Κατινιά. Μικρότητες. Νύχια. Σέλφι. Ταμπέλες. Επίδειξη. Ματαιοδοξία. Κριτική. Κουτσομπολιό. Μισαλλοδοξία. Ανασφάλεια. Κόμπλεξ κατωτερότητας. Στερεότυπα.

Πώς μας κατάντησαν έτσι τις σημερινές γυναίκες; Ποιοι φταίνε που η πλειοψηφία νοσεί από εγκεφαλική οκνηρία; Οι ίδιες, οι άντρες, το σύστημα;

Βλέπεις, για παράδειγμα, την αφέλεια και την εγκεφαλική αναπηρία στο μεγαλείο τους. Οι περισσότερες γυναίκες ασχολούνται αποκλειστικά με οτιδήποτε εγκεφαλικά βατό για να μην υπάρξει διαρροή και σπατάλη της φαιάς ουσίας, όσης διαθέτουν. Είναι προβλέψιμες και κυκλοφορούν σε χιλιάδες αντίγραφα.

Ζουν την κάθε τους μέρα έχοντας μονάχα έναν σκοπό: πώς να τονώσουν το «εγώ» τους. Δεν εχουν ιδέα από Υπερεγώ και Εκείνο, σύμφωνα με τη φροϋδική θεωρία. Όχι ότι θα έπρεπε να έχουν. Το πρόβλημα είναι ότι δεν ξέρουν καν ποιος είναι ο Φρόιντ.

Μαύρα μεσάνυχτα, δηλαδή, σε ό,τι αφορά βασικές γνώσεις ψυχολογίας. Στο κεφάλι τους επικρατεί το απόλυτο χάος, αλλού πατούν κι αλλού βρίσκονται. Αλλού οι ανάγκες, αλλού οι επιθυμίες, σκόρπιες αντιδράσεις από δω κι από κει. Δε θα χολοσκάσουν να μάθουν τι στα κομμάτια δεν δουλεύει καλά με την πάρτη τους.

Όχι. Προτιμούν να πιπιλάνε την καραμέλα ότι ελκύουν λάθος ανθρώπους. Όχι ότι οι ίδιες δεν ξέρουν τι θέλουν και βασανίζουν και τους άλλους. Καμιά ταύτιση με τις ανάγκες τους. Άλλα νιώθουν, αλλιώς αντιδρούν και πώς τα καταφέρνουν κάθε φορά να εκπλήσσουν ακόμα και τον ίδιο τους τον εαυτό, είναι άξιο απορίας. Κι όταν τα βρίσκουν σκούρα, καταλήγουν στην κλισεδιάρικη μεταφορά περί αβύσσου στην ψυχή.

Καμια άβυσσο δεν κρύβει η ψυχή μιας γυναίκας – μιας συνειδητοποιημένης γυναίκας που βρίσκεται σε επαφή με τα «θέλω» και τις ανάγκες της. Που δεν κοιτάει μόνο πώς να χτίσει την αυτοεικόνα της, αλλά νοιάζεται πρωτίστως για την εσωτερική της καλλιέργεια.

Για όλες τις άλλες, ναι, η ψυχή τους είναι μια απύθμενη άβυσσος, με την οποία κανένας άνθρωπος γύρω τους δε θέλει να έρθει σε επαφή, γιατί θα χαθεί στην ανυπαρξία μαζί τους.

Κι αυτό πέρα από το πώς μεταφράζεται στον εσωτερικό της κόσμο, στην καθημερινότητα μιας τέτοιας γυναίκας η «άβυσσος» εκφράζεται ως εξής:

Ξυπνά το πρωί. Πίνει καφέ για να ξυπνήσει. Απαραιτήτως. Γιατί ετσι συνηθίζεται. Γιατί χρειάζεται σώνει και καλά μια ουσία πέρα απο τις φυσικές για να ανοίξει το βλέφαρο. Ανοίγει τηλεόραση μηχανικά. Πέφτει στα πρωινάδικα. Δε γίνεται να φύγει για το γραφείο, αν δε της πει η τηλεμάντισσα πώς θα της πάει η μέρα κι αν θα βρει κίνηση στο δρόμο.

Παράλληλα, κοιτάει τα νύχια της. Θέλουν ξανά βάψιμο, σκέφτεται, με εκείνο το σκατουλί χρώμα που δείχνει και σικάτο. Αφού ρουφάει δυο τζούρες καφέ στα γρήγορα, τρέχει να ετοιμαστεί.

Τι να φορέσει; Αγανακτεί! Κοιτάγεται στα κλεφτά στον καθρέφτη, μα αυτό που βλέπει δεν της αρεσει καθόλου χρόνια τώρα, αλλά δεν κάνει κάτι γι’ αυτό. Παρηγορείται φυσικά οτι πηγαίνει εντατικά στο γυμναστήριο, αλλά το στόμα δε λέει να το κλείσει. Βγάζει μάλιστα και φωτό για να μας πείσει για τη σκληρή προπόνηση που κάνει, αλλά τα αποτελέσματα δεν πείθουν.

Όμως τώρα μπροστά σε τούτον τον καθρέφτη πρέπει να δείξει αδύνατη πάση θυσία. Πρέπει να επικαλύψει το πραγματικό πρόβλημα και να κάνει γκράντε εμφάνιση αφήνοντας τις υπόλοιπες γυναίκες συναδέλφους άφωνες. Ναι, ακόμα κι εκείνη την κούκλα γραμματέα του διπλανού γραφείου θέλει να της μπει στο μάτι. Και φυσικά έχει στόχο να κάνει και τους άντρες να μείνουν με ανοιχτό το στόμα.

Εν μέσω όλων αυτών των σκέψεων, επιλέγει κολάν μαύρο και μπλούζα ριχτή, που να μην κρύβει όμως τον πισινό, τυλίγοντας μια ζώνη γύρω της για να κρύψει το σωσίβιο που προεξέχει. Γενικώς, να κρύψει, όχι να φτιάξει. Βάζει τα κοσμήματά της, μακιγιάρεται και οδηγεί προς το γραφείο.

Εκεί όπως παντα θα ασχοληθεί τυπικά με τις αρμοδιότητες που της έχουν αναθέσει και τίποτα παραπέρα. Καμία αλλαγή στο καθημερινό προγραμμα. Θα μιλήσει, θα κλείσει ραντεβού, θα μπει και στο Facebook να κόψει κίνηση και να ανεβάσει κι εναν Παντελιδη.

Τελειώνοντας απ’ τη δουλειά, αγοράζει κάτι από το δρόμο μαζί με μια maxi σοκολάτα γιατί δεν προλαβαίνει να μαγειρέψει. Έχει γυμναστήριο κι αργά το βράδυ ποτάκι.

Αφού φάει και ξεκουραστεί, τρέχει για τη γυμναστική της, πάλι με κολάν, αθλητικό αυτή τη φορά. «Γιατί δηλαδή, οι άλλες είναι καλύτερες;» μονολογεί.

Ναι, κάποιες είναι αλλά δεν τίθεται θέμα. Το θέμα είναι ότι η ίδια τις βλέπει όλες άσχημες και με ψεγάδια. Με χοντρές γάμπες η μια, με κοιλιά η άλλη. Για την ίδια ούτε λόγος, γιατί εκείνη βέβαια τις ξεπερνάει όλες. Κι άμα βρεθεί κάποια πιο όμορφη από εκείνη, θα ξινίσει τα μούτρα της, ενώ από τα αφτιά της θα βγουν πράσινοι καπνοί.

Στο σημείο αυτό, η κατίνα θα ξυπνήσει απο μέσα της. Θα ψάξει ενδελεχώς να της βρει ψεγάδια. Κι όσο δε βρίσκει, τόσο λυσσάει. Θα το παίξει βαρύ πεπόνι κι από την υπερβολική απελπισία το βράδυ, που την περιμένει έξοδος, θα μετατραπεί σε femme fatale.

Τρέχει λοιπόν στο σπίτι κι αρχίζει την προετοιμασία αναμέτρησης με τον εαυτό της τρεις ώρες πριν.

Θα ξεκινήσει με εκείνο το σκατουλί χρώμα στα νύχια, θα αποτριχωθεί, θα απολεπιστεί, θα ενυδατωθεί, θα τραβήξει μαλλί και θα βάλει ενα κιλό σαγηνευτικό άρωμα τύπου πουαζόν. Γιατί καταβάθος πρόκειται για μια γυναίκα-δηλητήριο. Όχι, κολάν δε θα βάλει, αλλά θα φορέσει εκείνο το σέξι φόρεμα με την πλάτη έξω, που μια χαρα τραβάει την προσοχή από την κοιλιά και την οδηγεί στη γυμνή σάρκα της άνω πίσω όψη της.

Θα μακιγιαριστεί, τονίζοντας μάτια και χείλια μαζί, με κατακόκκινο κραγιόν απαραιτήτως, και λιγο πριν ξεμυτίσει με τις δίπατες γόβες απο το κατώφλι του σπιτιού της, θα τραβήξει φωτογραφίες για να τις ανεβάσει στο Facebook. Έτσι, για να προειδοποιήσει όσους τη δουν τι έχουν να αντιμετωπίσουν.

Παίρνει πόζα στον καθρέφτη, δείχνει εξώπλατο και –κλικ!– απαθανατίζει το μεγαλείο της ανασφάλειάς της. Κλικ! Πάρε κι αυτή τη σελφι με τα σουφρωμενα κατακόκκινα χείλια. Κλικ! Να και μια σέλφι με λάγνο βλέμμα.

Τα likes φυσικά δίνουν και παίρνουν, τα σχόλια δε, ωδή στην θεά Αφροδίτη. «Κουκλάρα. Θεά. Γοητευτική. Classy. Σικ.» Και δε συμμαζευεται. Να το, το πήρε το αίμα της πισω.

Με ουράνια αυτοπεποίθηση και ύφος χιλίων καρδιναλίων είναι έτοιμη να ξεπροβάλει για να σαγηνεύσει κάθε αρσενικό στο πέρασμά της. Απόψε θα συναντήσει έναν καρμικό έρωτα.

Παρέλειψε όμως την πραγματικότητα. Διέφυγε της προσοχής της όλο αυτό το πανηγύρι που έχει στήσει γύρω από την εικόνα της και τον αέρα της απελπισίας που την περιβάλλει σαν σύννεφο.

Και για να μην μείνετε με την απορία, εκείνο το βράδυ κανέναν δε γνώρισε, αλλά λίγο πριν πέσει για ύπνο, βλασφήμησε για άλλη μια φορά την κακή της τύχη.

Συντάκτης: Νικολέτα Παπουτσή