Σε λάθος χρόνο κατάλληλα πλασμένοι. Κάποιοι μίλησαν για timing, άλλοι το είπαν συγκυρία κι εμείς απλά συνειδητοποιήσαμε πώς στ’ αλήθεια χωρά η καταλληλότητα στον έρωτα. Πώς δυο άνθρωποι, φαινομενικά ταιριαστοί και συναισθηματικά κουμπωμένοι, μπορεί πράγματι να μη βρίσκουν τον χώρο και τον χρόνο για να στεριώσουν μαζί. Πώς δυο άνθρωποι, που συναντούν αυτό που χρειάζονται, το χάνουν τελικά στις συνθήκες.

Από ανασφάλεια κλεισμένοι κι οι δυο στην εικόνα που προστάζουν οι καιροί. Από φόβο εγκλωβισμένοι στον εγωισμό-αυτοάμυνα. Από αδυναμία συνηθισμένοι πια σε δυο σώματα που δεν τολμούν να θέλουν. Που δεν τολμούν να επιθυμήσουν, μήπως και γεμίσουν το μέσα τους με ανικανοποίητα κι απωθημένα. Που έφτιαξαν τη ζωή που ήθελαν να δείχνουν μέσα από ένα κινητό κι έπαψαν να ονειρεύονται.

Δε βόλεψε. Έτσι δεν είναι; Βολεμένοι εμείς μάλλον στις εύκολες δικαιολογίες. Δεν υπάρχουν αναντικατάστατα, μόνο αναλώσιμα; Χάνεται η μοναδικότητα, όταν υπάρχει ποικιλία; Χανόμαστε κι εμείς, όταν ανήκουμε στην ποικιλία των άλλων; Δε χωρά ο κόπος, όταν υπάρχει ο τρόπος. Κι είναι μάλλον στον τρόπο μας να ξεχνάμε και να ξεχνιόμαστε, έτσι για να αποσυμφορούμε τον σκληρό δίσκο από αναμνήσεις που περισσεύουν. Έτσι γιατί  μερικές έξυπνες εφαρμογές ανέλαβαν να μας θυμίζουν τι κάναμε πέρσι τέτοιο καιρό. Και μάλλον μας αρκεί.

Τι μπορούμε να είμαστε τελικά ο ένας για τον άλλο; Σε δυο ρολόγια που τρέχουν ασταμάτητα σε ρυθμούς χάους, εμείς πού θα βρεθούμε; Πώς θα αναγνωρίσει ο ένας τον άλλο, αν είμαστε σκυμμένοι πάνω από δυο οθόνες; Τι χρειάζεται για να αποτραβηχτούμε απ’ τις σκοτούρες μας; Και τι χρειάζεται για να μη γίνει ο ένας σκοτούρα για τον άλλο;

Δεν ξέρουμε τι θέλουμε να πάρουμε, γιατί δεν ξέρουμε τι έχουμε να δώσουμε. Το «είναι» και το «φαίνεσθαι» δυο παράλληλες ζωές που προσπαθώντας να συγχρονίσουμε τελικά αποσυντονίζουμε. Μονάδα μέτρησης η απήχηση. Κι εμείς απλώς διαφημιστές του εαυτού μας. Μόνιμα ντυμένοι με τύπους. Απόλυτα ταιριαστοί στις περιστάσεις, παντελώς ακατάλληλοι στις εμφάσεις.

Θα δώσουμε τόσο όσο, γιατί το παραμέσα μας δεν το αναζήτησε κανένας τους και γιατί δεν το ψάξαμε ούτε κι εμείς. Και θα αρκεστούμε και στο τόσο όσο που θα πάρουμε, γιατί το παραμέσα τους δε μαθαίνεται από φωτογραφίες σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από εξόδους εντυπωσιασμού κι από φιλτραρισμένα βλέμματα.

Στις δυσκολίες που θα ‘πρεπε να παλεύαμε μαζί φαίνονται όλα. Σ’ αυτά που θα ντραπούμε να παραδεχτούμε. Σ’ αυτά που δεν ταιριάζουν με το πρόσταγμα της εποχής. Στα πέντε τελευταία κέρματα του μήνα που θα ξοδέψουμε μαζί σε μπίρες στο παγκάκι της γειτονιάς. Στη φωτογραφία που βγήκε κουνημένη, γιατί γελούσαμε αληθινά ασυγκράτητα. Στην ανάμνηση από εκείνο το μαγαζί που δεν ήξερε κανείς, αλλά εμείς το νιώσαμε για σπίτι μας. Σε εκείνη τη βόλτα με αθλητικά στα στενά της πόλης. Σε εκείνες τις διακοπές στο πουθενά, όπου δεν έπιανε σήμα το κινητό, αλλά έπιανε σήμα η καρδιά.

Σε εκείνη την εξομολόγηση, που μας έκανε να δακρύσουμε, γι’ αυτά που ποτέ δεν παραδεχτήκαμε σε κανέναν. Εκεί μαθαίνονται οι άνθρωποι. Εκεί ξεπερνιούνται οι ακαταλληλότητες. Εκεί που θέλουμε ο ένας τον άλλο γι’ αυτά που φανταζόμαστε πως δε θα μας ήθελε κανείς. Σε αισθήσεις που δε χωρούν σε έξυπνες αναρτήσεις. Σε αγγίγματα που δεν αντικαθιστώνται με ειδοποιήσεις. Σε αληθινά εκφραστικές ματιές που δεν αλλοιώνονται πίσω από επεξεργασία.

Εκείνες οι ρυτίδες στην άκρη των ματιών. Εκείνο το αστεία αλλόκοτο περπάτημα. Εκείνη η πολυλογία. Εκείνο το διστακτικό παράπονο. Εκείνη η άπιαστη επιθυμία. Εκείνη η κρυφή ενοχή.

Έλα να είμαστε αληθινοί. Έλα να φτιάξουμε τον δικό μας χρόνο. Έλα να πιαστούμε απ’ το χέρι και να δώσουμε τον δικό μας ρυθμό. Ξέρουμε κι οι δυο πως ο ένας για τον άλλο δεν υπήρξαμε ποτέ τυχαίοι.

Έλα να ανακαλύψουμε λοιπόν μαζί πως, έστω και σ’ αυτό τον καιρό, εμείς οι δυο μαζί θα υπάρξουμε τυχεροί.

 

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη