Πριν λίγο καιρό η Jill Biden, η Πρώτη κυρία των Η.Π.Α., έδωσε μια συνέντευξη στο Harper’s Bazaar, αναφορικά με τις σχέσεις με τον σύζυγό της, και ανέφερε τον όρο «fexting» για να περιγράψει τις αψιμαχίες που έχει κάποιες φορές μαζί του. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι αναγνώστες του περιοδικού -και όχι μόνο- έψαξαν να βρουν τι σημαίνει «fexting» (το οποίο θύμιζε κάτι από «s@xting»). Και πριν φτάσει η φαντασία τους σε μηνύματα πονηρού περιεχομένου, η ερμηνεία δόθηκε.

«Fexting» είναι ο καβγάς μεταξύ δύο ατόμων μέσω γραπτών μηνυμάτων και αποτελεί συντομογραφία του «fighting over text». Η παρ’ ολίγον παρεξηγημένη κυρία Biden εννοούσε ότι πολλές φορές καβγαδίζουν με τον Πρόεδρο των Η.Π.Α. -και σύζυγό της- μέσω μηνυμάτων, καθώς δε βρίσκουν χρόνο να τα πουν από κοντά λόγω του φορτωμένου καθημερινού προγράμματος και των δύο.

Ουσιαστικά, στο fexting αντί για χειρονομίες και φωνές, παίρνουν φωτιά τα πληκτρολόγια. Είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε κάθε σχέση, με συγγενείς, φίλους, γνωστούς, συναδέλφους αλλά και ανάμεσα σε συντρόφους. Εξάλλου, δεν είναι δυνατόν σε μια ερωτική σχέση να λείπουν τα καβγαδάκια. Αν σκεφτεί κάποιος για ποιο λόγο γίνεται το fexting, το πρώτο πράγμα που θα του έρθει πιθανόν στο μυαλό θα είναι ο φόβος να αντικρύσει κανείς κατάματα τον συνομιλητή του και να του πει γιατί είναι τσατισμένος. Σίγουρα η face-to-face αντιμετώπιση είναι πιο δίκαιη και τίμια από ένα απρόσωπο γραπτό μήνυμα, αλλά πόσοι την τολμούν και την επιδιώκουν τελικά;

Υπάρχει βέβαια και μια άλλη «δικαιολογία». Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι που το έχουν με το «λέγειν» και άνθρωποι που αγχώνονται όταν πρέπει να μιλήσουν, που δε βγάζουν άχνα και τα κρατάνε μέσα τους. Αυτοί συνήθως επιδιώκουν να εκφράζονται περισσότερο μέσα από μηνύματα, ακόμα και όταν είναι να μαλώσουν με κάποιον. Το γραπτό μήνυμα τούς δίνει χώρο και χρόνο να σκεφτούν. Το άγχος που τους δημιουργεί η παρουσία του άλλου είναι ικανό να τους αποδιοργανώσει και να τους αποσυντονίσει. Διαλέγουν τον γραπτό λόγο, γιατί εκεί μπορούν να «ζυγίσουν» τα λόγια τους και τις λέξεις που θα γράψουν, καθώς και να σβήσουν τυχόν εκφράσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε παρεξηγήσεις. Μήπως όμως ο γραπτός λόγος μπορεί να προκαλέσει προβλήματα εκεί που δεν υπάρχουν;

 

 

Το πρόβλημα με τα γραπτά μηνύματα είναι ότι δεν μπορείς να καταλάβεις ακριβώς αν ο άλλος σε κοροϊδεύει, κάνει πλάκα ή μιλάει σοβαρά. Η διαφορά είναι ότι στο μήνυμα δεν μπορεί να αποτυπωθεί ο τόνος που γράφεις κάτι και κάπως έτσι ο παραλήπτης μπορεί να μην καταλάβει τι συμβαίνει και όλο αυτό να οδηγήσει σε ανούσιες διενέξεις και παρεξηγήσεις που μπορεί να κρατήσουν ακόμη και καιρό. Και φυσικά όταν κάποιος είναι θυμωμένος, σχεδόν πάντα τα μηνύματά του θυμίζουν «σεντόνια» και δεν είναι εύκολο για τον παραλήπτη να καθίσει να τα διαβάσει όλα με ηρεμία και προσοχή. Επιπλέον, όσο δίκιο κι αν έχει ο θυμωμένος, ένα πακτωλός κατεβατών μηνυμάτων μπορεί να τον φέρει στη θέση του θύτη και να χάσει το δίκιο του.

Το fexting έχει θετικά και αρνητικά. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει στις ανθρώπινες σχέσεις και γι’ αυτό οι ψυχολόγοι όταν κάποιος ασθενής αναφέρεται σε αυτό προσπαθούν να ερευνήσουν τα συναισθήματα που προκύπτουν από τη διαδικασία και όχι τις λέξεις που γράφτηκαν ή ειπώθηκαν. Αν και δεν μπορούν να επιβάλλουν τη μία ή την άλλη λύση, ωθούν σε μια μέση προσπάθεια που θα βοηθήσει όσους εμπλέκονται να κατανοήσουν την κατάσταση και να λύσουν το μεταξύ τους πρόβλημα. Για παράδειγμα, στην περίπτωση που ο παραλήπτης δε συμπαθεί ιδιαίτερα τα κατεβατά των μηνυμάτων, ο αποστολέας μπορεί να επιδιώξει την τηλεφωνική επικοινωνία, αφού όμως πρώτα έχει γράψει σε ένα χαρτί τι θέλει να πει και τις πιθανές απαντήσεις που θα δώσει.

Πριν όμως καταλήξετε σε έναν καβγά, η πρώτη σκέψη πρέπει πάντα να είναι αν αξίζει να περάσεις μια ένταση που μπορεί απλώς να σου χαλάσει το στομάχι και να σου φέρει πονοκέφαλο ή αν είναι κάτι που μπορείς να συζητήσεις με τον φίλο, τον σύντροφο ή τον συνάδελφο κάποια στιγμή που δε θα έχεις ανεβασμένη πίεση και θολωμένη σκέψη. Είναι σοφό να γνωρίζεις ποια μάχη αξίζει να δώσεις κάθε στιγμή και ποια να εγκαταλείψεις.

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.