Τη στιγμή που γεννιόμαστε είμαστε μια λευκή κόλλα χαρτί. Δεν υπάρχει παρελθόν, παρά μόνο παρόν και μέλλον. Δεν υπάρχουν εμπειρίες, γνώση ή συναισθήματα. Μόλις βγούμε από την κοιλιά της μητέρας μας αρχίζουν να γράφονται οι πρώτες γραμμές ενός κειμένου που θα αποτελέσει τον μετέπειτα συναισθηματικό μας κόσμο. Καθώς οδεύουμε προς την ενηλικίωση, το κείμενο αυτό μεγαλώνει μαζί μας, μέχρι να διαμορφωθεί αυτό που τελικά είμαστε. Τις περισσότερες γραμμές θα τις γράψουν οι γονείς μας με τις πράξεις και τα λόγια τους. Με αυτά που έκαναν ή είπαν ή με εκείνα που παρέλειψαν.

Όταν ως ενήλικες θα είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε τι έγραψαν οι γονείς μας στο κείμενο του συναισθηματικού μας κόσμου, πολλά από αυτά που θα διαβάσουμε μπορεί να μη μας αρέσουν. Οι γονείς είναι και άνθρωποι και αναπόφευκτα θα κάνουν λάθη στην ανατροφή των παιδιών τους, τα οποία μπορεί και να πηγάζουν από τον οποίο που τους μεγάλωσαν οι δικοί τους γονείς. Αν απλώς αναγνωρίσουμε την κατάσταση χωρίς οι πράξεις ή οι παραλείψεις του παρελθόντος να επηρεάζουν το παρόν και το μέλλον μας, δε φαίνεται να υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Το πρόβλημα δημιουργείται -και είναι μεγάλο- όταν όσα έκαναν οι γονείς μας και δε θέλαμε να κάνουν ή όσα δεν έκαναν και θέλαμε να είχαν κάνει μας επηρεάζουν αρνητικά σε τέτοιο βαθμό που να αποτελούν δικαιολογία για τη στασιμότητά μας.

Το να έχουμε τέτοιου είδους αρνητικά συναισθήματα είναι σαν να υπάρχει μια ανοιχτή πληγή. Όπως μια ανοιχτή πληγή προκαλεί πόνο σε ανύποπτο χρόνο, έτσι και η συναισθηματική πληγή είναι εκεί για να σε ενοχλεί και να σου θυμίζει κάθε φορά που θα έπρεπε να νιώθεις χαρά και ευφορία πως κάπου πονάς. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος μιας ανοιχτής πληγής είναι η μόλυνση. Όσο δε φροντίζεις να κλείσει, υπάρχει κίνδυνος να μολυνθεί ο συναισθηματικός σου κόσμος, κάτι που θα εμποδίσει να ωριμάσεις συναισθηματικά και θα επηρεάσει γενικότερα την υγεία των προσωπικών σου σχέσεων. Αν για παράδειγμα είσαι θυμωμένος με τους γονείς σου γιατί είχαν υπερβολικές απαιτήσεις από σένα, κάθε φορά που θα νιώθεις ότι ένα άτομο έχει απαιτήσεις -άσχετα απ’ το αν είναι λογικές ή παράλογες- θα «επιστρέφεις» στην παιδική σου ηλικία και θα αντιμετωπίζεις την κατάσταση με τον ίδιο ανώριμο συναισθηματικά τρόπο που την αντιμετώπιζες τότε. Δηλαδή, είτε θα σηκώνεις άμυνα σε κάθε απαίτηση από αντίδραση, είτε θα τις αποδέχεσαι όλες -όσο παράλογες κι αν είναι- προσπαθώντας να δείξεις την αξία σου. Δε θα είσαι σε θέση να αξιολογήσεις την απαίτηση, ούτε να τη χειριστείς με τρόπο αντικειμενικό και λογικό.

Το υποσυνείδητό σου, όπως θα έκανε και το σώμα σου, παλεύει να κλείσει την πληγή που επηρεάζει τις σκέψεις και τις ενέργειές σου. Ένας τρόπος που χρησιμοποιεί για να το πετύχει είναι να «φέρνει» στη ζωή μας άτομα με παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά των γονιών μας. Πρόκειται για αυτό που αποκαλούμε «νόμο της έλξης». Ο εαυτός σου θα προσπαθήσει να σε συμφιλιώσει με τα χαρακτηριστικά που σε ενοχλούν προκειμένου να τα ξεπεράσεις. Αν ως παιδί δε βίωσες την αγάπη και την τρυφερότητα που τόσο είχες ανάγκη, πιθανότατα να γοητευτείς από έναν σύντροφο που δυσκολεύεται να εκφράσει τα συναισθήματά του. Επειδή όμως αυτός ο τρόπος επούλωσης δεν είναι τόσο απλός στο συνειδητό επίπεδο, τις περισσότερες φορές θα βρίσκεσαι σε έναν φαύλο κύκλο, θα έλκεσαι από άτομα με τα ίδια χαρακτηριστικά που σε πονούν, θα επιστρέφεις στην παιδική σου ηλικία και θα ενεργείς με τον ίδιο συναισθηματικό τρόπο που όμως είναι δοκιμασμένος και μοιραία σε αφήνει με το ίδιο αίσθημα πικρίας και απογοήτευσης.

Όσο, λοιπόν, αποφεύγεις να συγχωρήσεις τους γονείς σου για όσα -δίκαια ή άδικα- τους προσάπτεις, η ζωή σου θα παραμένει στάσιμη. Κι αυτό διότι η αποφυγή της συγχώρεσης λειτουργεί σαν αμυντικός φραγμός. Τα αισθήματα θυμού, πικρίας και μνησικακίας απέναντι στους γονείς είναι ένας τρόπος άμυνας απέναντι στη συμπεριφορά που φοβόμαστε. Αν ως παιδί έχεις βιώσει τη συνεχή επίκριση από τον ένα ή και τους δύο γονείς, τα αισθήματα της πικρίας και του θυμού θα είναι πάντα εκεί να σου το θυμίζουν και να σε προστατεύουν από το να εκτεθείς σε καταστάσεις που ενδεχομένως να λειτουργήσουν επικριτικά. Αυτή είναι πράγματι η καλύτερη δικαιολογία για να αρνείσαι να βγεις από τη ζώνη άνεσής σου, να μην τολμάς να κυνηγήσεις τα όνειρά σου και να τριγυρνάς στους τέσσερεις τοίχους του μικρόκοσμού σου.

Η λύση σε όλα είναι η ανάληψη ευθύνης. Είτε οι γονείς σου ευθύνονται πραγματικά για όσα τους προσάπτεις, είτε τα επικαλείσαι ως δικαιολογία γιατί βολεύεσαι με αυτό, η αλήθεια είναι ότι ποτέ δε θα τα βρεις με τον εαυτό σου αν δεν καταφέρεις να τα αφήσεις όλα πίσω. Θα είσαι μονίμως ένα μικρό παιδί που θα αναζητά από τους γονείς του ή από τους άλλους αυτό που του λείπει.  Για να τα αφήσεις πίσω πρέπει να αναλάβεις την πλήρη ευθύνη της συναισθηματικής σου κατάστασης. Πρέπει εσύ ο ίδιος να δώσεις στον εαυτό σου αυτό που περιμένεις να σου δώσουν άλλοι. Μόνο τότε θα μπορέσεις να κάνεις πράξη τις επιθυμίες σου χωρίς να περιμένεις γονική συναίνεση. Μόνο τότε θα μπορέσεις να απελευθερωθείς από την ανάγκη για έγκριση, αναγνώριση και υποστήριξη. Μόνο αν συγχωρέσεις τους γονείς σου θα ωριμάσεις συναισθηματικά και θα πορευτείς ως συνειδητοποιημένος ενήλικας που παίρνει τις δικές του αποφάσεις, αυτόνομα και συνειδητοποιημένα, αποδεχόμενος τόσο τις επιτυχίες όσο και τις αποτυχίες ως αποκλειστική συνέπεια των δικών του ενεργειών.

Συντάκτης: Γιώργος Μαυρογιάννης
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.