Περίεργο δεν είναι; Χιλιάδες τα φώτα της πόλης. Αν ανέβεις σε ένα ψηλό σημείο, θα τα δεις όλα, ένα προς ένα να σε προκαλούν με τη λάμψη τους. Χιλιάδες φώτα, αναμμένα, σβηστά. Κάθε μέρα, άλλη ώρα, χορεύουν στον ίδιο μπερδεμένο ρυθμό.

Σαν εσένα, σαν εμένα. Βήμα ασυνάρτητο,  σκέψη αλλοπρόσαλλη, θέση συνοδηγού κενή. Όλα μονός αριθμός. Λες και ο ζυγός το ‘χει σε κακό να κληρωθεί. Χιλιάδες ζευγάρια μάτια πλημμυρισμένα στη μοναξιά. Όμορφα μάτια, μελαγχολικά με μία αίσθηση προσμονής στο εσωτερικό τους. Θαρρείς κάτι περιμένουν αλλά ποτέ δεν έρχεται.

Φαίνεται στον τρόπο που αγκαλιάζει το βλέμμα τους τα πάντα γύρω τους. Δεν αντέχουν να είναι μόνοι. Δεν είναι φτιαγμένοι οι άνθρωποι να πορεύονται μόνοι. Θέλει προσοχή η μοναξιά. Είναι εθιστική και μαγεμένη. Άπαξ και σε συνηθίσει, δε φεύγει εύκολα από δίπλα σου. Κάθεται και σου υπαγορεύει το μέλλον σου. Σε πείθει πως κανένας δεν είναι για σένα, κανένας δεν κάνει για σένα. Άλλος είναι πολύ κακός, άλλος πολύ καλός. Κι εσύ πάντα κάτι περιμένεις που χάνεται στη διαδρομή.

Άλλοι κουράστηκαν να καρτερούν και φίλιωσαν μαζί της. Ας κάνουμε μαζί παρέα, της είπαν. Εγώ κι εσύ,  μοναξιά μου. Κι έτσι δε θα ‘μαι μόνος μου ξανά. Θα έχω εσένα πλάι μου να πορεύομαι. Την έμπασαν στα σπίτια τους κι έγιναν φίλοι. Δεν την αποχωρίζονται ποτέ, κυρίως άμα πέφτει το σκοτάδι.

Το σκοτάδι βγαίνουν τα δαιμόνια του μυαλού και σουλατσάρουν στις κρυφές γωνιές. Μιλάνε, φωνάζουν, μουρμουρίζουν κι όλο θυμίζουν όσα πονάνε. Όσα με κόπο καταχωνιάζονται κάτω απ’ το φως της μέρας. Τα βράδια παίρνουν οι άνθρωποι τη μοναξιά τους αγκαζέ και μιλάνε μαζί της. Την κρατάνε άυπνη μέχρι να ξημερώσει και την αφήσουν να ξεκουραστεί μέχρι να σουρουπώσει.

Έργο ζωής με φόντο τη μέρα της μαρμότας.

Άνθρωποι μόνοι. Άλλοι από επιλογή, άλλοι από ανάγκη. Καμία σημασία δεν έχει. Σημασία έχει η μοναξιά κι ο εκνευριστικός ήχος που κάνει μέσα στην απόλυτη ησυχία ή στην εκκωφαντική βαβούρα. Ολομόναχος ή με παρέα, εκείνη είναι εκεί να κλείνει το μάτι περιπαιχτικά και να σου υπενθυμίζει πως μαζί της θα πλαγιάσεις το βράδυ.

Διπλά κρεβάτια κατειλημμένα στη μία τους πλευρά. Τηλέφωνα που στέκουν βουβά γιατί δεν υπάρχει κανείς στην άλλη πλευρά του ακουστικού. Παγωμένα χέρια στις τσέπες γιατί καμία χούφτα δεν απλώνεται να τα ζεστάνει. Κουβέντες κρεμάμενες στις άκρες των χειλιών στέκουν για χρόνια βουβές μέχρι να έρθει κάποιος να τις ξεκλειδώσει.

Μόνος. Πέντε γράμματα. Μονός αριθμός.

Αφού υπάρχουν τόσοι μόνοι γιατί υπάρχουν τόσοι μόνοι;

Να μπλέξουν οι μόνοι με τους μόνους να μην είναι πια μόνοι. Να έχουν ο ένας τον άλλον. Να γεμίσουν τα σπίτια φωνές, γέλια, τσιρίδες. Να μαλώνουν οι άνθρωποι, να τα βρίσκουν οι άνθρωποι. Να μην είναι μόνοι. Να αγκαλιάζονται, να φιλιούνται, να μιλάνε, να τσακώνονται αλλά να μην είναι μόνοι.

Όσο καλή κι αν είναι η μοναξιά, πρέπει να κρατάει λίγο. Όσο τα φώτα που βλέπεις απ’ το ψηλότερο σημείο της πόλης. Τα βλέπεις; Σβήνουν το ένα μετά το άλλο. Δεν έχουν λόγο να είναι αναμμένα. Ξημερώνει όπου να ‘ναι.

Έλα να είμαστε μαζί.

Μαζί. Τέσσερα γράμματα. Ζυγός αριθμός.

 

Επιμέλεια Κειμένου Κατερίνας Χήναρη: Σοφία Καλπαζίδου

 

Συντάκτης: Κατερίνα Χήναρη