Υπάρχει αυτή η μαγεία το καλοκαίρι. Αυτή η χρυσόσκονη ευτυχίας που πέφτει πάνω στα σώματα των ανθρώπων και τα κάνει να λαμπυρίζουν μαυρισμένα. Υπάρχει η μυρωδιά της τεκίλας κι η αίσθηση του πάγου να λιώνει στα δάχτυλά σου. Η θάλασσα και το αλάτι να σου καίνε το δέρμα, η άμμος να γαργαλάει τα δάχτυλά σου, το ηλιοβασίλεμα να σου κλέβει μια αναπνοή, πριν στην ξαναδώσει μια ήρεμη νύχτα.

Ναι, είναι όμορφο το καλοκαίρι, έχει μια ελευθερία μέσα του και μια αλητεία, σε παρακινεί να κάνεις πράγματα, να προσπαθήσεις, να γνωρίσεις τον κόσμο. Αλλά σε περίπτωση που δεν πάρεις την ατμόσφαιρα εγκαίρως μέσα σου, γίνεσαι εχθρός του. Και ποτέ κανένας δεν κατάφερε να νικήσει το καλοκαίρι.

Το πιστεύω και το πιστεύω βαθιά πως το καλοκαίρι είναι στ’ αλήθεια η δεύτερη πιο καταθλιπτική περίοδος του χρόνου, μετά τα Χριστούγεννα. Είναι τόσο εξουθενωτικό να είναι καλοκαίρι, όπως και Χριστούγεννα, γιατί υπάρχει όλος αυτός ο τεράστιος ψυχαναγκασμός ευτυχίας. Έχει ήλιο, που σημαίνει πως πρέπει να είσαι χαρούμενος κι ενεργητικός, γιατί έτσι είναι φτιαγμένα τα στερεότυπα όλων των ταινιών του κόσμου. Βροχή-κατάθλιψη, ήλιος-απερίγραπτη ευτυχία. Κι αυτό, αν δεν είναι ψυχαναγκασμός, δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσε να είναι.

Στ’ αλήθεια δεν ξέρω καν κατά πόσο σε ελευθερώνει, νομίζω πως απλώς σου υπενθυμίζει πως όλον τον υπόλοιπο χρόνο είσαι φυλακισμένος σε μια «συνέχεια», απ’ την οποία χρειάζεσαι «διακοπές». Άρα σε βάζει στη διαδικασία να περιμένεις και να θέλεις αυτό που κάνεις να διακόπτεται, από ένα δεκαήμερο που πραγματικά θα κάνεις ό,τι γουστάρεις. Ενώ στ’ αλήθεια, δεν ξέρω αν αξίζει να περιμένουμε 360 ημέρες, για να ζήσουμε τις 5. Δεν είναι εγωιστικό, λοιπόν, καλοκαίρι, να σου ανήκουν οι δέκα καλύτερες ημέρες του χρόνου;

Και γιατί να είναι μόνο δέκα; Γιατί να πρέπει να υπάρχει η λέξη διακοπή σ’ αυτούς τους μήνες; Δεν ξέρω καν γιατί ονομάζεται «καλοκαίρι». Στην πραγματικότητα είναι ανυπόφορος ο καιρός, τόσο, που μετά βίας μπορεί να λειτουργήσει μια πόλη κατά τη διάρκεια της μέρας, πόσο μάλλον ένα ανθρώπινο σώμα. Δεν είσαι ποτέ παραγωγικός στην τόση ζέστη, θέλεις μονίμως να κοιμηθείς, δεν αναπνέεις πολύ καθαρά και το δέρμα σου αντιδράει στη θερμότητα και την ακτινοβολία.

Ναι το ξέρω, υπερβάλλω για να επιχειρηματολογήσω, μα έχει βάση και μάλιστα μεγάλη. Δεν είναι φιλικό προς το χρήστη το καλοκαίρι, είναι μια ηλίθια εποχή γεμάτη στερεότυπα και υπερβολές, που δηλώνουν απλώς το πόσο καταπιεσμένοι είμαστε όλον τον υπόλοιπο χρόνο.

Που δηλώνουν, εκτός των άλλων, την ανικανότητα του ανθρώπου να περάσει καλά από επιλογή, την ίδια την ανικανότητα επιλογής. Να μπορείς, ρε φίλε, να το πεις και να χαρείς, πως εγώ γουστάρω τη βροχή, όχι επειδή μελαγχολώ και σκέφτομαι πόσο χάλια είναι η ζωή μου, αλλά γιατί είναι μια φυσιολογική και πανέμορφη συμπεριφορά της φύσης, πολύ πιο συμβατή με τον άνθρωπο. Έχεις σκεφτεί κάθε φορά πώς νιώθεις όταν χιονίζει; Πώς κοκκινίζουν τα μάγουλά σου, πώς ανεβαίνει η θερμοκρασία σου, χωρίς να ιδρώνεις, πώς νιώθεις τόσο ζωντανός κι ας έχει -10;

Δεν τα βάζω με κανέναν. Ούτε είμαι ηλίθια να μην αναγνωρίζω την ομορφιά μιας καταγάλανης θάλασσας τον Αύγουστο. Τα βάζω με τα κουτάκια. Με την έννοια του καλοκαιριού, με όλα αυτά που αντιπροσωπεύει και θεωρώ βαθύτατη ψευδαίσθηση.  Γιατί αν θέλεις να βρεις ομορφιά, την βρίσκεις παντού. Χωρίς διακοπές και συνέχειες. Το θέμα, είναι να είναι καλοκαίρι μέσα σου. Κι αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ήλιο και ροζ φλαμίνγκο.

Τι σημαίνει απ’ την άλλη, δεν έχω ιδέα. Άλλωστε αν είχα, πιθανότατα θα ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο. Κι απ’ ό,τι έχω ακούσει, το ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, είναι αυτό που μας κάνει να προσπαθούμε τόσο.

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου