Υπάρχει ένα ηφαίστειο και κάποιος πάει και στέκεται πάνω απ’ αυτό. Τον καίει και νομίζει, έτσι, πως είναι έτοιμο εκραγεί. Μας ζητά, λοιπόν, να πάμε να το δούμε κι εμείς. Αν, όμως, πάμε κοντά στο ηφαίστειο, τότε πολύ πιθανόν να μας κάψει και τους δύο με τη θερμότητά του.

Αν, απ’ την άλλη, δεν πάμε προς το ηφαίστειο κι αν φέρουμε τον άλλο κοντά μας, τότε θα τον βοηθήσουμε ν’ απομακρυνθεί και να καταλάβει αν τον έκαιγε επειδή πραγματικά πρόκειται να εκραγεί ή αν έφταιγε απλώς το πόσο κοντά του στάθηκε.

Ας πούμε, λοιπόν, ότι το ηφαίστειο συμβολίζει ένα πρόβλημα κι ότι κάποιος μας ζητά να το αξιολογήσουμε. Τότε, λοιπόν, με τον ίδιο τρόπο που δε θα πηγαίναμε πάνω απ’ το ηφαίστειο, έτσι κι εδώ δεν πρέπει να σταθούμε ακριβώς πάνω απ’ το πρόβλημά του. Αντιθέτως, πρέπει να φέρουμε το φίλο μας κοντά μας, ώστε να δει πώς βλέπουμε εμείς το θέμα του, που δεν «καιγόμαστε» απ’ αυτό και που, επομένως, μπορούμε να το κρίνουμε αμερόληπτα.

Όταν κάποιος μας εκμυστηρεύεται το πρόβλημά του, δεν πρέπει να πάμε και να καούμε πάνω απ’ αυτό, προκειμένου να τον πείσουμε πως το έχουμε πάρει στα σοβαρά κι ότι το εκτιμούμε που μας επέλεξε για να το μοιραστεί. Όσο κι αν συγκινήσουμε το φίλο μας με την πρόθεσή μας να σταθούμε στη θέση του και να αισθανθούμε όπως κι εκείνος, η μεγαλοψυχία μας δε θα του προσφέρει τίποτα άλλο, από μια επιπρόσθετη ένταση για το πρόβλημα που αντιμετωπίζει.

Φέρνοντάς τον, απ’ την άλλη, στη δική μας θέση, θα τον αποδεσμεύσουμε απ’ τη φωτιά που δεχόταν, όταν βρισκόταν ακριβώς πάνω απ’ το πρόβλημά του. Αναπόφευκτα, όταν στέκεται πάνω απ’ τη φλόγα του θα καίγεται, είτε είναι μεγάλη είτε όχι. Αν όμως δει τη φωτιά από μακριά, θα καταλάβει αν έκαιγε γιατί ήταν πραγματικά μεγάλη ή αν απλώς υπερέβαλλε γιατί στεκόταν από πάνω της.

Αν μας ανοίξει κάποιος την καρδιά του οφείλουμε να μη βγάλουμε βιαστικά συμπεράσματα. Επειδή απλώς καίει το ηφαίστειό του, δεν πρέπει ν’ αποφανθούμε τόσο επιπόλαια πως θα εκραγεί, αλλά το σωστό θα ‘ναι να εξετάσουμε πρώτα καλά το πόσο πολύ καίει. Πρέπει, επομένως, να πούμε την άποψή μας ύστερα από περίσκεψη και να είμαστε βέβαιοι πως δεν εξετάσαμε μόνο φαινομενικά τον προβληματισμό του.

Συνεχίζοντας, πρέπει να πούμε πως δεν είμαστε υπεύθυνοι να σβήσουμε εμείς τη φωτιά του ηφαιστείου του. Δεν πρέπει, επομένως, να πιστεύουμε πως επειδή μας άνοιξε την καρδιά του, πρέπει οπωσδήποτε να του βρούμε εμείς τη λύση στο πρόβλημά του κι ότι είμαστε, μάλιστα, υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Δε θα ‘ναι δικό μας φταίξιμο, επομένως, αν δεν έχουμε τη λύση που να αντεπεξέρχεται στις προσδοκίες που είχε από εμάς.

Τέλος, επειδή μας φώναξε στο ηφαίστειό του, δεν οφείλουμε να τον φωνάξουμε κι εμείς στο δικό μας. Όταν κάποιος επιλέγει να μοιραστεί μαζί μας τους προβληματισμούς του δε σημαίνει, λοιπόν, πως μας επιβαρύνει με την υποχρέωση να πρέπει να του πούμε κι εμείς κάτι για εμάς. Δεν είναι αξιόμεμπτο να μην έχουμε βρει σ’ αυτόν τους λόγους που βρήκε εκείνος για να μας διαλέξει ως αποδέκτες του προβλήματός του, ούτε το να θέλουμε να κρατάμε τα προβλήματά μας μόνο για τον εαυτό μας.

Κι έτσι, λοιπόν, απλώς απομακρύνοντας το φίλο μας απ’ το «ηφαίστειό» του, θα μπορεί να κρίνει μόνος του, πια, αν πρόκειται στ’ αλήθεια να εκραγεί ή αν του φάνηκε μόνο.

 

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη