Άκουσα πριν λίγο καιρό έναν, stand-up κωμικό να συγκρίνει, μέσα από ένα μονόλογο, τη λογική σκέψη των ενηλίκων μ’ αυτή των παιδιών. Συνοπτικά, εξέφραζε την άποψη πως όσο μεγαλώνουμε, σκεφτόμαστε όλο και πιο παράλογα και δεν μπορούσα παρά να συμφωνήσω απόλυτα. Γονείς, δάσκαλοι, όλοι μας εκπαιδεύουμε τα παιδιά με σκοπό ν’ ακολουθήσουν το δικό μας παράλογο τρόπο σκέψης πάνω σε διάφορα κοινωνικά και μη ζητήματα. Μήπως, θα ήταν καλύτερα, αν υιοθετούσαμε εμείς τη δική τους οπτική γωνία;

Μία φράση που φοριέται πολύ τα τελευταία χρόνια είναι: «Κανένας δε γεννιέται ρατσιστής, στην πορεία γίνεται». Κανένα παιδί δε θ’ απομόνωνε ένα άλλο εξαιτίας του χρώματος, της θρησκείας ή της εμφάνισης. Δεν το ενδιαφέρουν χαρακτηριστικά, τα οποία δεν το επηρεάζουν. Δε θα περάσουν απ’ το μυαλό του αρνητικές ιδέες και ρατσιστικές αντιλήψεις. Θέλει να παίξει με τα υπόλοιπα παιδιά, να καθίσει και ν’ απολαύσει την παρέα τους, διότι για το ίδιο μετράει μόνο ο εσωτερικός κόσμος των ανθρώπων, κι ας μη γνωρίζει την έννοιά του.

Μέχρι να έρθει ο τρομαγμένος γονιός, ας πούμε, σε μία περιοχή όπου φοιτούν προσφυγόπουλα στα σχολεία, να το πάρει απ’ το χέρι και να του δώσει ένα «πολύτιμο μάθημα». Ο ρατσισμός καλλιεργείται στα νέα μυαλά απ’ τα φοβισμένα παλιομοδίτικα. Εκείνη τη στιγμή, το παιδί δεν έχει τα νοητικά εφόδια για να αντικρούσει το υστερικό λογύδριο, με αποτέλεσμα να το δεχτεί και να το αφομοιώσει. Το πρώτο βήμα προς τον παραλογισμό.

Προχωράμε στο: «Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράττεις». Μαλώνουμε τα παιδιά όταν λένε ψέματα, στην προσπάθειά μας να τους διδάξουμε την ειλικρίνεια. Αυτό θα είχε κάποια ουσία, αν το τηρούσαμε κι εμείς. Μας βλέπουν να λέμε ψέματα, ενώ πριν από λίγο τους κατσαδιάζαμε για τον ίδιο λόγο.

Ένα χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας είναι η έμφυτη, αφοπλιστική ειλικρίνεια. Είναι ένα δώρο Θεού κι εμείς το παίρνουμε και το πετάμε στα σκουπίδια. Εμείς είμαστε o λόγος που ψεύδονται, που κρύβονται, από εμάς το έμαθαν. Τιμωρούμε τα παιδιά για τα δικά μας λάθη, υποχρεώνοντάς τα, σε τελική ανάλυση, να τα επαναλαμβάνουν ξανά και ξανά. Ίσως, το μάθημα που τους μεταλαμπαδεύσαμε είναι ότι είναι κακό να λες ψέματα, μόνο όταν σε πιάνουν. Τραγική ειρωνεία.

Έχεις δει ποτέ ένα αγοράκι να πέφτει και να χτυπάει; Ένα κοριτσάκι να σπάει καταλάθος το αγαπημένο του παιχνίδι; Αισθάνονται πόνο και θλίψη, ενώ παράλληλα βάζουν τα κλάματα. Το γέλιο τους αντιστοιχεί σε μία απ’ τις ομορφότερες μελωδίες. Τα συναισθήματά τους, που τα κατακλύζουν ανεξαρτήτως χρόνου και τόπου, τα αφήνουν ελεύθερα χωρίς να φοβούνται, δίχως να ντρέπονται γι’ αυτά. Ώσπου ν’ αγγίξουν το μαγικό αριθμό 18 της ενηλικίωσης, αφαιρώντας απ’ τον εαυτό τους το προνόμιο της ελευθερίας. Από πού φαντάζεσαι πως το διδάχτηκαν;

Στο μυαλό ενός παιδιού, ο ορισμός της ζωής συνοψίζεται σε μία λέξη: «Παιχνίδι». Μία τόσο όμορφη λέξη, απλή, άμεση. Σου φανερώνει απευθείας τον τρόπο αντιμετώπισής της. Για τους υπόλοιπους, το παιχνίδι αντιστοιχεί σ’ ένα μικρό κομμάτι της ημέρας, αυτό του ελεύθερου χρόνου, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα σε ξέφρενους ρυθμούς, υποχρεώσεις και ταλαιπωρίες. Γι’ αυτούς η ζωή είναι ένας αγώνας ταχύτητας. Πολλή πίεση κι ελάχιστη ηρεμία αποτελούν την ουσία της κάθε μέρας. Κάπου στην πορεία, ξεχάσαμε τα παιχνίδια μας, χάσαμε την πηγαία όρεξή μας και βυθιστήκαμε στην καθημερινότητα.

Απ’ τη γέννηση ενός παιδιού μπαίνουμε σε μια διαδικασία διδασκαλίας. Μαθήματα συμπεριφοράς, γνώσεων, γαλούχησης. Ποτέ δεν αναλογιστήκαμε, πόσα έχουν αυτά να μας μάθουν. Να μας δώσουν ένα μάθημα ζωής, μία νέα πυξίδα για να βρούμε αυτό που τελικά όλοι ψάχνουμε. Ένας ενήλικας δε θα είναι ποτέ τόσο ευτυχισμένος όσο ένα παιδί, δυστυχώς. Αν σκεφτόμασταν, έστω και λίγο, με τη δική τους λογική, αν βλέπαμε μέσα απ’ τα δικά τους υπέροχα μάτια, τότε θα αντιλαμβανόμασταν, γιατί ο κόσμος μας έχει καταντήσει μια παταγώδης αποτυχία.

Δεν ήμαστε πια παιδιά, δεν μπορούμε να μαζευόμαστε ολημερίς σε αλάνες για μπάλα, έχουμε πολλά τρεχάματα. Όμως η ουσία της εξέλιξης κρύβεται μέσα στα όνειρα. Τα ομορφότερά μου όνειρα τα έκανα ως παιδί και δεν άφησα ούτε άνθρωπο ούτε το χρόνο να μου τα στερήσει.

Γύρισε λίγο πίσω, κάτι ξέχασες.

Συντάκτης: Θάνος Αραμπατζής
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου