Το τηλέφωνο απ’ το πρωί σε απόσταση αναπνοής κι όμως δεν της τηλεφώνησε. Τα ‘χε κανονίσει με την πάρτη του εξ’ αρχής. Εκείνη έφυγε νωρίς. Χωρίστηκαν. Κοντεύανε, το ‘νιωθε. Τόσο καιρό παλεύουν, όπου να ‘ναι θα έσπαγε. Κρατούσε ισορροπίες.

Δε θα έκλαιγε, αυτά είναι παιδιαρίσματα. Σχεδόν γελοία για κάποιον που προσπαθεί να κρατηθεί. Αποδοχή, αυτό χρειάζονταν. Τι να σου κάνουν οι ισορροπίες; Δεν κρατιούνται. Όχι όταν μόλις σου ποδοπατήθηκε το μισό σου είναι.

Έχασαν. Έτσι καθημερινά κι απλά. Πάντα το ίδιο χάνουν οι άνθρωποι. Εν τέλει, η απώλεια είναι η ίδια. Κάτι χάνεις. Μετράς την απώλεια κι ύστερα προσωρινά την μπαλώνεις.

Θα το βούταγε το τηλέφωνο, θα έτρεχε να της μιλήσει. Τι να της πει; Κάποτε σταματάει η τρεχάλα γι’ αυτούς που κυνηγιούνται. Ίσως την έπαιρνε να της πει πως φταίει, θα το μπορούσε. Πως φταίει μόνο εκείνος, όχι αυτή. Τον τσάκισε κι εκείνη όμως, ψέματα να πει; Τον τσάκισε και τσακίστηκαν κι οι δυο τους.

Καμιά σημασία δεν έχει ποιος τα φταίει. Αυτά είναι για ανθρώπους μικρούς. Αυτοί δεν ήταν τέτοιοι. Κι αν το φταίξιμο δεν οδηγεί σε έρωτα ή σε κάποιο ξέσπασμα παρόμοιο και παθιασμένο, μην το αρχίζεις, άστο. Αγαπήθηκαν. Κι αυτό είναι το μόνο που τους αξίζει να θυμούνται.

Τσακίστηκαν και ναι, εκεί δεν έπρεπε να φτάσουν. Κι ειλικρινά, δεν πειράζει που δεν κατάφεραν τα πολλά και τα μεγάλα, ούτε που στο τέλος σταμάτησαν πια να προσπαθούν μα μόνο αυτό· που τσουβαλιάστηκαν και έγιναν ένα με τους πολλούς κι ίδιους. Και μικρός να είναι ο έρωτας, να μην του δίνεις τέτοιο τέλος.

Τα βλέμματά τους άλλαξαν, τα χέρια πάγωσαν κι αυτοί δεν ήταν πια οι ίδιοι. Τέτοια γεύση έχει το τέλος· άγουρη, άγνωστη και ξένη. Αλλάζουν τα χέρια, το ‘ξερες; Αλλάζουν κι οι άνθρωποι. Γρήγορα, απόλυτα, τρομακτικά.

Δεν είναι πια ο άνθρωπός σου. Κι εσύ, του λόγου σου, δεν άλλαξες λίγο. Στην τελική, ποιος ήταν ο άνθρωπός σου; Πώς ήταν αυτός και πώς τον έπλασες εσύ; Αυτά σκεφτόταν κι απάντηση δεν έπαιρνε καμία. Ποτέ σχεδόν δεν παίρνεις.

Την πήρε αγκαλιά. Τη φίλησε. Τόσο ήταν και τελείωσε. Ίσως τελικά να ‘ναι αυτό το καλό το τέλος. Να αρχίζεις με θράσος και να τελειώνεις με αξιοπρέπεια. Τέλος. Τέλος με το κυνηγητό, τέλος με τις προσδοκίες, τέλος με όλα.

Νομίζουν όλοι πως κλείνεις τα τεφτέρια σου με κάποιον κι αρχίζουν αυτόματα τα παράπονα κι οι μνησικακίες. Εκείνης τι να βρει να της μισήσει; Κάποιοι άνθρωποι ποτέ δε χωρίζουν. Δηλαδή, όχι όπως πάντοτε χωρίζουν τα ζευγάρια. Κάποιοι συνεχίζουν πλατωνικά και κάποιοι άλλοι συνεχίζουν μόνοι.

Πάει τελείωσε. Κι αν δεν τελείωσε ακόμη μέσα του, με τον καιρό θα κλείσει. Δεν ήταν κρίμα, απόφαση ήταν. Αυτός επέλεξε να φύγει. Κι αυτό το να φεύγεις στα πολλά τα ζόρια, να ξέρεις, είναι πιο έντιμο απ’ το να μένεις. Δε χρειάζεται να τον ευτελίζεις τον έρωτα. Μπορεί να πέσει χαμηλά και μόνος.

Φύγε, γιατί στο τέλος ευτελίζεσαι κι εσύ. Αυτό θες; Κουράζουν, φίλε μου, τα ζόρια κι οι έρωτες γουστάρουν αντοχές. Να το λες πως κουράστηκες, ντροπή δεν είναι. Κι αν πατάς ήδη στο τέλος, το ‘χεις χρέος να μιλήσεις. Να δηλώσεις παραίτηση, να μη φανεί αδικαιολόγητη η απουσία.

Να φεύγεις όμως και να μην ξεχνάς. Θα ‘σαι ψεύτης αν ξεχάσεις. Να φεύγεις και να σου μένει η γεύση. Όλοι τρέχουν ευθύς να την αντικαταστήσουν. Εσύ να μην το κάνεις. Να φεύγεις κύριος. Κύριος έφυγε κι εκείνος. Αθόρυβα, χωρίς πολλά-πολλά.

Φύγε κι αν είναι θα ξαναρθεί. Αυτός, αυτή, εσύ κι οι δύο. Θα το βρεις το μέσο, θα το δεις. Ήταν λάθος εποχή. Αυτό είναι όλο και το ήξεραν κι οι δύο. Ίσως να μην ήταν η ώρα τους κι ίσως ποτέ να μην είναι. Οι άνθρωποι κάποια στιγμή πρέπει να συμβιβαστούμε με το γεγονός πως κάποια πράγματα δεν είναι απλά ποτέ γραφτό τους να συμβούν.

Δε θα σταματούσε να την αγαπάει. Όχι επειδή και μόνο έφυγε. Της το ‘πε, δεν το κράτησε κι αν ένιωθε κι εκείνη κάτι πράγματι, θα το μπορούσε να καταλάβει. Δεν έχει σημασία. Τέλειωσε και δεν υπάρχει λόγος πια να το ψειρίζει. Αυτός εδώ, εκείνη αλλού και το ενδιάμεσα κενό. Τα ‘φερε πάλι δυο γύρες στο μυαλό του και κατέληξε. Πάντα στο ίδιο καταλήγει.

«Αντίο, να προσέχεις, σ’ αγαπώ».

 

Αυτή ήταν η ιστορία αναγνώστη για τη στήλη Your Stories Reloaded. Στείλε κι εσύ τη δική σου εδώ.

Συντάκτης: Αναστασία Θεοφανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη