Θέλω να έχω μια αγκαλιά το βράδυ. Όχι δεκαπέντε. Βαρέθηκα να γυρνάω από εδώ κι από εκεί. Δε θέλω να χάνομαι σε πολλές. Μόνο σε μία. Δεν ξέρω αν θέλω να είναι καν δική σου αυτή η αγκαλιά. Τώρα που το σκέφτομαι, θέλω μια καινούρια. Μια δική μου, εντελώς δική μου.

Η δική σου με φόβισε. Με πέταξε στον αέρα και με προσγείωσε στα δάχτυλα. Μου τα έσπασε με τέτοιο τρόπο, που δε μπορώ να σε «δέσω» άλλο πια μαζί μου. Και δε χρειάζεται κιόλας. Πώς να μπλέξουν ξανά τα δάχτυλά μας που τα δικά μου θυμούνται με ποιο τρόπο τα έσπασες;

Δε θέλω τα δικά σου δάχτυλα μπλεγμένα με τα δικά μου. Αλλουνού θέλω. Να τα πιάσει, τα φιλήσει, να περάσει ο πόνος που λέει και η γιαγιά μου. Είδες τι δύναμη μπορεί να έχει ένα φίλημα στα χέρια; Μαγική. Παρόμοια δεν έχεις δει.

Βαρέθηκα να μπλέκω τα χέρια μου με ξένους. Θέλω χέρια ανθρώπου που δε θα αγκαλιάζει μόνο τα μπράτσα μου αλλά και το σκοτάδι μου. Που δε θα χρειαστεί ποτέ να του μιλήσω για τα παλιά αλλά μόνο για τα καινούρια. Για όλα τα καινούρια που δε θα αφορούν μόνο εμένα. Γιατί απλά θα χτίζονται κι από τους δυο μας με τέτοιο τρόπο που δε θα σχεδιάζεται το αύριο, αλλά το τώρα. Το δικό μας τώρα.

Θέλω να γνωρίσω τον έρωτα που δε θα με πληγώνει, που δε θα με πονάει. Θέλω να γνωρίσω τον έρωτα που έχω στο μυαλό μου και δεν πρόκειτα να βολευτώ με τα έτοιμα. Θέλω να μην υπάρχουν καν έτοιμα και να ξεκινήσω με τα καινούρια του ανθρώπου μου. Δε με νοιάζει πόσο καιρό θα κάνω να τον γνωρίσω ή αν τον έχω ήδη γνωρίσει και απλά δεν τον βλέπω. Κάποια στιγμή αυτό που είναι δίπλα μου ή μπροστά μου θα το προσέξω. Ελπίζω μόνο κι εύχομαι να μη το έχω αφήσει να φύγει με κλωτσιές, αλλά μόνο με μερικά δυνατά χτυπήματα στη πλάτη.

Θέλω μια αγκαλιά που δε θα κουμπώνει, που μόνο θα αναπνέει. Μια αγκαλιά που θα με κάνει να νιώθω ακόμη πιο όμορφα απ’ ότι με έκαναν οι άλλοι να νιώθω. Γιατί δε θα κρατάει μόνο λεπτά, αλλά ώρες και μέρες. Θα χάνομαι στο χρόνο και δε θα με νοιάζει τίποτα.

Θέλω να χτυπάει η καρδιά μου σε ρυθμούς που δε θα είναι ίδιοι με τους προηγούμενους, αλλά ακόμη καλύτεροι. Θέλω να νιώθω πως χάνεται ο κόσμος μου αν δεν βλέπω το χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη του ανθρώπου μου από τα δικά μου χωρατά. Θέλω να μη συγχωρώ τον εαυτό μου όταν δεν τον κάνω να χαμογελά. Να μην περνάει καν απ’ το μυαλό μου και να μη συγχωρώ τον εαυτό μου αν θα τον κάνω ποτέ να κλάψει. Γιατί δε θα το κάνω. Πως γίνεται να πληγώνεις αυτούς που αγαπάς; Κι όμως τελικά γίνεται. Γιατί εμείς οι άνθρωποι αποζητάμε πάντα το καλύτερο. Απόδειξη αυτό που σου γράφω.

Δε φοβάμαι να το πω και να το εννοώ. Θέλω το καλύτερο για τον εαυτό μου γιατί αυτό και μου αξίζει. Και δε μου αξίζει γιατί είμαι κάποια, μου αξίζει γιατί είμαι άνθρωπος κι έχω την ανάγκη να νιώθω όμορφα και να χαμογελώ.

Όπως κι εσύ που το διαβάζεις. Όπως κι εσύ που δε μπορείς να κοιμηθείς τα βράδια γιατί την άφησες να φύγει ή γιατί τον έδιωξες όταν πίστευες ότι είναι νωρίς ακόμη για να δεσμευτείς. Όπως κι εσύ που ξυπνάς το πρωί και αντικρίζεις τα μούτρα του ανθρώπου σου και του λες την πιο όμορφη καλημέρα. Όλοι αξίζουμε να είμαστε ευτυχισμένοι κι όχι απλά ευχαριστημένοι.

Η ευχαρίστηση κρατάει λεπτά ή μέρες, ενώ η ευτυχία πολύ περισσότερο όταν τη μοιραζόμαστε με τον άνθρωπο που αγαπάμε. Θέλω μια καινούρια αγκαλιά, που να μπορώ να την πλάσω όπως θέλω εγώ. Θέλω τη δική μου αγκαλιά.

Σημ: Αφιερωμένο στη μοναξιά.

Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Παπασάββα