Έχει περάσει πια ένας χρόνος. Δε θεωρώ πως πέρασε γρήγορα ούτε αργά. Άλλες φορές δε σε χόρταινα, γιατί έπρεπε να φύγεις κι άλλες τα δευτερόλεπτα χτυπούσαν σαδιστικά στο ρολόι του σαλονιού, υπενθυμίζοντάς μου τις ώρες που μου έλειπες.

Φυσικά και με θύμωνε όποτε μου ακύρωνες τελευταία στιγμή τη συνάντησή μας, αφήνοντάς με μέσα στην απογοήτευση. Γιατί εγώ εκείνες τις λίγες ώρες που θα περνούσαμε μαζί τις περίμενα όλη μέρα. Έκανα προετοιμασίες για να σε ευχαριστήσω και να σε δω να μου χαμογελάς κοιτάζοντάς με βαθιά μέσα στα μάτια, όπως μόνο εσύ μ’ έχεις κοιτάξει.

Ήθελα όταν ήσουν μαζί μου να χαλαρώνεις, να τα ξεχνάς όλα και να νιώθεις ελευθερία. Όμως ήξερα πως δεν μπορούσα να ζητήσω τίποτα παραπάνω. Γνώριζα καλά πως δεν είχα το δικαίωμα να παραπονεθώ για τις φορές που δεν ήμουν προτεραιότητα. Δε θα έβγαζε πουθενά και γι’ αυτό ποτέ δεν έκανα σκηνή. Θα μας έφερνα και τους δυο σε δύσκολη θέση, αφού θα μαλώναμε για το ποιο δρόμο ν΄ακολουθήσουμε όταν μπροστά μας υπήρχε μόνο αδιέξοδο.

Έτσι ήταν τα πράγματα απ’ την αρχή. Καταλάβαινα σε τι ιστορία έμπλεκα κι έμπλεξα με πλήρη συνείδηση. Δε μου τα παρουσίασες αλλιώς και δεν υποσχέθηκες τίποτα. Δε μου έδωσες ελπίδες για κάτι που δεν είχες σκοπό ν’ αλλάξεις. Δεν μπορώ να σε κατηγορήσω πως με κορόιδεψες ή με εκμεταλλεύτηκες. Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό κι εκτιμώ το γεγονός πως μου φέρθηκες με ειλικρίνεια. Αλλά ούτε εγώ έτρεφα αυταπάτες. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς πολλοί άνθρωποι περιμένουν ότι θα συμβεί κάτι διαφορετικό, πώς γίνεται να πιστεύουν ότι θα γίνουν κάτι παραπάνω από παράνομη σχέση.

Ποτέ δεν ένιωσα τύψεις κι ούτε ρώτησα αν ένιωθες εσύ. Ήταν έξω από μένα κι άλλωστε δε με συνέφερε να ξεκινήσω μια τέτοια συζήτηση. Ήταν καθαρά δικό σου θέμα. Εσύ πρόδωσες τον άνθρωπο που είχες δίπλα σου, δεν ήμουν εγώ που του ορκίστηκα πίστη. Εσύ απάτησες, εγώ απλώς αρκέστηκα στα λίγα.

Με μάγεψες απ’ το πρώτο λεπτό, με είχες απ’ το πρώτο βλέμμα. Αν υπάρχει αυτό που λένε κεραυνοβόλο, το ένιωσα μαζί σου. Είχες κάτι στο οποίο δεν μπορούσα ν’ αντισταθώ. Ήθελα να σε γνωρίσω καλύτερα· εσένα και το κορμί σου. Η μυρωδιά σου με τραβούσε κοντά σου και σ’ ακολούθησα σαν ζαλισμένο έντομο που πετάει προς το φως.

Χάρηκα κάθε στιγμή δίπλα σου, ρούφηξα το κάθε λεπτό, μην τυχόν και χάσω το παραμικρό, γιατί ήξερα πως δεν έχω πολύ καιρό ώσπου να τελειώσει. Δέθηκα μαζί σου, σε αγάπησα και σε νοιάζομαι βαθιά. Θέλω να είσαι καλά και καμιά φορά να με θυμάσαι. Αλλά φεύγω.

Φεύγω τώρα, γιατί πλέον δε δέχομαι να μη σε έχω ολοκληρωτικά. Φεύγω γιατί αν συνεχίσουμε θα ξεφτύσει και δε θέλω να φθίνει αυτό που ζήσαμε. Θέλω να το θυμάμαι όπως ήταν ως τώρα: δυνατό και μεθυστικό. Δεν περιμένω να χωρίσεις, ποτέ δεν τέθηκε τέτοιο ζήτημα, αλλά πλέον δεν μπορώ να σε μοιράζομαι. Θα βγω ξανά στον κόσμο να βρω έναν άνθρωπο μόνο για μένα. Ελπίζω να έχω την τύχη να υπάρχουν κι άλλοι σαν εσένα εκεί έξω.

Θα μου πάρει καιρό, γιατί δε θα σε ξεπεράσω έτσι απλά κι εύκολα. Ήδη νιώθω τον πόνο της απουσίας σου να με βαραίνει. Όμως πρέπει κι εγώ να πάψω να κρύβομαι. Θέλω να μπορώ να μιλήσω για τη σχέση μου στον οποιονδήποτε κι όχι να κρύβομαι απ’ τους δικούς μου ανθρώπους.

Δε γίνεται μια ζωή να ψάχνω απόμερες παραλίες και ξενοδοχεία με ωριαία χρέωση. Δε θα ντρέπομαι να μιλήσω για τον άνθρωπο που έχω δίπλα μου ούτε θα τρέμω μήπως κάποιος μας ανακαλύψει και δημιουργηθεί πρόβλημα στη δική σου ζωή· γιατί δε θέλω να χαλάσεις τη ζωή σου εξαιτίας μου.

Σε καμία περίπτωση δε θέλω να σου προκαλέσω κακό. Αλλά είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς τα καταφέραμε τόσο καιρό να μη μας πάρουν χαμπάρι. Γι’ αυτό η σχέση μας τελειώνει εδώ, πριν γίνει η στραβή. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ένας χρόνος είναι μεγάλο διάστημα τελικά. Όμως δε μετανιώνω ούτε για μια μέρα. Μου χάρισες όσα είχα ανάγκη να νιώσω κι είσαι ένας άνθρωπος που θα’ χω στην καρδιά μου, γιατί δεν ανταλλάξαμε ποτέ πικρή κουβέντα. Όμως δε θα σε ξαναδώ.

Κράτα με κι εσύ στην καρδιά σου για να νιώθω ζεστασιά, όπως όταν με είχες στην αγκαλιά σου. Αλλά τώρα πρέπει να φύγω, για ν’ ανακαλύψω μια ζεστή αγκαλιά που θα χωράει μόνο εμένα.

Συντάκτης: Μαρία Βαή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη