Αν ρωτήσουμε σήμερα ένα παιδί να μας πει τι είναι η βιντεοκασέτα, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα μείνει να μας κοιτάζει με ένα απορημένο ύφος. Κι όμως για όλους εμάς, τους λίγο ή περισσότερο μεγαλύτερους, η εποχή που μεγαλώσαμε ήταν η εποχή της βιντεοκασέτας. Ίσως θα λέγαμε πως η λέξη αυτή είναι συνυφασμένη με τις ελληνικές ταινίες, ήταν η συνέχεια του σινεμά, που απ’ τα μέσα της δεκαετίας του ΄70 είχε αρχίσει να φθίνει.

Όταν εμφανίστηκε το βίντεο στην ελληνική κοινωνία οι άνθρωποι αισθάνθηκαν πως η τεχνολογία, επιτέλους, έγινε σύμμαχος στην επιθυμία τους να ζωντανεύσουν στιγμές και να ξαναφέρουν στη μνήμη τους ανθρώπους, χρόνια μετά, ακόμα κι όταν εκείνοι δε θα ήταν πια μαζί τους. Ήταν μια μαγική εφεύρεση κι αμέσως έγινε ευρέως αποδεκτή από όλους. Η πώληση των βίντεο εκτοξεύτηκε στα ύψη κι όλοι έσπευσαν να το χρησιμοποιήσουν άμεσα, προκειμένου να κρατήσουν τα αισθήματά τους σε μια εικόνα.

Η βιντεοκασέτα ήταν η αντικατάσταση της στατικής, νοσταλγικής, φωτογραφίας. Με τη δυναμική είσοδό της στις ζωές μας, ο ελληνικός κινηματογράφος –και λόγω της πτώσης που παρουσίαζε– κατάφερε να ξαναμπεί δυναμικά στα ελληνικά σπίτια. Ήταν ο τρόπος να δημιουργεί ήρωες και, το κυριότερο, να προσφέρει δουλειά σε πολλούς ανθρώπους.

Ας μείνουμε, όμως, στη ρομαντική πλευρά του βίντεο, στις ελληνικές ταινίες που δημιούργησαν πρότυπα και μεγάλωσαν μια ολόκληρη γενιά, τη γενιά που είχε αρχίσει να παίρνει τη ζωή στα χέρια της, να μην υπακούει σε κανόνες κι όσα την δέσμευσαν. Μέσα απ’ τις βιντεοκασέτες συνεπώς ‘βγαιναν ταινίες που –αν μου επιτρέπεται– θα τις αποκαλέσω κλασικές. Γιατί μπορεί να μην είχανε την ομολογουμένως τεράστια μαγεία των παλιών ελληνικών ταινιών, ωστόσο αντικατόπτριζαν το τότε, εκείνη την πραγματικότητα, κι είναι ο τρόπος να δούνε οι σημερινές γενιές πώς ήταν την εποχή εκείνοι οι νέοι, πώς ζούσανε, πώς διασκέδαζαν, ποια ήταν τα προβλήματα κι οι ανησυχίες τους.

Οι ηθοποιοί που ενσάρκωναν εκείνους τους ρόλους μπήκαν στα σπίτια όλων κι έγιναν, κατά κάποιον τρόπο, άνθρωποι δικοί μας. Δεν μπορεί κανείς μας να ξεχάσει τον σημαντικότερο, κατ’ εμέ, εκπρόσωπο αυτών των βιντεοκασετών, τον Στάθη Ψάλτη. Έναν ηθοποιό που μέσα από ατάκες που έμειναν χαραγμένες στο μυαλό όλων μας, έφερε την εικόνα των νέων του τότε στους νέους του σήμερα και του αύριο. Οι βιντεοκασέτες ήταν η πόρτα που του ανοίχτηκε προς την αναγνωσιμότητα και μέσω αυτών του δόθηκε η δυνατότητα θεατρικών, τηλεοπτικών και κινηματογραφικών συμμετοχών, όπου ξεδιπλώθηκε κι αποδείχθηκε το ταλέντο του.

Υπήρχε τότε η άποψη ότι αυτοί οι ηθοποιοί δεν μπορούν να σταθούν σε κανένα άλλο υποκριτικό είδος, αλλά η αλήθεια είναι ότι η βιντεοκασέτα αποτέλεσε τη δίοδο για να πάνε σε άλλα μονοπάτια, καθώς τους παρείχε την ευκαιρία μέσω της απήχησής τους να μπορέσουν να δείξουν τις ικανότητές του σ’ ένα ευρύ κοινό. Για αυτούς ήταν ένα σημαντικό μονοπάτι και για όλους εμάς ένα ταξίδι.

Μέσω της βιντεοκασέτας ήμασταν στο σινεμά, χωρίς να χρειαστεί να βγούμε απ’ τα σπίτια μας. Χάρη στο βίντεο άρχισαν να ξεφυτρώνουν τα βίντεο κλαμπ το ένα μετά το άλλο κι εμείς να ‘χουμε καθιερώσει τις Παρασκευές και τα Σάββατα ως ημέρες βιντεοκασέτας. Μπορεί κανείς να ξεχάσει την περίφημη ατάκα των «Απαράδεκτων», που πάει ο Παπαδόπουλος στο βίντεο κλαμπ και λέει την κλασική πλέον φράση: «Την Παπαρήγα την καλή»;

Μέσα από αυτήν την πρόταση του Σπύρου Παπαδόπουλου βλέπουμε πως οι ερωτικές ταινίες είχαν μπει δυναμικά στον χώρο των βίντεο. Γιατί μέσω αυτών των ταινιών οι έφηβοι ήρθαν πιο κοντά με τη σεξουαλικότητά τους και το σώμα τους, κι έτσι τα κρυφά περιοδικά πορνό αντικαταστάθηκαν απ’ τις ταινίες ερωτικού περιεχομένου που έκαναν τους νέους να μαζεύονται στο σπίτι τους ενός, εκείνου που οι γονείς του λείπανε εκείνη την ημέρα, και μέσω των βιντεοκασετών να ανακαλύπτουν και να γνωρίζουν ένα άλλον κόσμο, τον κόσμο του ερωτισμού.

Η βιντεοκασέτα, όμως, ήταν μαζί μας και στις πιο σημαντικές, προσωπικές, στιγμές μας, όπως ο γάμος μας κι η βάπτιση του παιδιού μας, που τώρα έχει μεγαλώσει κι όμως βλέποντας ξανά τα πλάνα από εκείνη τη μέρα θυμόμαστε πώς ήταν το μωρό μας –πάντα μωρό θα ‘ναι για τους γονείς– ζωντανεύοντας τα συναισθήματα εκείνα και γεννώντας δάκρυα συγκίνησης και νοσταλγικά χαμόγελα.

Η βιντεοκασέτα είναι ουσιαστικά ο μακρινός, χρονικά, συγγενής του dvd και των usb κι ίσως να μην έχει πια την αίγλη που είχε τότε, παρ’ όλα αυτά δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιστορία γράφεται απ’ το παρελθόν και το σήμερα που ζούμε είναι απλά η συνέχεια του χθες. Ενός χθες που με τη βοήθεια των βιντεοκασετών κατάφερε να επιζήσει και να ‘ναι πάντα κομμάτι της ζωής μας.

Συντάκτης: Γεωργία Κοκκονούζη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη