Mία απ’τα ίδια. Ξανάρθε αυτός.

Με τα κλειδιά του, κύριος, άνοιξε την πόρτα και τη βρήκε να ρεμβάζει στον καναπέ.

Δεν τήρησε την υπόσχεση στον εαυτό της, δεν έβαλε το σύρτη. Μπήκε στο σπίτι σα να μην συνέβαινε τίποτα και παρέβλεψε το γεμάτο περιέργεια βλέμμα της.

Κάθε βράδυ τα σκεφτόταν και κάθε βράδυ κατέληγε στα ίδια.

Έπρεπε να τελειώνει επιτέλους με αυτό το χάος.

Την είχε κουράσει η αβεβαιότητα, η αστάθεια και η ανευθυνότητα.

Είχε πει πως το έζησε, το αγάπησε και τώρα ήταν καιρός για το μεγάλο φινάλε.

Τα είπε και σ’εκείνον.

Τα έβαλαν κάτω και τα συμφώνησαν.

Όπως πάντα, όμως, εκείνος γύρισε, εισβάλοντας χωρίς την άδειά της και έκατσε στο μεγάλο μαύρο καναπέ της.

Ζήτησε το ουίσκι του σκέτο, χωρίς ούτε ενα πάγο και ξεκίνησε να ανοίγει την ψυχή του. Μια ψυχή δήθεν πληγωμένη, μετανιωμένη. Πόσο τον ήξερε πια;

Μπορούσε να προβλέψει κάθε λέξη που θα βγαζε απο το στόμα του, κάθε αμήχανο χαμόγελο.

Έμεινε αμίλητη κι εκείνη για λίγο και αφού πήρε μια βαθιά ανάσα, άρχισε να του λέει γρήγορα μία μία τις φράσεις που είχε προβάρει στον καθρέφτη. Γλιστρούσε η γλώσσα, από φόβο μην ξεχάσει κάτι το μυαλό. Κι όλο αναμόχλευε τα ίδια και τα ίδια.

Κουράστηκε κι εκείνη. Βαρέθηκε να σκέφτεται διαρκώς δικαιολογίες.

Δικαιολογίες που έλεγε χρόνια για να καλύψει τα άπειρα κενά τους, τα αναρίθμητα λάθη τους και να συνεχίζει να καθοδηγείται από φόβο μη μείνει μόνη.

Αυτή τη φορά όμως κάτι ήταν διαφορετικό. Περίμενε να πέσει πάλι στην πλάνη του δήθεν έρωτά τους, να συνεχίσει να ελπίζει πως εκείνος θα αλλάξει, πως δε θα την πληγώσει ξανά.

Όλα είχαν αλλάξει. Αυτό το «όχι» που τόσες φορές είχε πει στον εαυτό της, σα να το συνειδητοποίησε. Και το βροντοφώναξε με όλη της τη δύναμη. Χαμογέλασε και τον κοίταξε κατάματα.

Άρχισε να γελά τότε με όλη της την ψυχή κι εκείνος δεν μπορούσε να ερμηνεύσει τις κινήσεις της. Σηκώθηκε από το καναπέ, τον έπιασε σχεδόν τρυφερά από το χέρι και τον οδήγησε εκείνη στην πόρτα. Χωρίς εξηγήσεις, χωρίς ερμηνείες, τον έβγαλε εκείνη από το σπίτι και τη ζωή της. Ευτυχώς όταν η ανοχή τελειώνει, φέρνει μαζί της ξανά τη χαμένη αξιοπρέπεια.

Τα ηνία λαμβάνει ένας νέος εαυτός κι αυτό είναι η μαγική αυτοάμυνα.

Απόψε πίνει για τελευταία φορά. Όχι για τις φορές που εκείνος άνοιξε την πόρτα, αλλά για εκείνες που ο σύρτης ήταν ανοιχτός και δεν τον έσπρωξε κανένας.

Σήμερα πάντως κλείδωσε.
 

Συντάκτης: Δανάη Νάκου