μας, μία ατελείωτη θάλασσα, απρόβλεπτη κι άστατη -δε συμφωνείς; Εκεί που νομίζουμε πως τα ξέρουμε όλα, πως εμείς αποφασίζουμε κι ελέγχουμε τα πάντα, εκεί ακριβώς χτυπάει η πόρτα μας ξαφνικά. Κι εμείς; Εμείς, αντί ν’ ανοίξουμε, ρίχνοντας άλλη μια ζαριά και προχωρώντας το παιχνίδι ένα βήμα παρακάτω, προτιμάμε να διπλοκλειδώσουμε, να σβήσουμε όλα τα φώτα και να κρυφτούμε σε μια γωνία σιωπηλά.

Αρνούμαστε κατηγορηματικά ν’ αντιμετωπίσουμε αυτό το κάτι –δώσ’ του ό,τι όνομα θες κι όποια περιγραφή σ’ αρέσει– που βρίσκεται στο κατώφλι μας, με τη δικαιολογία ότι είναι «πολύ» για ‘μας, για τα δικά μας μέτρα και σταθμά, για τις δικές μας αντοχές. Κλείνουμε στόμα, μάτια κι αφτιά και κάπως έτσι ξεκινάει το θέατρο του παραλόγου. Κουνάμε το κεφάλι μας δεξιά κι αριστερά, λέμε «όχι», με ύφος αλαζονικού νικητή, τάχα μου πως ξέρουμε τι κάνουμε, πως έχουμε τον πλήρη έλεγχο. Το διανοείσαι;

Η άρνηση –συνήθως– λειτουργεί σαν άμυνα, σαν ασπίδα προστασίας απέναντι στον εχθρό, απέναντι σε καθετί που μοιάζει υπερβολικά δύσκολο κι αγχωτικό για το δικό μας στομάχι, εντυπωσιακά περίπλοκο για τον δικό μας κόσμο. Αρνούμαστε, γιατί πιστεύουμε πως αυτό το μονοπάτι δεν πονάει. Νιώθουμε ότι απειλούμαστε, ότι τα όριά μας πρόκειται να καταπατηθούν βάναυσα κι ενεργοποιούμε –ακόμα κι υποσυνείδητα– αυτόν τον αμυντικό μηχανισμό, σαν κουμπάκι. Για να ‘μαστε απόλυτα ειλικρινείς, μία τέτοια συμπεριφορά, ίσως τελικά αποδειχθεί σωτήρια, ίσως μας γλυτώσει από πολλά χτυπήματα ή πιθανά λυγίσματα -δεν αντιλέγω. Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει κι εμείς να ζήσουμε, να πάθουμε, να μάθουμε. Δε νομίζεις;

Θα σου πω ένα μυστικό. Αυτό, που εσύ διώχνεις κι αρνείσαι με τρομακτικό πείσμα, αν είναι προορισμένο και ταγμένο σου, πάντα σε ‘σένα θα επιστρέφει -δυστυχώς ή ευτυχώς. Εσύ θα λες «όχι», αλλά εκείνο –πολύ φοβάμαι–  θα ακούει «ναι». Θα κλείνεις τα μάτια σου, αλλά ακόμα θα το βλέπεις μπροστά σου. Θα κλείνεις τ’ αφτιά σου, αλλά θα τ’ ακούς ακόμα πιο δυνατά. Θα προσπαθείς να το φιμώσεις, αλλά αυτό θα συνεχίζει να σου μιλάει ακατάπαυστα.

Οι φαύλοι κύκλοι –να ξέρεις– κλείνουν πολύ δύσκολα, άπαξ κι ανοίξουν. Δεν υπάρχει έξοδος κινδύνου σ’ αυτές τις περιπτώσεις, καμία απολύτως διαφυγή. Και τη στιγμή που εσύ θα νομίζεις πως ξέρεις τι κάνεις, τη στιγμή που θα χαμογελάς πονηρά στους φίλους σου, τότε είναι που θα βρεθείς αντιμέτωπος με την κατάσταση απ’ την οποία έτρεχες πριν από λίγο να ξεφύγεις. Αντιμέτωπος μ’ αυτό που αρνήθηκες τόσο απόλυτα στην αρχή, πρόσωπο με πρόσωπο, εσύ και το συναίσθημά σου. Στρίψε και γύρνα πίσω όσο προλαβαίνεις. Αδιέξοδο μυρίζομαι, πάλι!

Μερικές φορές, τα πράγματα είναι τόσο μα τόσο απλά. Εμείς τα περιπλέκουμε, εμείς τα κάνουμε δύσκολα, με τις ατελείωτες αναλύσεις μας, με τις συζητήσεις, τα ξενύχτια και τα μεγάλα λόγια μας. Αυτή είναι δυστυχώς η αλήθεια, η πραγματικότητα που τόσο πολύ αρνούμαστε ν’ αντικρίσουμε, το φως που μας ενοχλεί. Άραγε, εσύ έχεις ακολουθήσει ποτέ το πρώτο σου συναίσθημα; Ξέρεις, αυτό που ‘ρχεται κατευθείαν απ’ την καρδιά, που δε φιλτράρεται, που δεν προλαβαίνει να φτάσει στο μυαλό. Το συναίσθημα το αυθεντικό, που πηγάζει απ’ το βαθύτερο κι ειλικρινέστερο μέσα σου, το ‘χεις διαλέξει ποτέ; Έχεις τραγουδήσει «Θα πάω, κι ας μου βγει και σε κακό» ή μήπως μια ζωή κλειδώνεις πόρτες και παράθυρα, υψώνεις τείχη και χτίζεις φρούρια; Ε, μη γελάς, αφού έτσι συνηθίζουμε πάντα να κάνουμε!

Τα συναισθήματα –σε όποια κατηγορία κι αν ανήκουν– είναι ζόρικη υπόθεση, παιχνίδι αποκλειστικά για δυνατούς. Λίγοι καταφέρνουν να τα βγάλουν πέρα μαζί τους, Οι εξαιρέσεις, οι ζόρικοι. Τυπάκια με θράσος, έτοιμα να ζήσουν, κι ας πληγωθούν, κι ας πονέσουν, κι ας χάσουν στην τελική! Πώς αλλιώς θα μπορέσουν να πουν ότι έζησαν; Πώς αλλιώς θα ξέρουν ότι όντως αισθάνθηκαν; Καμιά φορά, λοιπόν, αντί ν’ αρνούμαστε και να προεξοφλούμε καταστάσεις, αντί να το βάζουμε στα πόδια, αντί να γυρνάμε κατευθείαν την πλάτη μας σ’ όλους και σ’ όλα, είναι ομορφότερο να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αφεθεί.

Ελεύθερη πτώση, θα μου πεις εσύ. Μην το σκέφτεσαι και πέσε, θα σου πω εγώ. Δεν είπα ότι είναι εύκολο, αλλά πού ξέρεις;

Μπορεί τελικά και ν’ αξίζει!

 

Συντάκτης: Γωγώ Κυριακίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη