Άποψη και δικαίωμα στη σκέψη ποιος μπορεί να έχει;

«Μα όλοι φυσικά!», θα πούμε με μια φωνή. Πρόκειται περί βασικού ανθρώπινου δικαιώματος.

Κι όμως μέσα μας τείνουμε να θεωρούμε ανίκανα να εκφέρουν άποψη και περιθωριοποιούμε τα άτομα εκείνα που δε δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα στη ζωή τους.

Τα άτομα εκείνα που αρχής γενομένης μεγάλωσαν σε μια ενωμένη κι αγαπημένη οικογένεια. Που τους ήρθαν όλα δεξιά στη ζωή τους, πολύ απλά γιατί έτσι προέκυψε.

Είναι οι άνθρωποι που βίωσαν βαθιές φιλίες και καλές σχέσεις στη ζωή τους. Ζορίστηκαν σαφώς, αλλά όχι τραγικά πράγματα.

Η Ελίνα ήταν μια τέτοια περίπτωση ατόμου. Σεναριογράφος στο επάγγελμα.

Η Αρετή από την άλλη ήταν μια «καμένη» περίπτωση, αλλά ανήσυχο πνεύμα.

Τραυματικά παιδικά χρόνια, ακραίες κι αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές στην εφηβεία, που την ακολουθούσαν κι αργότερα, σχέσεις θυελλώδεις και λάθος άνθρωποι.

Η Αρετή μεγαλώνοντας έγινε μαθηματικός, κάτι για το οποίο επέμεναν οι δικοί της. Παράλληλα όμως, γράφτηκε σε μια σχολή θεάτρου για να γίνει ηθοποιός. Ζούσε το όνειρό της. Διάβαζε, στοχαζόταν, αποστήθιζε σενάρια, δεν εφησυχαζόταν ποτέ. Έγινε ένα βαθιά σκεπτόμενο άτομο. Απέκτησε έναν πολύ ιδιαίτερο και δυναμικό τρόπο σκέψης, που δεν ανεχόταν πολλές φορές από τους γύρω της.

Εξέφραζε απερίφραστα τη γνώμη της κι είχε άποψη επί παντός επιστητού. Όχι επιφανειακά, τύπου αναμασάω ό,τι ακούω δεξιά κι αριστερά, αλλά αντικειμενικά. Ερευνούσε, διασταύρωνε πληροφορίες κι υιοθετούσε τη δική της άποψη, η οποία ενείχε πάντοτε μια μεγάλη αλήθεια και μια δυναμική.

Όλο αυτό το απέδιδε στην προβληματική παιδική και εφηβική της ηλικία, που την έκανε να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού της από τότε που άρχισε να τον θυμάται.

Όταν η Αρετή χρειάστηκε να συνεργαστεί με την Ελίνα, δεν άργησε να αναπτυχθεί μια φιλία μεταξύ τους καθώς μοιράζονταν αγάπη για κοινά πράγματα.

Περνώντας, όμως, ο καιρός και μαθαίνοντας η μια για τη ζωή της άλλης, η Αρετή άρχισε να μην εκτιμά τόσο την φίλη της.

Όχι γιατί συγκρούονταν οι απόψεις τους, όσο γιατί δεν ανεχόταν να έχει άποψη ένα «καλομαθημένο κοριτσάκι» για ζητήματα που δεν είχε βιώσει. Το θεωρούσε υπέρβαση και κατά κάποιον τρόπο γινόταν μισαλλόδοξη. Της αφαιρούσε το δικαίωμα να έχει γνώμη και με τον καιρό την έκανε στην άκρη.

«Τι να μας πει κι αυτή, μωρέ, άμα δεν έχει φάει και μια σφαλιάρα στη ζωή της;», έλεγε στην παρέα.

Λοιπόν, έχουμε και λέμε.

Η σφαλιάρα δε σε κάνει περισσότερο σκεπτόμενο. Η σφαλιάρα σε κάνει αντιδραστικό (πόσο μάλλον οι απανωτές σφαλιάρες). Άλλο αντιδραστικός κι άλλο σκεπτόμενος.

Δε χρειάζεται να την έχει πάθει κάποιος για να έχει άποψη, δε χρειάζεται να έχει τσουρουφλιστεί.

Άποψη έχουν όλοι. Αυτονόητο. Δεν έχει να κάνει με το πώς έχει ζήσει κανείς αλλά με το αν σκέφτεται εύστοχα και ώριμα.

Ο τρόπος για να αποκτηθεί ώριμη σκέψη είναι ένας και δε σχετίζεται με τα βιώματα του καθενός. Σχετίζεται με την εσωτερική καλλιέργεια και με την επιθυμία του ατόμου να σκάβει βαθύτερα. Βαθύτερα στη γνώση, στο εαυτό του, σε αυτό που τον ενδιαφέρει.

Ίσα-ίσα, ένας άνθρωπος χωρίς τρομερά άσχημα βιώματα είναι σε θέση να αποστασιοποιείται συναισθηματικά από καταστάσεις που τον αφορούν και να κρίνει σωστότερα ως εξωτερικός παρατηρητής. Δεν είναι μέσα στο πρόβλημα, δε βράζει από θυμό, δεν είναι πορωμένος και δεν χρωματίζει τη σκέψη και το λόγο του με αφοριστικές αλήθειες.

Είναι περισσότερο ισορροπημένος, αλλά εξίσου σκεπτόμενος με τον άνθρωπο που έχει περάσει δύσκολα.

Από την άλλη μεριά, το «καμένο» από προβλήματα άτομο τείνει να είναι έξυπνο, επειδή μια ζωή έζησε δυσκολίες για τις οποίες χρειαζόταν να μηχανευτεί τρόπους ώστε να τις ξεπεράσει και να τις επιλύσει.

Ο άνθρωπος που έζησε μια νορμάλ ζωή, όμως, μπορεί να διαθέτει τόση περιέργεια να μαθαίνει που να εμβαθύνει εξίσου, αν όχι καλύτερα, σε σύγκριση με αυτόν που δεν την έζησε.

Καλύτερα, διότι δεν έχει παρωπίδες στη σκέψη του, είναι περισσότερο ανοιχτόμυαλος και οι κεραίες του τεντωμένες.

Είναι συλλέκτης εμπειριών από γνωστούς και φίλους, πράγμα που τον έχουν εξοπλίσει με την ανάλογη πείρα και σοφία. Μπορεί να μην έζησε ο ίδιος ιδιαίτερα άσχημες καταστάσεις αλλά ο κύκλος των γνωριμιών του είναι τόσο ευρύς που από την καθεμιά έχει αποκομίσει οφέλη και διδάγματα που εφαρμόζει στην προσωπική του ζωή.

Αν και είναι εξαιρετικά σπάνιο να μη βίωσε κι ο ίδιος άσχημα γεγονότα. Το πιθανότερο είναι να βίωσε, αλλά να έχει επιλέξει συνειδητά να μην αναμασά τον πόνο του και να κλαίγεται γι’ αυτά.

Δεν επιθυμεί να προβάλλει την εικόνα ανεμοδαρμένου από τη ζωή ανθρώπου για να αποκτήσει η σκέψη του βάθος και σοφία και να χάσκουν όλοι με ανοιχτό το στόμα με τις φιλοσοφίες του. Κρατάει για τον εαυτό του τις αναποδιές του, αλλά γνώμη και έχει και θα την πει.

Εξάλλου, πόσους ανθρώπους που μεγάλωσαν με οικογένειες-πρότυπα δε βιαστήκαμε να τους κρίνουμε ως τυχερούς, αλλά η πραγματικότητα να απέχει από αυτό που έχουμε φτιάξει στο κεφάλι μας;

Ή πόσους βλέπουμε καλά στην προσωπική τους ζωή αλλά μονάχα εκείνοι ξέρουν τι μπορεί να περνάνε;

Δε διασφαλίζει κανείς και τίποτα στους φαινομενικά καλοζωισμένους ανθρώπους τη σιγουριά ότι στην επόμενη στροφή δε θα αντιμετωπίσουν ένα θάνατο, ένα διαζύγιο ή μια αρρώστια.

Επομένως, περάσει, δεν περάσει δύσκολα ένας άνθρωπος, η διαδικασία ωρίμανσης είναι κοινή και για τους δύο.

Ο μηχανισμός της σκέψης δεν εξαρτάται από τις δυσκολίες που βίωσε κάποιος αλλά από την ικανότητα να εμβαθύνει στη σκέψη του σε βαθμό, βάθος και διάρκεια.

 

Συντάκτης: Νικολέτα Παπουτσή