Εκτός από ανησυχητικό και πολύ λυπηρό είναι κι ευρέως γνωστό και παραδεκτό πως τη ζωή μιας αρκετά μεγάλης μερίδας νέων ανθρώπων σε παραγωγικές ηλικίες κι ηλικίες που δεν το δικαιολογούν, κατευθύνει το άγχος. Μας κατακλύζει, συχνά μας νικάει και συνεπώς μας ελέγχει.

Όσοι από μας την έχουμε πατήσει και δεν έχουμε καταφέρει ν’ αποστασιοποιηθούμε και παροδικά, άλλοι για μεγαλύτερα κι άλλοι για μικρότερα χρονικά διαστήματα, έχουμε παραδοθεί και νικηθεί, ξέρουμε πολύ καλά πως το άγχος κι όσα φέρνει είναι μαρτύριο. Είναι καταλυτικό, αλλάζει ολόκληρες ζωές πάντα προς το χειρότερο, κι αυτομάτως γίνεσαι πιόνι που κατά κοινή ομολογία δεν παίζει και τόσο καλά το παιχνίδι. Το αστείο είναι πως είσαι πιόνι του ίδιου σου του μυαλού κι ενώ εσύ καθορίζεις τις κινήσεις και την παρτίδα, διαλέγεις πάντα τις χειρότερες κινήσεις.

Με την πρώτη μικρή και πολλές φορές φυσιολογική κακή σκέψη–γιατί εντάξει, δεν είμαστε και ρομπότ να μην έχουμε κι απαισιόδοξες στιγμές–χίλιες ακόμα δημιουργούνται σε κλάσματα του δευτερολέπτου και σε κατακλύζουν. Σκέφτεσαι τη μακράν χειρότερη εκδοχή, την επιστημονικής φαντασίας κατάληξη και την πιστεύεις με μεγάλη σιγουριά κιόλας.

Το άγχος δημιουργεί εικόνες στις οποίες μπαίνεις μέσα και τις ζεις σαν να συμβαίνουν στ’ αλήθεια κι όχι στο μυαλό σου. Ζεις σ’ ένα παράλληλο σύμπαν που μόνο εσύ γνωρίζεις κι είσαι βαθιά πεπεισμένος πως είναι το πραγματικό.

Όσο το αφήνεις, το άγχος εισχωρεί στις πιο απλές, καθημερινές συνήθειές σου και τ’ αλλάζει όλα. Φοβάσαι να μπεις στο μετρό, γιατί θα ζαλιστείς, δε θα παίρνεις αέρα, θα ‘σαι κάτω απ’ τη γη και ποιος θα σε σώσει. Αποφεύγεις να πάρεις λεωφορείο, γιατί ο πολύς κόσμος σου προκαλεί φόβο και ναυτία. Δε θες να πας σινεμά, γιατί δεν ξέρεις αν θ’ αντέξεις μέσα σε μια σκοτεινή αίθουσα γεμάτη από κόσμο, χωρίς να νιώσεις πως θα λιποθυμήσεις. Δε θες να πας σ’ εκείνο το γεμάτο μπαράκι, γιατί αν δεν πεθάνεις, θα σωριαστείς το λιγότερο.

Κι όλα αυτά όχι μόνο τα θεωρείς δεδομένα, αλλά τα θεωρείς και σχεδόν φυσιολογικά. Κι έτσι αδρανοποιείσαι, δεν αντιμετωπίζεις τους φόβους σου, γιατί είσαι ανήμπορος λόγω άγχους κι όλα μεγαλοποιούνται και δαιμονοποιούνται. Η ροή της ζωής σου αλλάζει, το καταλαβαίνεις, σ’ ενοχλεί και σε στενοχωρεί, αλλά μπροστά στο να πάθεις όλα αυτά που φαντάζεσαι, προτιμάς να κάτσεις σπίτι σου και να σκαρώνεις σενάρια για το τι θα γινόταν «αν».

Κι όσο αφήνεις το άγχος, αυτό μεγαλώνει και σου κάνει όλο και πιο πολύ κακό. Κι ένα ωραίο πρωί, εκεί που περπατάς κι έχεις ξεχαστεί για λίγο, έρχεται η γνωστή σ’ όλους εμάς τους αγχώδεις τύπους σκέψη-βόμβα: «Ωχ! Γιατί είμαι καλά; Γιατί δεν έχω φοβηθεί ακόμα; Είναι φυσιολογικό;».

Ε κι εκεί είναι που όλα γκρεμίζονται, όλα σκοτεινιάζουν, οι παλμοί χτυπάνε κόκκινο, σιγουρεύεσαι πως η ταχυκαρδία θα οδηγήσει σε ανακοπή, νιώθεις το μούδιασμα κι η αναπνοή σου κόβεται. Κι αυτή είναι μια κρίση πανικού, που όμως εκείνη τη στιγμή τη βιώνεις σαν επικείμενο θάνατο.

Νιώθεις αβοήθητος και πως κι ο καλύτερος γιατρός δεν μπορεί να σε σώσει απ’ αυτήν την απελπισία που νιώθεις εκείνη τη στιγμή. Κι αυτό είναι αλήθεια. Γιατί αυτό το συναίσθημα που νιώθεις αυτήν την ώρα, αυτήν την απίστευτη ματαιότητα και την απελπισία μόνο εσύ ο ίδιος μπορείς να την αποβάλεις, όσο κι αν μοιάζει ουτοπικό.

Μια κρίση πανικού είναι πάντα ένας εφιάλτης. Ακριβώς επειδή είναι παιχνίδι του μυαλού και δεν ξεκινάει απ’ το σώμα. Το πρόβλημα δεν είναι οργανικό, άρα κανείς δεν μπορεί να το λύσει εκτός από σένα τον ίδιο. Όσο σκέφτεσαι πως αυτό που συνέβη ήταν τρομερό κι ένδειξη μιας μεγάλης αρρώστιας ή ενός τεράστιου οργανικού προβλήματος και πως την επόμενη φορά θα ‘ναι πολύ χειρότερα και δεν ξέρεις τι άλλο μπορεί να συμβεί,αφήνεις με λίγα λόγια το άγχος να σε παίζει κι οι κρίσεις πανικού θα επιστρέφουν και θα ‘ναι όντως χειρότερες.

Ο εφιάλτης θα γίνεται όλο και πιο τρομακτικός και θα διαρκεί ακόμη πιο πολύ. Η κατάσταση δε θα ελέγχεται. Δε θα ελέγχεται, όμως, γιατί εσύ θα το επιτρέπεις και θα το συντηρείς ασυνείδητα. Το άγχος κι οι φόβοι όσο δεν τους πατάμε πόδι διογκώνονται και κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος.

Το θετικό, λοιπόν, της όλης ιστορίας είναι το εξής απλό: Αυτό που μοιάζει βουνό αντιμετωπίζεται με μόνο σύμμαχό σου εσένα. Είναι μια απλή απόφαση, που πρέπει να πείσεις τον εαυτό σου πως πήρες. Πρέπει με πυγμή κι αποφασιστικότητα να πεις πως τελείωσες με το άγχος και τα ευτράπελα και πως δεν είσαι πια πιόνι του μυαλού σου. Κι ακριβώς τότε είναι που όλα αλλάζουν, πίστεψέ με, ριζικά.

Δεν ισχυρίζεται κανείς πως επειδή το αποφάσισες θα ξυπνήσεις ένα πρωί κι ως δια μαγείας όλα θα ‘ναι αλλιώς και θα ‘χεις απαλλαχτεί απ’ αυτήν την καθήλωση. Όπως όλα κι αυτό θέλει ένα μικρό αγώνα. Είναι όμως εγγυημένο πως αν το αποφασίσεις και παλέψεις γι’ αυτό, κάθε μέρα θα νιώθεις όλο και καλύτερα, ώσπου οι όμορφες σκέψεις θα ‘ναι πια πολύ περισσότερες απ’ τις άσχημες.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση στη ζωή απ’ αυτήν που νιώθεις επειδή τα κατάφερες και νίκησες τα τέρατα και τους δράκους του μυαλού σου. Η κυριαρχία επί του εαυτού μας είναι πάντα απολαυστική και πάντα αποδοτική.

Και να θυμάσαι πως αυτά που νιώθεις τώρα τα νιώθουν, τα ένιωσαν και θα τα νιώσουν άπειροι άνθρωποι γύρω σου. Άλλοι ακόμα το παλεύουν κι άλλοι το νίκησαν. Δεν είναι η σειρά σου;

 

Επιμέλεια Κειμένου Νέλης Χαχάμη: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Νέλη Χαχάμη