Ξέρεις πέρασε ο καιρός…

Μια φορά κι αυτόν τον καιρό θα ήθελα πολύ να έρθεις. Ηττημένος από τους αγώνες που μάταια έδωσες περιμετρικά από τη δέσμευση, κρατώντας με εμμονή τις αποστάσεις ασφαλείας. Να σταθείς μπροστά μου γυμνός από άμυνες κι επιθέσεις.

Με τους ώμους κατεβασμένους και το βλέμμα σου να γλείφει τις μύτες από τα παπούτσια μου, έτσι σε φαντάζομαι. Να περιμένεις ένα βήμα μου προς το μέρος σου, να με ζυγίζεις, να με μετράς. Να προσπαθείς να αφουγκραστείς την πιθανή μου αστάθεια, το λύγισμα των κλειδώσεων, την ενδεχόμενη διατάραξη της προσωπικής μου μοναξιάς. Μοναχικότητα, σου τόνιζα πάντα και σου εξηγούσα, μα μέχρι και σήμερα δεν πιστεύω πως έχεις κατανοήσει τη διαφορά.

Μια φορά κι αυτόν τον καιρό, θα ήθελα να βρεις το θάρρος και να μου μιλήσεις με ολόκληρες αλήθειες, και όχι μισά ψέματα. Να σταθείς απέναντί μου και να μπορέσεις να κοιτάξεις μέσα από εμένα τον εαυτό σου. Να μου πεις όσα τώρα πια είναι αργά να ειπωθούν. Μπορείς άραγε;

Με μια ανάσα να τα ξεράσεις όλα από μέσα σου κι ας λερώσεις τα καλογυαλισμένα μου παπούτσια. Το προτιμώ από το άσκοπο βουητό που ηχούσε στα αυτιά μου για μήνες. Ακόμη κι όταν έπαψα να σε ακούω, ο απόηχος μου πλήγωνε τα τύμπανα, την καρδιά, σκάλιζε τις πληγές και βάθαινε τα ερωτηματικά.

Αποδόμησες με τόση επιμονή ό,τι γεννήθηκε αυθόρμητα. Με πρόγραμμα και μια δόση αναισθησίας. Όχι πως έκανες και κανένα κακό. Άλλωστε κανένα κακό δεν μπορεί να σου συμβεί παρά μόνο αν το επιτρέψεις. Είναι κάτι σαν αυτό που λέμε δικαιοδοσία. Έτσι δεν έχω να κατηγορήσω και κανέναν άλλον. Μόνο εμένα. Και για την επανάληψη, και για αυτήν εγώ φταίω.

Μια φορά κι αυτόν τον καιρό, θέλω δικαίωση για όλα τα  «μη» και τα «πρέπει» που μου επέβαλλες, χαρίζοντάς μου απλόχερα την ελευθερία μου στα στενά όρια μιας επαφής. Θέλω δικαίωση για τις μισές ανάσες, τα μισά όνειρα, τα ολόκληρα κενά που με οδήγησες να σκάψω με τα χέρια για να χωρέσει η απουσία και τα «θέλω» και για τις πάσης φύσεως εκκρεμότητες, μέσα σε αυτές κι εγώ. Κι εκεί κατέστρωσα το σχέδιο διαφυγής κι αποδέσμευσης και το έθεσα σε εφαρμογή.

Γιατί αλήθεια σου το λέω, κουράστηκα με τους ανθρώπους. Μη με παρεξηγείς. Όχι με όλους. Δηλαδή, να, σκέφτομαι πως σίγουρα θα υπάρχουν κάπου, κάποιοι που θα είναι και δαύτοι, ολόκληροι, γιομάτοι, αφοπλιστικά ειλικρινείς, ελεύθεροι από στερεότυπα και στεγανά, κοινωνικές ασάφειες.

Κι αν ποτέ τύχει να συναντηθούμε θα σταθούμε ο ένας απέναντι από τον άλλον «γυμνοί» να ανταλλάσσουμε εμπειρίες, να σκάσει λιγάκι το χειλάκι μας με την αναπηρία μας που τα θέλουμε όλα ολόκληρα, κι όχι έναντι.

Σαν να σε ακούω τώρα να με ρωτάς, πόση αλήθεια μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος; Αν έρθεις μια φορά κι αυτόν τον καιρό ίσως να είμαι σε θέση να σου πω.

Σαν αυτή η σκέψη να με ξεκούρασε τώρα, για λίγο.

Έτσι θαρρώ… Είμαι έτοιμη για έναν ακόμη γύρο.

 

Συντάκτης: Μαρία Κωφίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη