Δεν είναι λίγοι εκείνοι που για να κάνουν σεξ με κάποιον πρέπει να τον θέλουν πάρα πολύ. Ωραίο δεν είναι όμως αυτό κι εκεί δεν είναι η ουσία; Πριν τη σαρκική διείσδυση να νιώσεις πως ο άλλος έχει διεισδύει στα σκοτεινά δωμάτια της ψυχής σου. Να ‘χει ανακαλύψει ή έστω να σε εμπνέει να θες να του αποκαλύψεις κομμάτια σου που δεν είναι για όλους.

Κι ας είμαστε κι αντικειμενικοί, έτσι; Κάνεις μακράν καλύτερο σεξ όταν γουστάρεις τρελά τον άλλο. Όταν έχει υπάρξει πρώτα φλερτ μεταξύ σας, όταν τον έχεις συζητήσει σε καφέ με την παρέα, όταν έχεις φάει για καλά το κολληματάκι σου, όταν έχει προλάβει να καρφωθεί πρώτα στο μυαλό σου.

Όλα έχουν άλλη γεύση∙ τα φιλιά, τα χάδια, οι ανάσες κι άσε που υπάρχει κι οικειότητα. Έχεις αναπτύξει προσδοκίες, περιμένεις να δεις πώς θα είναι, έχεις άγχος να μην απογοητεύσεις, ούτε να απογοητευτείς, μα συνάμα το ευχαριστιέσαι σαν να ‘ναι η πρώτη σου φορά. Δε σκέφτεσαι μόνο να περάσεις εσύ καλά αλλά κι ο άλλος. Κι αυτό είναι ένα απ’ τα πράγματα που συμβαίνουν όταν θέλεις πολύ τον άλλον. Η αμοιβαία απόλαυση, άλλωστε, είναι πάντα κι η καλύτερη.

Τι γίνεται, όμως, όταν δεν μπορούμε να βρούμε έναν τέτοιο άνθρωπο ή περνάει πολύς καιρός μέχρι να τον συναντήσουμε; Μέχρι να βρούμε, δηλαδή, κάποιον που να τον θέλουμε πολύ, που να τον γουστάρουμε τέρμα, που να αναστατώνει κάτι μέσα μας χωρίς καν να μας αγγίζει. Δε γίνονται κάθε μέρα αυτές οι γνωριμίες κι αυτό (δυστυχώς) το ξέρουμε όλοι πολύ καλά. Τι γίνεται τότε το σεξ, συλλεκτικό είδος;

Προφανώς, αν για να λειτουργήσεις σεξουαλικά και για να θελήσεις να βρεθείς με κάποιον στο κρεβάτι, πρέπει πρώτα να σε ενεργοποιήσει εγκεφαλικά, τότε αυτό συνεπάγεται αποχή για κάποιο διάστημα απ’ το σεξ, περιόδους χωρίς καμία σαρκική επαφή, αφού η επιλεκτικότητά μας δε βολεύεται με ευκαιριακές λύσεις και πρόχειρα κρεβάτια.

Ας μην ξεχνάμε, όμως, πως όταν μιλάμε για σεξ έχουμε να κάνουμε με μια βιολογική ανάγκη κι αν η επιλεκτικότητα που αφορά τις σχέσεις βρίσκει σχεδόν τους πάντες σύμφωνους κι υποστηρικτικούς, δεν ισχύει καθόλου το ίδιο και για την επιλεκτικότητα που αφορά τα one night stand.

Ο καθένας έχει τα γούστα του, τη γνώμη, τα πιστεύω, την ηθική του κι οφείλει στον εαυτό του να πορεύεται σύμφωνα με αυτά μα παράλληλα να αφήνει και τους άλλους να πράττουν αναλόγως. Με λίγα λόγια; Ο καθένας, παιδιά, να κοιτάξει τη δουλειά του και τα φτυάρια για το τι κάνει ο καθένας στο κρεβάτι του ας φροντίσουμε να τα ξεφορτωθούμε.

Πολλοί είναι εκείνοι που σε περιόδους συνειδητής αποχής σου θα έρθουν να σου πουν, κουνώντας το δάχτυλο, με άνεση και σιγουριά «κάνε ένα κρεβάτι και μην το πολυψειρίζεις». Για την καύλα και μόνο θα πας με κάποιον που δε γουστάρεις; Ωραία κι η σαρκική απόλαυση, αλλά αν για να λειτουργήσεις και να το ευχαριστηθείς θες και να γουστάρεις πραγματικά τον άλλον, για ποια ηδονή μιλάμε σε ένα κρεβάτι με κάποιον που δε σου προκαλεί καμιά αναστάτωση;

Σε ένα κρεβάτι με κάποιον που γίνεται απλά για να γίνει, για να μη χαθεί η επαφή με το σπορ και σκουριάσουμε, δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική απόλαυση για κάποιον που το βλέπει πιο βαθιά, που θέλει το κάτι παραπάνω για έναν οργασμό από ένα ωραίο κορμί. Δεν του αρκεί να ικανοποιήσει την καύλα του πιωμένος σε μια τουαλέτα ενός μπαρ ή σ’ ένα πάρκινγκ μέσα στο αμάξι.

Κρεβάτια σχεδόν καταναγκαστικά, κορμιά γδυμένα και ψυχές ντυμένες, σεντόνια βρόμικα, ανάσες ξένες, ταβάνια με υγρασία κι αμάξια παρκαρισμένα στα σκοτεινά δεν κάνουν τον έρωτα! Απλώς γίνονται για να λέμε πως έγιναν, για να προσπαθήσουμε να γεμίσουμε όπως-όπως το κενό, για να ρυθμίσουμε τα νεύρα και τις ορμόνες μας, για να νιώθουμε τέλος πάντων νορμάλ, αφού αυτό κάνουν όλοι. Αλλά αν δε γίνεται κάτι και στο μυαλό, το κορμί δε συγκινείται.

Συντάκτης: Μάρω Καλλιοντζή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη