Έχουμε έναν κήπο, που το χωρίσαμε στη μέση: Στη μια πλευρά του βάλαμε τα τριαντάφυλλά μας και στην άλλη τις τουλίπες μας. Μέχρι που, αναπάντεχα, πέφτει μια βόμβα στον κήπο μας και καταστρέφει όλα τα λουλούδια μας ολοσχερώς.

Μετά την ανεξήγητη καταστροφή, το μυαλό μας ταλαντεύεται ανάμεσα στις απαντήσεις τεσσάρων ερωτημάτων: Καταρχάς, ποια λουλούδια στόχευε η βόμβα, για να δούμε αν είναι τα τριαντάφυλλα ή οι τουλίπες που ευθύνονται για την καταστροφή. Κι όταν μάθουμε ποιο λουλούδι ευθύνεται, θα πρέπει να το μισήσουμε επειδή κατέστρεψε τον κήπο μας; Τρίτον, μπορούμε να κάνουμε κάτι για να σώσουμε τον κήπο; Και, τέλος, γιατί έπεσε βόμβα στον κήπο μας; Μήπως φταίμε εμείς τελικά για τη ρίψη της;

Ας πούμε, τώρα, ότι ο κήπος συμβολίζει την καρδιά ενός παιδιού κι ας τη χωρίσουμε στη μέση: Στη μια πλευρά της καρδιάς του βρίσκεται η μητέρα του και στην άλλη ο πατέρας του. Κάθε φορά, λοιπόν, που οι γονείς του συγκρούονται, πέφτει βόμβα στον κήπο του και πληγώνει τόσο τη μία πλευρά, όσο και την άλλη.

Το παιδί, αναπόφευκτα, σοκάρεται κι έρχεται σε βασανιστικά κι άλυτα διλήμματα, μόλις πέσει η βόμβα και διαλύσει την καρδιά του: Καταρχάς, ποιος γονέας φταίει για τη ρίψη της βόμβας; Κι όταν μάθει ποιος φταίει, θα πρέπει να τον μισήσει; Έπειτα, μπορεί να κάνει κάτι για να σταματήσει τον καβγά τους; Και, τέλος, γιατί μάλωσαν οι γονείς του; Μήπως, με κάποιον τρόπο είναι κι αυτό αναμεμειγμένο στις αιτίες της σύγκρουσής τους;

Το παιδί, λοιπόν, όταν γίνει μάρτυρας βίας στην οικογένειά του, μπαίνει στη διαδικασία να σκεφτεί με ποιου το μέρος να ταχθεί, αφού καταλαμβάνουν κι οι δύο γονείς του τον ίδιο χώρο στην καρδιά του και δεν μπορεί να κάνει αυτήν την επιλογή. Επομένως, όταν το παιδί αντιληφθεί πως φταίει ο τάδε απ’ τους δύο γονείς, όσο κι αν θέλει εκείνη την ώρα να τον μισήσει γιατί φέρθηκε βάναυσα, δε θα μπορεί να το κάνει. Κι όσο θα βλέπει πως δε θα μπορεί να νιώσει κανένα κακό συναίσθημα γι’ αυτόν, θα αισθάνεται τύψεις γιατί θα είναι σαν να προδίδει τη μητέρα του, εάν αυτή είναι που δέχτηκε την επίθεση.

Όταν το παιδί παραβρεθεί σε μια σκηνή βίας μεταξύ των γονιών του, θα αισθάνεται ανήμπορο να βοηθήσει. Εφόσον πέφτει η «βόμβα» μετά είναι αδύνατον ν’ αποφύγει ή να διορθώσει την καταστροφή. Ωστόσο, επειδή πρόκειται για το δικό του κήπο που διαλύεται, δε θα μπορεί παρά να καταδιώκεται από σκέψεις, που τη μια θα το ωθούν να μπει στη μέση και να διακόψει τον καβγά των γονιών του κι απ’ την άλλη θα το συγκρατούν πίσω, το ενδεχόμενο να εντείνει την κατάσταση, αλλά κι η φυσική ανημποριά του να πάρει το μέρος του ενός απ’ τους δύο, για να μην πληγώσει τον άλλο.

Με το πέρας του τσακωμού, το παιδί θα ψάξει για να βρει τις αιτίες της σύγκρουσης των γονιών του. Όσο πιο πολύ θα ψάχνει, τόσο πιο βαθιά θα μπαίνει στη σχέση κι ίσως τότε να πέσουν στην αντίληψή του πράγματα, που θα είναι ακατάλληλα για την ηλικία του και για τη φυσιολογική ωρίμανσή του. Χωρίς να το θέλει, θα ξεκινήσει να προσέχει την κάθε λεπτομέρεια στη συμπεριφορά των γονιών του, προκειμένου να καταλάβει τι φταίει και παρόλο το νεαρό της ηλικίας του, δεν είναι καθόλου απίθανο να βρει τη λύση και να τη μεταφράσει, όμως, λανθασμένα, λόγω των ισχνών εμπειριών του.

Τέλος, μετά τις αδιάλειπτες παρακολουθήσεις του, αν δεν μπορέσει τελικά να βγάλει κάποιο συμπέρασμα, θα καταλήξει στον εαυτό του και θα πιστέψει πως ευθύνεται το ίδιο για τον τσακωμό, εφόσον δε θα του έχει μείνει καμία άλλη πιθανή επιλογή. Τότε, θα πιστεύει τόσο πολύ πως φταίει, που θα αισθάνεται ότι είναι η αιτία όλων των κακών που θα συμβαίνουν μεταξύ των γονιών του.

Βλέπουμε, έτσι, πως όταν οι γονείς ρίχνουν βόμβα στο σπίτι τους, αυτή πηγαίνει κατευθείαν στην καρδιά του παιδιού τους κι ο τσακωμός τους τη διαλύει ολοσχερώς, αφήνοντας το παιδί μες τα συντρίμμια της, να ψάχνει ανήμπορο κι απελπισμένο τον τρόπο που θα πρέπει να σκεφτεί και να δράσει γι’ αυτούς.

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου