Φανταζόμαστε ότι υπάρχει μια αποθήκη με εύφλεκτα υλικά. Το υλικό Α είναι το πιο εύφλεκτο κι έχει δημιουργήσει τις πιο πολλές φωτιές μέχρι τώρα, ενώ το υλικό Β είναι το λιγότερο επιρρεπές στη φωτιά.

Κάποια στιγμή, λοιπόν, η αποθήκη μας φλέγεται κι έτσι, το φταίξιμο για το ξέσπασμά της απομακρύνεται αμέσως απ’ το λιγότερο εύφλεκτο υλικό Β κι όλες οι υποψίες πέφτουν αυτόματα στο υλικό Α, που παίρνει πιο εύκολα και πιο συχνά φωτιά.

Όμως, δε σημαίνει πως επειδή το υλικό Α ευθύνεται για τις πιο πολλές φωτιές γενικά, θα είναι υπεύθυνο και γι’ αυτή τη φωτιά, αλλά δε θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί κι ο αυτόματος αποκλεισμός του υλικού Β απ’ την ευθύνη, γιατί παρ’ όλο που παίρνει πιο δύσκολα φωτιά, δεν είναι αδύνατον να προκάλεσε το ίδιο την πυρκαγιά.

Ακριβώς το ίδιο πράγμα, λοιπόν, συμβαίνει και με τα άτομα που παίρνουν πιο εύκολα φωτιά. Όταν ξεσπάσει η φωτιά κι ο τσακωμός, οι υποψίες για την ευθύνη του καβγά θα πέσουν χωρίς πολλή σκέψη πάνω τους, ενώ τα λιγότερο εκρηκτικά άτομα θα αθωωθούν χωρίς δισταγμό, λόγω της ήπιας στάσης που έχουν, συνήθως, απέναντι στα πράγματα.

Τα πιο «εύφλεκτα» άτομα, όμως, δεν ευθύνονται πάντα για ό,τι τσακωμό προκύψει, παρ’ όλο που για διάφορους λόγους, θα κατηγορηθούν πρώτα γι’ αυτόν.

Καταρχάς, ο εκρηκτικός χαρακτήρας τους τούς προσδίδει το ρόλο του εύκολου φταίχτη στις περιπτώσεις των τσακωμών κι έτσι, θα ρίξουμε απερίσκεπτα τις μομφές μας σ’ αυτούς. Θα πάρουμε θέση απέναντί τους για να ξεμπερδέψουμε, χωρίς ν’ αναλογιστούμε ιδιαίτερα τα δεδομένα και χωρίς να προσπαθήσουμε να διαμορφώσουμε πιο εμπεριστατωμένη άποψη, για τα αίτια του τσακωμού στον οποίο αναμείχθηκαν.

Σε μια αντιπαράθεση ρίχνουμε το φταίξιμο στο πιο «εύφλεκτο» άτομο, ίσως γιατί ξέρουμε πως αυτή η θέση μας θα έχει τις λιγότερες συνέπειες. Το άτομο που παίρνει εύκολα «φωτιά» είναι συνηθισμένο να τσακώνεται και να έρχεται σε αντιπαραθέσεις κι έτσι, αν πρέπει να παρεξηγηθούμε με κάποιον απ’ τους πιθανούς φταίχτες, θα προτιμήσουμε να είναι μ’ αυτόν, καθώς θα μπορεί να το διαχειριστεί πιο ανώδυνα και να μην του δώσει μεγάλη βαρύτητα.

Μπορεί, όμως, να έχουμε προδικάσει την κατάσταση και να θεωρήσουμε πως αφού το «εύφλεκτο» άτομο προκαλεί συχνότερα τις εντάσεις, έτσι θα έχει κάνει και τώρα. Έτσι, θα πιστεύουμε πως αυτός είναι ο φταίχτης λόγω του βεβαρημένου παρελθόντος του και θα τον δεσμεύσουμε αδίστακτα με την κατηγορία του υπαίτιου και σ’ αυτήν την περίπτωση.

Το πιο εκρηκτικό άτομο όταν βρεθεί μέσα σ’ έναν τσακωμό δε θα μπορεί παρά να είναι πιο εριστικό από εκείνον που θα έχει απέναντί του. Η εμπειρία του στους καβγάδες θα τον ορίσουν ως τον ισχυρό του διαπληκτισμού κι έτσι, είναι πολύ πιθανόν να πάρουμε το μέρος του αδύναμου, γιατί το ένστικτό μας θα μας προστάζει να τον υπερασπιστούμε και να τον βοηθήσουμε να βγει απ’ τη μειονεκτική θέση.

Όμως, σε πολλές περιπτώσεις, είναι πολύ πιθανόν το πιο εύφλεκτο άτομο να μην ευθύνεται για την έναρξη των πυρκαγιών κι είναι άδικο να το κατηγορούμε απερίσκεπτα, καθώς και τα λιγότερα εύφλεκτα υλικά είναι ικανά να βάλουν φωτιά και να κάψουν, έστω κι αθόρυβα, ό,τι βρεθεί στο πέρασμά τους.

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη