Στο δημοτικό ήταν το μόνο είδος έρωτα που μας αναλογούσε, πειραματιζόμενοι με το αντικείμενο καθώς ήμαστε. Με τον καιρό μεταμορφώνοταν -όσο οι ορμόνες επιδρούσαν καταλυτικά στο σώμα μας- σε κάτι πιο απτό αφού η θεωρία και τα φιλιά στα μάγουλα γίνονται σωματική έλξη κι ανάγκη για σιγουριά γεννώντας μας έτσι την επιθυμία για επισημοποίηση.

Ο πλατωνικός έρωτας είναι κάτι που μαστίζει εδώ κι ένα εύλογο χρονικό διάστημα τον ανθρώπινο νου καθώς από εκεί ξεκινά κι εκεί μια μέρα -σχεδόν προκαθορισμένα από ανώτερη δύναμη- πεθαίνει. Επιτρέψτε μου να πω πως είναι η πιο δειλή μορφή έρωτα, όσο κι αν κρύβει αθωότητα κι αγνότητα στην ουσία. «Πλατωνικός έρωτας ίσον μαλακόν παξιμάδιον δια τους μη έχοντας οδόντας» με αφορφή το παραπάνω γνωμικό του Εμμανουήλ Ροΐδη ας γίνουμε λίγο αυστηροί κριτές του εαυτού μας.

Καταρχάς, η δυναμική που προσφέρει αυτό καθ’ αυτό το συναίσθημα του έρωτα στον άνθρωπο είναι κάτι παραπάνω απ’ το να μπορεί να γκρεμίζει βουνά. Αρκούμενος στα όρια του πλατωνικού υποβιβάζεται και προσαρμόζεται στη μικρότητα που συνεπάγεται αυτού. Εκ των πραγμάτων, ωστόσο, ο έρωτας είναι θεριό κι αποτελεί συναίσθημα που -καθολικά και διεθνώς- δεν τιθασεύεται, επομένως το να τον βάζουμε να στριμώχνεται σε όρια και μέτρα είναι βεβήλωση για ‘κείνους που πεθάναν στο όνομά του.

Έπειτα, εμείς έχουμε «δόντια» και γι’ αυτό δεν πρέπει να αρκούμαστε σ’ αυτό αλλά να διεκδικούμε. Μα με γερά δόντια να ικανοποιούμαστε με τον πολτοποιημένο ζωμό κρεατικών, ενώ μπορούμε να φάμε ολόκληρη μπριζόλα!;  Τόσο απλά είναι τα πράγματα κι αν το σκεφτούμε κι άλλο θα καταλήξουμε στο ότι διαπράττουμε αδίκημα στην τελική κρατώντας τη στάση δισταγμού. Αμοιβαιότητα, αυτό είναι το νόημα εδώ, να ανακυκλώνεται σ’ έναν ατέρμονο κύκλο το συναίσθημα, έμπρακτα και με ροή και προς τις δύο κατευθύνσεις.

Το παρατηρώ και θαυμάζω από μακριά είναι καλή τακτική για το safari, για το sightseeing, για το scuba diving, για παιχνίδια στρατηγικής κι επιστημονικά πειράματα, όχι για το καταφύγιο του έρωτα· την υπέρτατη των ανθρωπίνων συναναστροφών. Φοβάσαι μήπως κι όλο αυτό που βιώνεις στο μυαλό σου χαλάσει; Ω, μα αυτό είναι το υγιές, αρκεί συγχρόνως να κάνεις κάτι για τη δίνη που βιώνεις κι όχι απλά να την αφήνεις να σε παρασύρει ενώ όμως ταυτόχρονα απορείς πώς αυτό συμβαίνει.

Πρέπει να πατήσεις στα λασπόνερα κι όχι να τ’ αποφεύγεις απ’ το φόβο μη λερωθείς. Κι αν λερωθείς όμως τι έγινε; Τότε είναι που θα καταλάβεις πως αυτή είναι η ίδια η ουσία κι εκεί κατοικεί ο έρωτας στη βαθύτερη έκφανσή του. Τον βάζεις να ζει στ’ αστραφτερά παλάτια του μυαλού σου ενώ έχει συνηθίσει στη βρωμιά της προγενέστερης φωλιάς του από όπου του έκανες έξωση με θρασύτητα λες κι όλα είναι ιδιοκτησία σου.

Αυτή η ιδιότητα του ανθρώπινου είδους είναι που βάζει τρικλοποδιά σε όλους τους απογόνους του αφού του την κληρονομεί λες κι είναι παραθαλάσσιο θέρετρο με κότερο. Αναφέρομαι σε αυτήν την προστυχιά του αυθαίρετου και στο αυτοανακηρύσσομαι·  «Εγώ ο ανθρωπάκος είμαι αρκετά αφελής για να νομίσω πως κάνω καλή διαχείριση των συναισθημάτων μου και πως μπορώ να τους περάσω χαλινάρι. Με ορίζω αφέντη τους». Μη λοξοκοιτάς την οθόνη, αυτή είναι η αλήθεια του πλατωνικού.

Σ’ αρέσει ακόμα;

 

Συντάκτης: Μαγδαληνή Μαρία Παπάζογλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου