Το πιο οικείο μέρος, εκείνο στο οποίο νιώθουμε απολύτως άνετα, αφηνόμαστε, δε σκεφτόμαστε τίποτα και χαλαρώνουμε, είναι το σπίτι μας. Αμφιβάλλω αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να το διαψεύσει, σωστά; Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει κι ένας ακόμα χώρος στον οποίο αισθανόμαστε αυτή την ίδια οικειότητα κι άνεση. Το σπίτι των φίλων μας, των κολλητών μας, των δικών μας ανθρώπων, που συνειδητά πλέον θεωρούμε οικογένεια.

Εκείνο το μέρος, λοιπόν, όπου ζουν τα πιο αγαπημένα μας πρόσωπα έχει καταλήξει και δικό μας ησυχαστήριο κι έτσι το θεωρούμε και δικό μας σπίτι. Λογικά, ήδη έχει έρθει στο μυαλό σου το σπίτι του κολλητού σου, εκεί όπου μένεις με τις ώρες, σε σημείο που κάποτε ξεχνάς να φύγεις, επειδή αισθάνεσαι πως βρίσκεσαι ήδη στον χώρο σου και συμπεριφέρεσαι με τον ανάλογο τρόπο.

Ίσως, στην αρχή, στις πρώτες συναντήσεις να ήσουν λίγο μαγκωμένος, δεν είχες εξοικειωθεί ακόμα με το περιβάλλον γύρω σου, το εξερευνούσες, και χρειάστηκες λίγο χρόνο και πολλές στιγμές με το φιλαράκι σου για να φτάσεις στο σημείο να ανοίγεις τα ντουλάπια σαν να σου ανήκει ό,τι υπάρχει εκεί μέσα. Τον πρώτο καιρό ήσουν κάπως μαζεμένος, πρόσεχες λίγο παραπάνω τις κινήσεις σου, απ’ το πώς θα καθίσεις στον καναπέ, πού θα αφήσεις τα πράγματά σου, μέχρι το πώς θα φας. Και τώρα; Γελάς, όσο απλώνεις τα πόδια σου στο τραπεζάκι και πετάγεσαι μέχρι το ψυγείο να δεις τι θα τσιμπήσεις. Στις πρώτες σου επισκέψεις ζητούσες ευγενικά ένα ποτήρι νερό και ρωτούσες διστακτικά αν μπορείς να χρησιμοποιήσεις την τουαλέτα κι όταν το φιλαράκι σου σού έλεγε να νιώθεις σαν στο σπίτι σου, χαμογελούσες αμήχανα. Τώρα ανοίγεις θερμοσίφωνα και μπαίνεις για ντουζάκι. Κοίτα πώς αλλάζουν τα πράγματα!

Πλέον χρησιμοποιείς τα πάντα εκεί μέσα και ξέρεις τι βρίσκεται πού, ίσως καλύτερα κι απ’ το κολλητάρι σου, αφού δεν είναι λίγες οι φορές που εσύ του τακτοποιείς ή καθαρίζετε μαζί, αφού περνάς πολλές ώρες εκεί και λερώνεις εξίσου. Προφανώς κι ακόμα συντηρείς κάποια όρια κι ακόμα κι αν έχεις δεύτερα κλειδιά, επιμένεις να χτυπάς κουδούνι, αλλά από σεβασμό. Εξάλλου, ακόμη και στο δικό σου σπίτι ακολουθείς κάποιους κανόνες.

Για να νιώσουμε, όμως, τόσο άνετα σε ένα χώρο που δε μας ανήκει και να τον αισθανόμαστε σαν ‘ναι δικός μας, δε βοήθησε μόνο ο χρόνος αλλά κυρίως το φιλαράκι μας, που ήταν πάντα φιλόξενο, αλλά και το ιδιαίτερο δέσιμο που ‘χουμε πια αναπτύξει μεταξύ μας. Γιατί στην οικειότητα φαίνεται η αγάπη.

Σε εκείνον τον χώρο περάσαμε μαζί άπειρες στιγμές και κάναμε ατελείωτες συζητήσεις. Αναλύσεις για καταστάσεις που μας προβλημάτιζαν στο παρόν, ανησυχίες για το μέλλον, όνειρα, σχέδια, έκφραση έντονων συναισθημάτων. Κουβέντες που ξεκινούσαν από κάτι ασήμαντο και κατέληγαν σε συγκινήσεις, σε αγκαλιές κι εξομολογήσεις. Όλα σ’ εκείνο το σαλονάκι. Μουσική, τραγούδια, ποτά, φαγητά. Από ροκ μέχρι βαρύ λαϊκά, από ρετσίνα μέχρι ουίσκι, από πιτόγυρο μέχρι πιάτα που μαγειρέψαμε μαζί. Γέλια, κλάματα, επιτραπέζια, μεθύσια, καψούρες, χωρισμούς όλα τα ζήσαμε σ’ αυτό το σπίτι.

Κι οι ώρες περνάνε πάντα τόσο γρήγορα και τόσο ευχάριστα που απλά δε θες να βρίσκεσαι πουθενά αλλού. Όπως εκείνες τις μέρες που δεν είσαι και στα καλύτερά σου και το μόνο που θες είναι να κάτσεις σπίτι σου, το ίδιο ακριβώς συναίσθημα ασφάλειας σου προσφέρει κι ο χώρος των φίλων σου, αφού ακόμα κι η σιωπή τους που σου δίνει τη μεγαλύτερη κατανόηση.

Περνάμε εκεί αμέτρητες ώρες και τις απολαμβάνουμε όλες, ακόμα κι αν δεν κάνουμε τίποτα ιδιαίτερο. Βλέπουμε ταινίες, μιλάμε, χαζολογάμε, διαβάζουμε. Κι όταν πολλές φορές δε θέλουμε να γυρίσουμε στο δικό μας, γιατί δε γουστάρουμε να μείνουμε μόνοι ή απλά γιατί βαριόμαστε να φύγουμε, κοιμόμαστε εκεί, κι είναι σαν να ‘μαστε στο καταφύγιό μας.

Είναι υπέροχο να ‘χεις φίλους που σου ανοίγουν το σπίτι τους, το ακόμα πιο υπέροχο όμως είναι πως είναι οι ίδιοι που πρώτα μας άνοιξαν την καρδιά τους και μας κράτησαν μια θέση στον καναπέ και τη ζωή τους.

Ένα «ευχαριστώ» στα δικά μου στηρίγματα!

Συντάκτης: Ειρήνη Δίγκογλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη