Σάββατο βράδυ, μπουζούκια «επί κοντώ», αντροπαρέα 4 ατόμων. Ένας υπόλογος ενός λάθους που μόλις έχει κάνει, ένας να τον λογοκρίνει για το λάθος του αυτό, ένας να τον χαϊδολογάει λέγοντάς του ότι δεν τρέχει τίποτα, κι ο υποφαινόμενος να προσπαθώ μάταια να επικεντρωθώ στη μουσική, χωρίς να ακούω τη ζούγκλα της συζήτησης που γινόταν δίπλα στο δεξί αφτί μου.

Τρία μπέρμπον αργότερα δεν μπορείς να ξέρεις αν όλη αυτή η ιστορία θα καταλήξει να τσουγκρίζουμε όλοι μαζί αγκαλιά ή θα τις παίζουμε –επίσης όλοι μαζί– έξω απ’ το μαγαζί. Μέχρι να ‘ρθει εκείνη η στιγμή που μία σκέψη –που όλοι έχουμε κάνει, αλλά δεν έχουμε όλοι καταλήξει– δε φεύγει απ’ το μυαλό.

Τελικά, φίλος είναι αυτός που σου φέρνει τσιγάρα στο νοσοκομείο που κατέληξες μετά το μεθυσμένο τροχαίο σου ή αυτός που σε πλακώνει στις κλοτσιές τη στιγμή που πας να ξεκλειδώσεις το αμάξι σου σουρωμένος; Φίλος είναι αυτός που σου λέει ότι καλώς έκανες όποια μαλακία κι αν έκανες, «γιατί αυτός είσαι και σε όποιον αρέσεις», ή αυτός που σου λέει «δεν είσαι εσύ αυτός», είτε πριν την κάνεις είτε αφού την έκανες;

Ίσως να ‘ναι κι οι δυο. Αλλά πρέπει κάποια στιγμή να αποφασίσουμε τι είδους ανθρώπους θέλουμε δίπλα μας στο διάβα μας από αυτή τη ζωή. Γιατί τείνει να ‘χει εξελιχθεί, τελικά, σε παθογένεια το να μη ζητάμε προσωπικότητες αλλά αυλικούς, τοποθετώντας αυτόκλητα τον εαυτό μας σε έναν θρόνο που όχι μόνο δε μας ανήκει, αλλά πολλές φορές δεν υπάρχει κιόλας.

Το βλέπουμε στις σχέσεις γνωρίζοντας άτομα που περισσότερο ψάχνουν γλάστρα για το μπαλκόνι παρά άνθρωπο για συνοδοιπόρο. Το βλέπουμε στον στίβο εργασίας, που οι γλείφτες κι οι μαλιστάκηδες, γονατιστοί στη γλίτσα τους, καρτερούν να ανέβουν έστω ένα σκαλάκι παραπάνω, στην ιεραρχία μιας βάρκας που με τέτοιους για καπετάνιους έχει τον πάτο σίγουρο. Το βλέπουμε στην ίδια τη δομή ενός κράτους, που η εξουσία αντί να δίνεται στον άξιο, δίνεται σε αυτόν με την πλουσιότερη παροχολογία.

Κι αν αναρωτιέσαι «πώς φτάσαμε απ’ τη μαλακία του φίλου σου στις εκλογές και τα επαγγελματικά», οι λόγοι είναι δυο: Πρώτον, μισή φιάλη μπέρμπον μπορεί να συνδέσει τη μαλακία του φίλου σου ακόμα και με το λιώσιμο τον πάγων της Αρκτικής. Δεύτερον, γιατί η ίδια έπαρση που μας θέλει να συναναστρεφόμαστε παράσιτα στην παρέα και το κρεβάτι μας, είναι το ίδιο σύμπλεγμα, η αυταπάτη υπέρ-επάρκειας, που μας οδηγεί σε λάθος επιλογές στην εργασία και την κάλπη.

Και δε σκέφτεσαι ότι είναι παντελώς αχρείαστη μια προαγωγή σε μια επιχείρηση η οποία απ’ τους πολλούς φελλούς που φιλοξενεί στο τέλος θα πάει στον πάτο και θα μείνετε όλοι στο ταμείο ανεργίας, αρκεί να κερδίσεις το άτυπο dick measurement μεταξύ των συναδέλφων σου. Και δε σκέφτεσαι ότι το γλαστράκι που λες σχέση σου, όπως δέχεται υποτακτικά τη δική σου εξουσία, θα δεχτεί την εξουσία οποιουδήποτε άλλου θελήσει να το κάνει δικό του, ακριβώς επειδή δεν έχει άποψη, ή αν έχει δεν τη λέει.

Ο σωστός φίλος δε χαϊδεύει αφτιά. Ο σωστός φίλος είναι αυτός που αν μπορεί να σε αποτρέψει από ένα λάθος, θα κάνει ό,τι περνά απ’ το χέρι του να σε προειδοποιήσει πριν το κάνεις. Θα γίνει αυθάδης, θα γίνει εκνευριστικός, θα κάνει τη συνύπαρξή σου με αυτόν αφόρητη. Θα φροντίσει να σου βάλει ακόμα και με ένεση στο κεφάλι τη γνώμη του, όχι για να στην επιβάλλει, αλλά γιατί το ενδεχόμενο που εσύ μπορεί να βλέπεις απίθανο, αυτός το βλέπει απλά να έρχεται.

Φίλος, επίσης, είναι όταν στέκεται δίπλα σου ενώ το λάθος το έχεις ήδη κάνει, και συνεχίζει να σε πρήζει αναφωνώντας τη φράση «στα ‘λεγα» εκατό φορές τη μέρα, αλλά χωρίς να φεύγει απ’ το πλευρό σου. Και φυσικά το κάνει με γνώμονα τη δική σου ευτυχία, γιατί αν το κάνει για τη δική του, δεν είναι αυτός φίλος σου αλλά εσύ μαλάκας, που νομίζεις ότι είναι.

Ο φίλος είναι το απάγκιο, όχι μαύρη αφήγηση. Είναι λύσεις, που όμως πολλές φορές δεν είναι εύκολες. Δε θυμάμαι πού το άκουσα κι από ποιον. Το κάθε ψέμα δημιουργεί χρέος προς την αλήθεια. Κι αυτό το χρέος κάποια στιγμή θα πληρωθεί. Ο φίλος δεν είναι σωτήρας, αλλά εκείνος που όταν δε θα βλέπεις, θα σου ανοίξει τον δρόμο να βρεις τη σωτηρία μόνος σου. Αυτός που θα επιλέξει την επίπονη αλήθεια απ’ το γλυκό ψέμα που μπορεί να μην κάνει ζημιά στη σχέση σας, αλλά εν τέλει θα κάνει ζημιά σε ‘σένα τον ίδιο. Δε μεταμφιέζεται για να σε παρασύρει να δράσεις, σου λέει ευθέως την άποψή του και δε μετανιώνει, αν σου κακοφανεί. Λέει για ‘σένα τα χειρότερα μπροστά σου και τα καλύτερα πίσω σου. Εκείνος ο σωστός άνθρωπος που ψάχνουμε στον λάθος κόσμο που ζούμε.

Και να αφήσουμε κάποια στιγμή το παπάτζεμα τόσο στους άλλους, τους οποίους προσπαθούμε να πείσουμε εκ των υστέρων ότι δε γνωρίζαμε, αλλά κυρίως στον ίδιο μας τον εαυτό. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ξέρουμε ότι έχουμε κάνει μαλακία αμέσως με το που την κάνουμε. Σε ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό το ξέρουμε κι από πριν την κάνουμε, απλά είμαστε αδύναμοι ή δε θέλουμε να την αποφύγουμε. Οι περιπτώσεις που δεν ξέρουμε ότι κάναμε λάθος και πρέπει να συλλέξουμε γνώμες για να καταλήξουμε, θα μετρηθούν στα δάχτυλα των χεριών σε όλη μας τη ζωή. Οπότε το να λογομαχείς με κάποιον που σε κρίνει για κάτι που το ξέρεις κι από μόνος σου ότι είναι λάθος, ή προσπαθεί να σε προφυλάξει από αυτό, δεν είναι μόνο άδικο αλλά και γελοίο.

Στον δρόμο προς το σπίτι, ο «καλά έκανες, μην ασχολούμαστε άλλο τώρα» φίλος έχει εδώ κι ώρα αφήσει την κουβέντα και μιλάει με κάποια στο Instagram. Ο άλλος ακόμα και μετά από πόσες ώρες τσακώνεται με τον «αμαρτωλό» για το ότι πρέπει να διορθώσει το λάθος του. Δεν ξέρω να απαντήσω με σιγουριά ποιος είναι καλύτερος φίλος απ’ τον άλλο, ξέρω πάντως ποιος χαράμισε όλη τη βραδιά του προσπαθώντας μέχρι την τελευταία στιγμή να δείξει το σωστό. Επόμενη σκέψη: Τι μπορείς να φας έξι η ώρα το πρωί και να μη γίνει όλο κοιλιακό λίπος;

 

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη