Τα τελευταία χρόνια, και μετά από μια περίοδο απουσίας τους, παρατηρούμε όλο και πιο έντονα την αύξηση των reality shows στην τηλεόραση. Κάτι που πρακτικά σημαίνει πως ο κόσμος –κυρίως οι νεότεροι– τα στηρίζει και τα παρακολουθεί, διαφορετικά δε θα είχε λόγο ύπαρξης ένα προϊόν που δεν πουλάει. Αποτελούν μάλιστα κομμάτι της καθημερινότητας για την πλειοψηφία.

Αρχικά, τι είναι reality; Μιλάμε για τηλεοπτικές εκπομπές με έντονο το στοιχείο του θεάματος, που συνήθως έχουν μία απ’ τις ακόλουθες μορφές: Show και διαγωνισμοί για ταλέντα μουσικής, χορού, μόδας, μαγειρικής, παιχνίδια συνύπαρξης με αγνώστους ή επιβίωσης σε ένα συγκεκριμένο χώρο, με ένα μεγάλο (συνήθως χρηματικό) έπαθλο για τον νικητή, που συνήθως αναδεικνύεται κυρίως με ψηφοφορία του κοινού. Εκπομπές που θεωρητικά παρουσιάζουν ιστορίες της καθημερινότητας απλών ανθρώπων, οι οποίοι εκθέτουν τις προσωπικότητές τους και τα προβλήματά τους μπροστά στο κοινό.

Στα ριάλιτι που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια, οι συμμετέχοντες είναι έγκλειστοι, χωρίς να έχουν επικοινωνία με τον έξω κόσμο, ίσως ακόμα ούτε και με τις οικογένειές τους, πέρα από ελάχιστα τηλεφωνήματα.

Αυτό που βλέπουμε, όμως, είναι η πραγματικότητά τους, το αληθινό εγώ τους; Σε συνθήκες εγκλεισμού οι άνθρωποι αλλάζουν. Πόσο μάλλον, όταν διαρκώς βιντεοσκοπούνται κι όταν διαγωνίζονται (ή απλώς ανταγωνίζονται). Είναι δεδομένο πως υπάρχει μεγάλη πίεση.

Όσο κι αν είναι συνειδητή επιλογή των συμμετεχόντων, δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε πως τα reality επιδρούν αρνητικά στον ψυχισμό τους κι αλλοιώνουν τον χαρακτήρα τους, καθώς σταδιακά αισθάνονται πως χάνουν την αξιοπρέπειά τους με τη δημόσια έκθεσή τους. Κατασκευασμένα ή μη, λόγω συνθηκών ή στημένα απ’ την παραγωγή κάθε σόου, βλέπουμε έντονα σκηνικά, αντιπαραθέσεις, αντιπάθειες και συγκρούσεις, που όσο κι αν φθείρουν τους παίχτες, διασκεδάζουν και συχνά παθιάζουν το κοινό, αυξάνοντας το ενδιαφέρον και παράλληλα την τηλεθέαση.

Με αυτόν τον τρόπο παίρνουν φωτιά τα sites κι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, με τους χρήστες να σχολιάζουν ανελλιπώς, είτε με καλά λόγια –σπανίως– είτε –κυρίως– αρνητικά, προσβλητικά κι υποτιμητικά για τον χαρακτήρα των παικτών. Η συνεχής διάδοση προκαλεί το ενδιαφέρον όλο και περισσότερων τηλεθεατών, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η τηλεθέαση του ριάλιτι κι έτσι η παραγωγή να βγάζει χρήματα με τη συγκατάθεση μεν αλλά και ταυτόχρονα εις βάρος δε κάποιων παικτών.

Συχνά κράζουμε όσους συμμετέχουν σε ριάλιτι, παρ’ όλα αυτά όμως εξακολουθούμε να τα παρακολουθούμε ανελλιπώς. Γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό; Αρχικά είναι πιθανό να νιώθουμε ζήλια, γιατί θα θέλαμε να ‘μαστε στη θέση τους και να ικανοποιήσουμε το προσωπικό μας αίσθημα ματαιοδοξίας. Ίσως ακόμη και να οργιζόμαστε με την αφέλειά τους, ότι με αυτόν τον τρόπο ορισμένοι θα αποκτήσουν δημοσιότητα και χρήματα. Η μεγάλη απήχησή τους οφείλεται στην πηγαία περιέργεια του κοινού για την ιδιωτική ζωή των άλλων ανθρώπων. Τάση που συχνά καταντά νοσηρή, όσο κάποιος κυνηγά και προσδοκά το σκανδαλώδες και την υπερβολή για να ικανοποιηθεί.

Ως ένα βαθμό συμβάλλει στην επιτυχία αυτών των εκπομπών κι η τάση των ανθρώπων να αναζητούν διέξοδο απ’ τα  δικά τους προβλήματα και να ξεχνιούνται μέσα απ’ την πληροφόρηση για τα προβλήματα άλλων. Οποιαδήποτε προσωπική κατάσταση μοιάζει αντίστοιχη ή (ιδανικά) χειρότερη απ’ τη δική τους λειτουργεί καθησυχαστικά για τους ίδιους, εφόσον τους υπενθυμίζει πως υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που βιώνουν ίδιες ή και πιο οδυνηρές καταστάσεις απ’ ό,τι εκείνοι.

Τα ριάλιτι προσφέρουν στους θεατές την αίσθηση αυθεντικών αντιδράσεων και πραγματικών καταστάσεων, γεγονός που τα διαχωρίζει απ’ τις σκηνοθετημένες μυθοπλασίες που προβάλλονται κατεξοχήν στις οθόνες μας. Έτσι, οι θεατές θεωρούν πως έρχονται σ’ επαφή με κάτι πιο άμεσο κι αληθινό και πως τους δίνεται η ευκαιρία να παρακολουθήσουν τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ πραγματικών προσώπων κι όχι ρόλων. Οι θεατές, άλλωστε, νιώθουν πως μπορούν να ταυτιστούν πιο εύκολα με τους συμμετέχοντες αυτών των προγραμμάτων, καθώς πρόκειται για άτομα της διπλανής πόρτας.

Όπως είπε κι ο Guy Debord στο βιβλίο του «Η κοινωνία του θεάματος»: «Το θέαμα παρουσιάζεται ταυτοχρόνως ως η ίδια η κοινωνία, ως ένα μέρος της κοινωνίας κι ως όργανο ενοποίησης. Ως μέρος της κοινωνίας είναι ρητά ο τομέας που συγκεντρώνει παν βλέμμα και πάσα συνείδηση. Επειδή ακριβώς αυτός ο τομέας είναι διαχωρισμένος, είναι ο τόπος του εξαπατηθέντος βλέμματος και της ψευδούς συνείδησης. Κι η ενοποίηση που επιτελεί δεν είναι τίποτε άλλο απ’ την επίσημη γλώσσα του γενικευμένου διαχωρισμού.»

Οι άνθρωποι, λοιπόν, τείνουν να παρακολουθούν reality shows εξαιτίας της επιθυμίας τους να εισβάλλουν στη ζωή των άλλων. Τα προγράμματα αυτά αποτελούν το πιο εύκολο μέσο για να κοιτάξει κανείς μέσα απ’ την κλειδαρότρυπα της ζωής άλλων ανθρώπων και, φυσικά, να την σχολιάζει με την παρέα του.

Συντάκτης: Στέλλα Δημητρίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη