Σε νεαρή ηλικία βιώνουμε τα συναισθήματά μας στην πιο δυνατή εκδοχή τους. Παθιαζόμαστε, αγαπάμε, νοιαζόμαστε και προσπαθούμε για τα πάντα πολύ περισσότερο. Ταυτόχρονα όμως, βιώνουμε κι όλα τα αρνητικά συναισθήματά μας στην πιο ζεστή τους έκδοση. Θυμώνουμε, νευριάζουμε και μας ενοχλούν πολλά περισσότερα πράγματα απ’ όσα στη μετέπειτα πορεία των σχέσεών μας. Πολύ απλά τα παίρνουμε όλα επί προσωπικού.

Όσο βράζει μέσα μας το συναίσθημα, νιώθουμε πώς ό,τι συμβαίνει στις ζωές μας αφορά αποκλειστικά εμάς και μόνο. Αδιαφορούμε τελείως για το γεγονός ότι ο κάθε άνθρωπος στη ζωή του έρχεται αντιμέτωπος με τελείως διαφορετικές καταστάσεις από αυτές που πιστεύουμε εμείς και διαλέγει μόνος του τον τρόπο που θα τις αντιμετωπίσει. Δε μας περνάει επίσης από το μυαλό πως όλες αυτές οι διαφορές στα συναισθήματα έχουν συνήθως  κοινές βάσεις, αναφορές που καταλήγουν σε γενικές αλήθειες κι ερμηνείες που εξηγούν την ανθρώπινη συμπεριφορά.

Όταν ήμασταν μικροί και συνέβαινε κάτι το οποίο δε μας άρεσε, δε μας ταίριαζε, δεν καταλαβαίναμε, μας έκανε να νιώθουμε αδικία, ήμασταν σαν σπίρτα αναμμένα, έτοιμα να εξαφανίσουν οτιδήποτε ήταν κοντά τους από τα νεύρα τους. Εξωτερικεύαμε αμέσως όλα όσα υπήρχαν μέσα μας αδιαφορώντας για τις συνέπειες των πράξεων και των λόγων μας. Μας ενδιέφερε απλώς να τα βγάλουμε από μέσα μας για να δείξουμε στον άλλον ότι έχουμε δίκιο κι αυτός μάς οφείλει μια συγγνώμη.

 

 

Σ’ έναν καβγά του παρελθόντος θα γράφαμε κάτι τεράστια μηνύματα που θα εξηγούσαν επακριβώς όλες τις θέσεις και τα επιχειρήματά μας ώστε σίγουρα να ήμασταν οι νικητές αυτής της συζήτησης χωρίς πολλά-πολλά. Με το πέρασμα των χρόνων όμως, παρατηρούμε -ακόμη κι αν δεν το παραδεχόμαστε- ότι αρχίσαμε κάπως να συμβιβαζόμαστε στους τσακωμούς.

Δεν ιδρώνουμε πλέον να αποδείξουμε ότι αυτό που συνέβη πραγματικά μας πλήγωσε ή να παρουσιάσουμε όλη την κυνικότητά μας στην εύρεση επιχειρημάτων, προσπαθούμε αντιθέτως να διατηρήσουμε καίρια την εσωτερική μας γαλήνη κι ηρεμία. Δε λέμε σε καμία περίπτωση ότι κάτι τέτοιο είναι εύκολο ή μπορούμε να το κάνουμε σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά σίγουρα αξίζει.

Μια λέξη που συνήθως μας βοηθά να μην εμπλακούμε σε περισσότερους τσακωμούς από αυτούς που μπορεί να αντέξει η ταλαίπωρη ψυχούλα μας είναι το ρήμα «καταλαβαίνω».  Ναι, φυσικά δεν καταλαβαίνουμε πάντοτε τη θέση του άλλου ούτε μπορούμε να καταλάβουμε εύκολα γιατί κάνει ό,τι κάνει και πώς ακριβώς το σκέφτεται γιατί δεν είμαστε στη θέση του κι ούτε μπορούμε να μπούμε- ειδικά αν δε θέλουμε να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε. Όμως είναι η τάση, η θέληση να βρούμε αυτές τις γενικές αλήθειες και να δούμε με συμπάθεια τον απέναντι- κι ας είναι απέναντι.

Υπάρχει βέβαια και η λογική της απάθειας. Το λες δηλαδή γιατί δε θέλεις να εμπλακείς περισσότερο. Αν δε θέλεις να συζητήσεις κάτι παραπάνω γνωρίζοντας ότι κατά πάσα πιθανότητα όλη η συζήτηση θα καταλήξει στο «άντε παράτα μας» ή σε μια μάχη που θα ζήλευε μέχρι κι ο Λεωνίδας κι οι 300, πετάς ένα «καταλαβαίνω» και μένεις με τη σύγχυσή σου αλλά χωρίς επιπλέον δράματα και φωνές.

Όσο μεγαλώνουμε, τόσο περισσότερο καταλαβαίνουμε ότι είναι λίγες οι φορές που θέλουμε πραγματικά να έχουμε δίκιο. Τις περισσότερες φορές θέλουμε απλώς να μη διαταράξουμε τα νεύρα και τη διάθεση των υπολοίπων της παρέας. Έτσι, προτιμούμε να μείνουμε άπραγοι, να δεχθούμε μια κατάσταση -εξαιρούνται φυσικά οι πολύ άσχημες και ψυχοφθόρες καταστάσεις- και να περάσει ήσυχα η ώρα μας, παρά να φανερώσουμε όσα νιώθουμε και να καταλήξουμε σε εικονική δίκη προσπαθώντας να αποδείξουμε τον σωστό και τον λάθος.

Με το πέρασμα των χρόνων, περνάει κι η δική σου αντοχή κι ανεκτικότητα στους τσακωμούς, τις φωνές και τα κουτσομπολιά. Διαλέγεις εσένα έναντι του χαμού με το κλειδί της κατανόησης∙ αξία ανεκτίμητη.

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου