Έτσι όπως καθόμαστε και κοιτιόμαστε, μου ‘ρχεται στο μυαλό εκείνη η σειρά του Κοκκινόπουλου που κάθε επεισόδιο ξεκινούσε απ’ το τέλος της, με τον πρωταγωνιστή να αφηγείται την ιστορία απ’ την αρχή, μέχρι να καταλήξει στην τελευταία σκηνή που ήταν κι η πρώτη. Κάποιες φορές μιλούσε στο θύμα του, κάποιες στον ευεργέτη του και κάποιες άλλες στον ανακριτή.

Για πολλούς και διάφορους λόγους, θα μπορούσες να είσαι οποιοδήποτε από αυτά τα τρία πρόσωπα. Και στο τέλος θα είσαι ένα από αυτά τα τρία, κι από σένα θα εξαρτηθεί ποιο. Μην αναλώνεσαι σε αυτό προς το παρόν, δεν είναι αυτό που έχει σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι αν δεν ήσουν απρόσεκτος και πλεονέκτης, θα μπορούσες να είσαι εσύ ο πρωταγωνιστής, κι όχι κάποιος απ’ τους άλλους τρεις.

Μην ακούσω για ηθικούς κώδικες κι επιχειρήματα τύπου «αυτό είναι δικό μου». Πρώτον τίποτα δεν είναι κανενός, αλλά μόνο του ιδίου του εαυτού του. Δεύτερον, αν είσαι τόσο αξιοθρήνητος ώστε να επιχειρηματολογείς σαν οργισμένο δεκάχρονο που του έκλεψαν το παιχνιδάκι του, πραγματικά απορώ τι σου βρήκε εξαρχής. Και να χαρείς, μην αρχίσουμε τις κλασικές παπαριές με τη σημερινή εποχή και τη χαμένη μπέσα. Ο Πάρης δεν έφαγε την Ελένη απ’ το Μενέλαο πριν δυο βδομάδες, αλλά πριν τρεις χιλιάδες χρόνια. Η «καταπάτηση» να ξέρεις γεννήθηκε από τον πρώτο μαλάκα που είχε κάτι και δεν το πρόσεχε, κι όχι απ’ τον πρώτο καταπατητή.

Είμαστε δυο λύκοι που στάμπαραν το ίδιο θήραμα, αδερφέ, και το ότι το βρήκες και το ακινητοποίησες πρώτος, δε σημαίνει ότι δε θα έρθω να το διεκδικήσω ακόμα και μέσα απ’ τα δόντια σου. Αν νόμιζες ότι η μοναδική μάχη που θα χρειαζόταν, θα ήταν αυτή για να το κυνηγήσεις, πλανάσαι. Η πραγματική μάχη που θα δώσεις, θα είναι μαζί μου, για να μη στο πάρω. Κι όσο κι αν αυτό θα μου δυσκόλευε τη ζωή, ελπίζω να το κάνεις γιατί τα ευκολάκια δε μου βγάζουν γούστα. Σταμάτα λοιπόν να είσαι κακομοίρης, γιατί αν είσαι καλύτερος, τώρα είναι η ώρα να το δείξεις.

Τα happy end με το πρώτο φιλάκι που ακολουθείται απ’ τους τίτλους τέλους, ξέρεις από πρώτο χέρι ότι είναι μόνο για τα ρομάντζα. Από το πρώτο φιλάκι και μετά ξεκινά ο αγώνας και το λαχάνιασμα, η τριβή κι η αγωνία να κρατήσεις τη φλόγα ζωντανή. Και την κρατάς ζωντανή όσο συνεχίζεις να προσπαθείς. Δεν τελειώνεις όταν λες «τελειώσαμε». Έχεις ήδη τελειώσει τη στιγμή που σταμάτησες να αγωνίζεσαι νομίζοντας ότι σου οφείλεται κάποια πίστωση χρόνου για την προσπάθεια που είχες ήδη κάνει.

Και κάπου εκεί έρχομαι εγώ. Δεν είναι μπάλα, αδερφέ, να σφυρίξει ημίχρονο για να κάνεις διάλειμμα να ξεκουραστείς. Τη στιγμή που θα αποφασίσεις να πας έστω για λίγο στα αποδυτήρια κι αφήσεις εμένα μόνο μου σε άδειο γήπεδο να παίζω χωρίς αντίπαλο, ακόμα και με τούβλα στα πόδια, το γκολ θα στο βάλω. Αδικία και missmatch θα μου πεις, ε; Εγώ θα το ξεπεράσω, να είσαι σίγουρος, για σένα να αγχώνεσαι.

Όταν ξεκίνησε ούτε που έδωσες σημασία. Δεν ξέρω αν ήσουν τόσο σίγουρος για το θρόνο σου ή τόσο μπαγλαμάς που δεν καταλάβαινες ότι κάτι δεν πάει καλά. Σημασία έδωσες όταν κατάλαβες ότι όχι απλά είμαι κοντά της, αλλά ότι είμαι κοντά της γιατί η ίδια πλησίασε. Και μόνο που ξέρω κάθε πτυχή σας χωρίς να σε γνωρίζω, θα ‘πρεπε να σου αρκεί για να καταλάβεις ότι τα ματάκια σου τα έβγαλες με τα χεράκια σου κι η δική μου ύπαρξη είναι απλά η απόδειξη του πόσο κουτός ήσουν. Δεν είχα να της δώσω τίποτε άλλο εκτός από σημασία και λίγο χαμόγελο κι ακόμα και μ’ αυτά τα λίγα, έκανα το θρόνο σου να τρίζει.

Στην πραγματική ζωή, όπως σου ξανάπα, δεν παίζουν κοινωνικά συμβόλαια και κανόνες. Εδώ μιλά η φύση, που θέλει τα δυο αρσενικά να δίνουν ό,τι έχουν και δεν έχουν για να επικρατήσει αυτός που θα αντέξει περισσότερο. Κι αν θες να μιλήσουμε για ιπποτισμούς, θεώρησε ιπποτισμό ότι σου δίνω ένα τελευταίο τελεσίγραφο ενώ δε στο οφείλω, να το σώσεις έστω και την τελευταία ώρα.

Ναι, ίσως ακόμα να προλαβαίνεις, ίσως κι όχι. Μεταξύ μας, φυσικά κι ελπίζω το δεύτερο. Θεώρησε ιπποτισμό το ότι ακόμα κι όταν η δική σου αδιαφορία μου έδωσε την τέλεια πάσα να την κερδίσω ολοκληρωτικά, δεν εκμεταλλεύτηκα το πόσο ευάλωτη ήταν και την άφησα μακριά από περισπασμούς. Θεώρησε ιπποτισμό το γεγονός ότι ενώ θα έπρεπε να της δίνω όσο χρόνο μου περισσεύει, διαθέτω λίγο απ’ αυτόν και τον δίνω σε σένα.

Θες να μου πεις ότι αύριο-μεθαύριο μπορεί να πάθω το ίδιο; Ίσως, κι αν το αξίζω, καλώς να το πάθω. Το έχω πάθει κι όταν δεν το άξιζα, αγορίνα, ούτε για γαργάλημα δεν το νιώθει το αφτί μου, πόσο μάλλον για κατάρα. Θες να μου πεις ότι θα το λύσουμε στις μπουνιές; Αν είναι να το κάνουμε, ας βάλουμε κι ένα στοιχηματάκι για ποιανού τις μελανιές θα περιποιείται μετά. Τις δικές μου που για να την κερδίσω τις έφαγα, ή τις δικές σου, που το καλύτερο που σκέφτηκες να κάνεις για να μην τη χάσεις ήταν να παίξεις ξύλο μαζί μου;

Και για να τελειώνουμε με τα πολλά τα λόγια, ούτε την άδεια σου ζητώ ούτε τη συγχώρεση. Ούτε θα γίνουμε ποτέ φιλαράκια ούτε θα βρεθούμε να τα πίνουμε δίπλα-δίπλα συζητώντας τους νταλκάδες μας. Τα πράγματα είναι απλά. Ή θα προλάβεις τον γκρεμό που έρχεται να σε συναντήσει έστω και τώρα, ή θα γίνεις ο πρώην που θα μου αναφέρει όταν θα συζητάμε για τα λάθη που έχουμε κάνει στη ζωή μας, πριν τη γνωρίσω. Αυτές είναι οι πιο ξεκάθαρες κι αρσενικές κουβέντες που θα ακούσεις ποτέ. Και είναι κι οι τελευταίες που έχω να σου πω.

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη