Υπάρχει μια άτυπη-άγραφη κόντρα ανάμεσα σε πολιτικούς μηχανικούς και αρχιτέκτονες. Προσωπικά, ανά καιρούς ως αρχιτέκτονας έχω ακούσει πολλά. Ως φοιτήτρια στη σχολή έχουν φουντώσει για πλάκα αρκετές φορές τα πνεύματα μεταξύ πολιτικών μηχανικών κι αρχιτεκτόνων και κατά πόσο λειτουργούμε χωρίς λογική ή πράττουμε με γνώμονα τη φαντασία και δε μας ενδιαφέρει καν αν στέκεται αυτό που σχεδιάζουμε. Αν έχετε φίλους ή γνωστούς στον κλάδο μπορείτε ν’ αντιληφθείτε ακριβώς τι εννοώ. Όλα αυτά τα χρόνια στην προσπάθειά μου να γίνω αρχιτέκτονας, μου έχουν προσδώσει διάφορα του στυλ «απλώς τραβάτε 5 γραμμές» ή «δεν κάνετε κι κάτι, απλώς ζωγραφίζετε και περιμένετε από εμάς να βρούμε τη λύση» και το καλύτερο από όλα «σκέφτεστε ποτέ αν αυτό που σχεδιάζετε, χτίζεται;». Υπάρχει, λοιπόν ένας φημολογούμενος μύθος στον κλάδο, ότι κάθε αρχιτεκτονικό όραμα θα τερματίσει μόλις πέσει στα χέρια του πολιτικού μηχανικού κι ακολούθως ότι οι αρχιτέκτονες έχουμε γεννηθεί για να δυσκολεύουμε τη ζωή και τη δουλειά των πολιτικών μηχανικών.

Πιθανόν στο άκουσμα της λέξης αρχιτέκτονας, να φαντάζεστε ένα άτομο χαμένο μέσα στα χιλιάδες μεγάλα λευκά φύλλα χαρτιού να σχεδιάζει. Αντιθέτως, στη σκέψη ενός πολιτικού μηχανικού, ίσως να σας έρχεται στο μυαλό ένας άνθρωπος που κάνει υπολογισμούς κι επιβλέπει, δίνοντας οδηγίες μέσα σ’ ένα εργοτάξιο. Εν μέρει αυτή η περιγραφή αν και στερεοτυπική, κάπου κρύβει μια αλήθεια. Κάπου, αλλού, όμως, υστερεί.

Αν θα μπορούσα να κατηγοριοποιήσω τα δυο επαγγέλματα, τότε η βασική διαφορά βρίσκεται στους κυρίαρχους άξονες. Στην αρχιτεκτονική εστιάζουμε αφενός στη λειτουργικότητα κι αφετέρου στην αισθητική. Εντούτοις, οι πολιτικοί μηχανικοί στοχεύουν στη στατική ανάλυση και την αντοχή του σκελετού, ή την ενεργειακή ανάλυση ενός κτιρίου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κι οι δυο απαρτίζουν αναπόσπαστα κομμάτια στον κατασκευαστικό κόσμο. Σαφώς όμως, υπάρχει μια αλληλοεπικάλυψη στις ευθύνες και στους ρόλους μεταξύ των δυο.

Οι αρχιτέκτονες συνήθως είναι δημιουργικά όντα, που καλούνται να πλάσουν εικόνες στη φαντασία τους. Παρ’ όλα αυτά, το επάγγελμα απαιτεί ένα συνδυασμό και μια ισορροπία ανάμεσα στη φαντασία και στον ρεαλισμό, έτσι ώστε να υλοποιήσουμε το αρχικό μας όραμα. Από την άλλη, οι πολιτικοί μηχανικοί καλούνται να εφαρμόσουν αυτό το όραμα, με όσο το δυνατόν καλύτερη στατική δομή κι αν κάτι δεν μπορεί να γίνει απτό, να το φέρουν σε πιο ρεαλιστικά (και οικονομικά) πλαίσια.

Παίρνω το θάρρος λοιπόν να εκπροσωπήσω τους αρχιτέκτονες σε αυτή την αμφιλεγόμενη κόντρα. Η αλήθεια είναι ότι σκεφτόμαστε και τη δομή κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού, παρ’ όλα αυτά η προτεραιότητά μας είναι η αισθητική κι η λειτουργικότητα, το στατικό κομμάτι θα το αναθέσουμε πάνω σας. Αυτό που πολλοί δε γνωρίζουν ή επιλέγουν να υποτιμούν είναι ότι το δομικό κομμάτι αρχίζει στον αρχιτεκτονικό κλάδο. Για να περιαυτολογήσω, η αρχική στατική μελέτη μπορεί να ξεκινήσει από τον αρχιτέκτονα κάθε έργου και στην πορεία σε συνεργασία με τον πολιτικό μηχανικό, αρχίζει η κατασκευή αυτού του πολυπόθητου οράματος.

Αδιαμφισβήτητα, ο κατασκευαστικός τομέας εμπεριέχει πολλά παρακλάδια, γι’ αυτό κι απαιτεί μια συνεχή συνεργασία κι έναν οραματισμό. Ένας πολιτικός μηχανικός, για να προχωρήσει και να υλοποιήσει το έργο του χρειάζεται τα αρχιτεκτονικά σχέδια. Συνάμα, ένας αρχιτέκτονας είναι σε θέση να σχεδιάσει το όραμά του αλλά αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς την έγκριση, την υπογραφή και τη βοήθεια του πολιτικού μηχανικού, που θα μετατρέψει τη φαντασία σε πραγματικότητα. Επομένως, παρά την άτυπη αυτή κόντρα που προανέφερα, η σχέση μηχανικού-αρχιτέκτονα είναι σαφέστατα ζωτικής σημασίας. Αν και πολλές φορές υπάρχει μια αλληλοεπικάλυψη σ’ ένα ιδανικό περιβάλλον, υπάρχει μια αρμονική συνεργασία όπου ο καθένας πράττει ανάλογα με τη δική του εμπειρογνωμοσύνη. Ε και στην τελική, τι είναι η ζωή χωρίς λίγη κοντρίτσα;

Συντάκτης: Τόνια Κωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου