Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για τα παιχνίδια του μυαλού μας και για τις συζητήσεις που κάνουμε με τον πιο πιστό μας φίλο, την αφεντιά μας. Ποιος δεν έχει κάνει διαλόγους με την εσωτερική φωνούλα του; Ποιος δεν ήρθε ακόμα και σε μεγάλες αντιπαραθέσεις με τον εαυτό του και κυρίως ποιος δεν έχει κάνει σενάρια και δεν έχει οργανώνει plan b, c, d για να φανταστεί όλες τις πιθανές εκδοχές για κάθε διαφορετική εξέλιξη;

Νομίζω πως όλοι μας έχουμε βρεθεί άπειρες στιγμές σε αυτή την κατάσταση, που φυσικά μας βρίσκει με το άγχος στο κόκκινο, ειδικά όταν πρόκειται για ένα κρίσιμο συμβάν και μια σημαντική συνάντηση. Από ένα επαγγελματικό ραντεβού, την επίλυση μιας παρεξήγησης, μέχρι και μια ερωτική εξομολόγηση που περιμέναμε καιρό. Φυσικά, εχθρός στέκεται πάντα ο χρόνος.

Ο χρόνος έχει τη μαγική ικανότητα να μην είναι αρκετός όταν θέλουμε πολύ να διαρκέσει λίγο περισσότερο και κυλάει με αργό και βασανιστικό τρόπο κάθε φορά που θα θέλαμε να τρέξει με ταχύτητα φωτός. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όσο περισσότερο χρόνο έχουμε, τόσο πιο αρνητικά λειτουργεί, καθώς αυξάνονται οι ώρες υπερανάλυσης και κάνουμε ολόκληρες συζητήσεις στο μυαλό μας για το τι θα πούμε και τι θα απαντήσουμε στο πρόσωπο που μας ενδιαφέρει.

Στηνόμαστε σε τοίχους, παίρνουμε σοβαρές πόζες μπροστά από καθρέφτες, δοκιμάζουμε το ύφος μας και δίνουμε διάφορες εκδοχές, μέχρι να νιώσουμε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τα πάντα. Κάποιες φορές είναι τόσο έντονη η δραματοποίησή μας που συνοδεύεται με την αντίστοιχη ένταση του ήχου, των κινήσεων και της στάσης του σώματος. Το πάμε απ’ την αρχή, ξανά και ξανά για να μη μας διαφύγει η παραμικρή λεπτομέρεια και στήνεται ένα ολόκληρο σκηνικό, σαν καρέ από κινηματογραφική ταινία με πρωταγωνιστές εμάς και με έκβαση που μας θέλει μόνιμα νικητές. Εννοείται πως θα ‘χουμε το ιδανικό μας happy end, αφού καταστρώνουμε ένα τέλειο σχέδιο για να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Έλα, όμως, που η ζωή χαμογελάει ειρωνικά, γιατί αυτή ξέρει πολύ καλά πως στο τέλος, σχεδόν κατά κανόνα, δε θα καταφέρουμε να πούμε ούτε τα μισά απ’ όσα σχεδιάζαμε ή τουλάχιστον όχι με τον τρόπο και τις αντιδράσεις που περιμέναμε. Η πραγματικότητα ξεπερνά πάντα τα γεγονότα, αφού συνυπάρχουμε με πολλά διαφορετικά πρόσωπα που ζουν αλληλεπιδρώντας μεταξύ μας κι έτσι είναι αδύνατον να ελέγξουμε το οτιδήποτε.

Έτσι, οι προσωπικές μας αναλύσεις θυμίζουν εργαστηριακά θεωρητικά πειράματα που πολλές φορές δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε πραγματικό περιβάλλον, μιας κι υπάρχουν παράμετροι που δεν μπορούμε να υπολογίσουμε.  Οι πραγματικές μας συζητήσεις έχουν πάντα ένα συνομιλητή που είναι απρόβλεπτος παράγοντας και δεν μπορούμε να τον οριοθετήσουμε όσα εναλλακτικά πλάνα κι αν έχουμε καταστρώσει.

Άσε που πολλές φορές έχουμε κάνει τόσες φορές πρόβες γι’ αυτά που έχουμε σκεφτεί, που μόλις δούμε ότι κάτι παρεκκλίνει από αυτό που έχουμε σχεδιάσει στο μυαλό μας, πανικοβαλλόμαστε και κατεβάζουμε τον γενικό του εγκεφάλου μας. Η πλήρης καταστροφή δηλαδή, ειδικά αν δεν είμαστε καλοί στον αυτοσχεδιασμό.

Επομένως, είναι πολύ καλύτερο να αφήνουμε τα πράγματα να έρθουν όπως είναι να έρθουν, χωρίς κανένα σενάριο, χωρίς καμία ανάλυση που θα γεννήσει λανθασμένες προσδοκίες, γιατί αυτές είναι που πληγώνουν πιο πολύ στο τέλος. Μην καίμε, λοιπόν, άλλη φαιά ουσία σε υποθετικές συζητήσεις.  Καλύτερα να μην είμαστε προετοιμασμένοι για τίποτα για να έρθουν τα πάντα.

Άλλωστε, τα ταξίδια χωρίς προγραμματισμό αποδεικνύονται και τα πιο συναρπαστικά στο τέλος.

 

Συντάκτης: Μαρία Βίγλα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη