Μέρα με τη μέρα υπάρχουν νέες εξελίξεις στην τεχνολογία και την επιστήμη με αποτέλεσμα πολλοί τομείς της ζωής μας να καλυτερεύουν κι άλλοι να γίνονται πιο κατανοητοί. Όσο εξελισσόμαστε τόσα περισσότερα πράγματα μπορούμε να καταλάβουμε σε πρώιμα στάδια, καλυτερεύοντας ποιοτικά τη ζωή μας και βλέποντας τη μεγάλη εικόνα. Ένας τομέας που συχνά αποτελούσε τομέας ταμπού που κανείς δε συζητούσε, κανείς δεν ήξερε πώς να το αντιμετωπίσει, ήταν τα μαθησιακά προβλήματα των παιδιών και γενικότερα τα προβλήματα που θα μπορούσαν να συναντήσουν σχετικά με τις μαθησιακές τους ικανότητες. Δεν είναι κάτι κακό ούτε το τέλος του κόσμου αν ένα παιδί αντιμετωπίζει τέτοιες δυσκολίες, είναι όλες αντιμετωπίσιμες με την προϋπόθεση ότι μένουμε δίπλα στο παιδί με κατανόηση, υπομονή κι αγάπη.

Δύο από τις πιο συχνές γνωστικές δυσκολίες που μπορεί να έχει ένα παιδί είναι η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) καθώς κι η Δυσλεξία. Αρχικά, θα πρέπει να αποσαφηνίσουμε ότι η ΔΕΠΥ έχει τρεις τύπους με τους οποίους εμφανίζεται: την έλλειψη συγκέντρωσης, κυρίως σε συνδυασμό με μαθησιακές δυσκολίες, την υπερκινητικότητα-παρορμητικότητα και την εμφάνιση και των δύο τύπων μαζί σ’ ένα παιδί.

Ένας παιδί -εννοείται ότι μπορεί να έχει κι ένας ενήλικας- με ΔΕΠΥ εμφανίζει συχνά χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο καθώς ξεχνά πολύ εύκολα όσα ακούει από τους εκπαιδευτικούς του, κάνει λάθη απροσεξίας, δυσκολεύεται να ολοκληρώσει τις εργασίες του, δεν έχει υπομονή και δεν μπορεί με ευκολία να θυμηθεί όλες τις δραστηριότητες που πρέπει να κάνει, για παράδειγμα, για την επόμενη μέρα. Έτσι καταλήγει να κατηγορεί τον εαυτό του για την πεσμένη του απόδοση, φτάνοντας καμιά φορά και στην πλήρη παραίτηση από το να προσπαθήσει.

Μπορεί να έχεις ένα παιδί, ως γονιός ή ως εκπαιδευτικός, που συχνά ξεχνά να φέρει πράγματα μαζί του ή δεν τα επιστρέφει ποτέ στο σπίτι, μπορεί να παίζει με νευρικότητα με τ’ άλλα παιδιά ή να μη φέρεται ανάλογα με την ηλικία του. Ίσως δε μάς φανεί περίεργο αν δούμε ένα παιδί 12 χρονών να ανεβαίνει ανάποδα στην τσουλήθρα, να δυσκολεύεται να δέσει τα κορδόνια του ή να κρατήσει το πιρούνι, καταλήγοντας να μη δώσουμε την ανάλογη προσοχή και να δικαιολογήσουμε τη συμπεριφορά μ’ ένα «παιδί είναι μωρέ». Ανάλογα θα πράξουμε και στην περίπτωση που ένα παιδί είναι διαρκώς αφηρημένο, ξεχνά πράγματα ή δεν ολοκληρώνει αυτό που του ζητάμε, υποστηρίζοντας ότι έτσι είναι τα παιδιά‧ λίγο χαζεύουν, λίγο θέλουν να παίζουν κι όχι να διαβάζουν. «Είναι της ηλικίας τους» θα πούμε και θα κρύψουμε το όποιο πρόβλημα κάτω από το χαλί.

Είναι λάθος μας αυτή η σκέψη γιατί δυσκολεύει τη ζωή του παιδιού και τώρα, αλλά και μετέπειτα στην πορεία του. Ένας άνθρωπος που δε θα λάβει από τα πρώτα χρόνια της ζωής του τη μορφή εκπαιδευτικής διαδικασίας που του ταιριάζει, σαφώς θα δυσκολευτεί γενικότερα σε ό,τι ακολουθήσει αυτής, εφόσον δε θα έχει γνωρίσει την αποδοχή και τη βοήθεια που χρειαζόταν. Όλα όσα έχουμε και καλλιεργήσαμε ως μεγάλοι τα αποκτήσαμε ως παιδιά.

Άλλη ειδική μαθησιακή δυσκολία που μπορεί να εμφανίσει ένα παιδί και μπορούμε ίσως να καταλάβουμε ευκολότερα αλλά όχι νωρίτερα, είναι η δυσλεξία. Ένα παιδί με δυσλεξία δυσκολεύεται να διαβάσει και να κατανοήσει αυτό που διαβάζει, δεν μπορεί να γράψει ορθογραφημένα τις περισσότερες λέξεις μιας και συχνά αντιστρέφει τα γράμματα καθώς επίσης εμφανίζει δυσκολίες γενικότερα στην εξέταση των γνώσεων μέσω του γραπτού λόγου αλλά και την αποστήθιση. Πρέπει να τονίσουμε ότι η δυσλεξία μπορεί να είναι κληρονομική κι ένας άνθρωπος που εμφανίζει δυσλεξία δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δε θα μπορέσει να καταφέρει όσα επιθυμεί στη ζωή του. Χρειάζεται όμως αρχικά να αναγνωριστεί και μετέπειτα να αλλάξει η ροή της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Ένας γονιός που θα καταλάβει ότι το παιδί του έχει κάποιο από τα παραπάνω, πρέπει να δράσει με υπομονή και με γνώμονα το παιδί και μόνο. Αντίστοιχα, ένας εκπαιδευτικός που θα διακρίνει έναν μαθητή του με κάποιο από αυτά, θα πρέπει άμεσα να μιλήσει στους γονείς και να τους καθησυχάσει ότι δεν ήρθε το τέλος του κόσμου, υπάρχουν διάφοροι τρόποι ώστε το παιδί τους να εξελίξει όλες τις δυνατότητές του στο έπακρο. Είναι πολλοί εκείνοι που αφήνουν στην τύχη της μια τέτοια δυσκολία καθώς, δεν αναγνωρίζουν την πραγματική της μορφή. Κι ίσως αυτό να είναι και το πιο επίφοβο τελικά, γιατί το παιδί δε θα λάβει ποτέ τη φροντίδα που του αξίζει και την προσοχή που χρειάζεται έτσι ώστε να διαπρέψει.

Όλα μπορούν να αντιμετωπιστούν όταν διαθέσουμε κατανόηση και υπομονή. Ας μην αδικούμε ένα παιδί που μαθαίνει αλλιώς, καταδικάζοντάς το στο να μη μάθει καθόλου. Μπορούμε και πολύ καλύτερα από αυτό.

 

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου