Τα social media μάς το σύστησαν ως sexting, το ταίρι μας ως «θέλω να σου ζητήσω κάτι» και οι καθηγητές με τους γονείς μας ως «πρόσεχε πολύ, γιατί». Δε χρειάζεται καν να αναλύσουμε τι είναι, ακόμη κι οι ελάχιστοι που ενδεχομένως δε γνωρίζουν τον όρο, μπορούν εύκολα να υποθέσουν τη σημασία του.

Εκτός από τα ήπιας βαρύτητας συνηθισμένα ερωτόλογα και τα πολυάριθμα σεξουαλικά υπονοούμενα, θα έλεγα πως βασικότερο σημείο της έννοιας sexting αποτελεί η αποστολή (ημί-)γυμνών φωτογραφιών• μια μόδα απολαυστική, ενοχική, ίσως όσο κι επικίνδυνη ενίοτε.
Πώς παίρνουμε όμως την απόφαση να αποστείλουμε μια τέτοια πικάντικη φωτογραφία; Καταρχάς, να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν πρόκειται μόνο για μια δύο δευτερολέπτων υπόθεση όπως την παρουσιάζουμε, καθώς η προετοιμασία, η λήψη κι η αποστολή τέτοιου υλικού είναι ολόκληρη διαδικασία. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι αρχικά το να εμπνέεσαι εμπιστοσύνη από το πρόσωπο που θα σου ζητήσει κάτι τέτοιο. Το περιεχόμενο του φωτογραφικού υλικού -στο οποίο εσύ θα πρωταγωνιστείς- θα είναι ευαίσθητο και κυρίως σεξουαλικό και προφανώς δε θα ήθελες να το δεις να γίνεται viral μέσα στις επόμενες ώρες. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η εμπιστοσύνη απέναντι στον παραλήπτη/στην παραλήπτρια αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι για την εξέλιξη της όλης διαδικασίας.
Αν βέβαια εξασφαλιστεί, συνεχίζοντας με το επόμενο βήμα, το όλο ερεθιστικό σκηνικό που πρέπει να στήσεις, ο φωτισμός και οι σέξι πόζες, ακόμη και η προετοιμασία της εξωτερικής σου εμφάνισης, είναι όλα μέρη που συντελούν στην έκβαση ενός επιτυχημένου αποτελέσματος. Τι είναι όμως αυτό που ερεθίζει τον αποστολέα μιας τέτοιας φωτογραφίας;

Η ναρκισσιστική πλευρά του εαυτού μας θα υποστήριζε πως γουστάρουμε να μας βλέπουμε -και να μας καμαρώνουμε θα συμπληρώσω εγώ- σε τέτοιες φάσεις. Όχι μόνο αισθανόμαστε την ηδονή της στιγμής, καθώς μεταδίδουμε σεξουαλική ενέργεια στο δέκτη, αλλά ταυτόχρονα ηδονιζόμαστε κι οι ίδιοι, πρωταγωνιστώντας στις φαντασιώσεις του ανθρώπου που επιθυμούμε.

Η φιλαρέσκεια και η φιληδονία είναι -όχι, δε θα τα χαρακτήριζα θανάσιμα αμαρτήματα- αλλά στοιχεία που φουσκώνουν το ναρκισσισμό μέσα μας. Όπως το σεξ μέσα από έναν καθρέφτη, που ουσιαστικά εξιτάρει σαν σκέψη και ερεθίζει στην πράξη κατά το πλείστον επειδή εστιάζουμε σ’ εμάς, ως ενεργά σεξουαλικά όντα, έτσι και το τρίγωνο φωτισμός-εσώρουχα-πόζες ενεργοποιεί την φιλαυτία του μοντέλου που κρύβουμε μέσα μας κι ικανοποιεί την ανάγκη μας να νιώθουμε επιθυμητοί και ελκυστικοί, υπερκαλύπτοντας κάθε ανασφάλεια, κατανικώντας κάθε ντροπή και ταμπού.

Τι κίνδυνοι όμως ελλοχεύουν, τι θα πρέπει να προσέχουμε ιδιαίτερα, όταν επιλέξουμε να στείλουμε σε κάποιον το ερασιτεχνικό σεξουαλικό φωτογραφικό υλικό μας και πώς αντιμετωπίζουμε πιθανή διαρροή του; Ως κύρια αντένδειξη σε μια τέτοια απόφαση θεωρώ πως είναι η απουσία του προαναφερθέντος παράγοντα της εμπιστοσύνης. Αν ένα πρόσωπο δε σου την εμπνέει, είναι σαφές δείγμα πως το ένστικτο και η διαίσθησή σου προνοούν, σε μια προσπάθεια να σε σώσουν από τις λανθασμένες επιλογές σου.

Πώς να στείλεις ντοκουμέντο με το ερεθισμένο γυμνό σώμα σου σε κάποιον που δε σου εμπνέει απόλυτη εμπιστοσύνη, εχεμύθεια κι ασφάλεια, ρισκάροντας να του παρέχεις οικειοθελώς υλικό προς εκφοβισμό, απειλές και στο χειρότερο σενάριο, εκδικητική πορνογραφία για τον ενδεχόμενο χωρισμό σας; Κι εξίσου σημαντικό: Πώς να επαναλάβεις αυτή τη διαδικασία μέσα από επίσης αναξιόπιστα sites ή apps, που δε δύνανται να εξασφαλίσουν την προστασία και την διασφάλιση των προσωπικών σου δεδομένων; Η αυξημένη πιθανότητα hacking, ηλεκτρονικής παραβίασης δηλαδή του προσωπικού λογαριασμού του χρήστη σε ορισμένες εφαρμογές ή ιστοσελίδες που δεν επενδύουν ιδιαίτερα για τη διασφάλιση των υπηρεσιών αποθήκευσης δεδομένων, είναι αρκετά συχνή, καθιστώντας τις έτσι επίφοβες κι ανασφαλείς.

Παρ’όλ’ αυτά, μια γενικευμένη συμβουλή που λαμβάνουμε συχνά αποτελεί, όπως οι περισσότεροι ήδη γνωρίζουμε άλλωστε, η απόκρυψη του προσώπου μας. Η συγκάλυψη των χαρακτηριστικών του προσώπου θα μπορούσε να λειτουργήσει προληπτικά σε περίπτωση διαρροής των φωτογραφιών, καθώς κανείς δεν μπορεί να μας αναγνωρίσει και να θίξει την αξιοπρέπειά μας -αν και κατ’ εμέ, ουδένα ρόλο δεν παίζει μια γυμνή φωτογραφία στο ταίρι μας για το πόσο αξιοπρεπείς είμαστε• είναι δύο εντελώς ανεξάρτητες παράμετροι που λανθασμένα συγχέονται.

Εάν ωστόσο, η δημοσίευσή τους προδίδει την ταυτότητά μας, ώστε η ντροπή να εξευτελίζει την υπόληψή μας, είναι μονόδρομος η καταγγελία. Η σιωπή, η υπόκυψη σε εκβιασμούς κι απειλές και η παράταση της ενοχικής σιωπής μας, στρέφονται μπούμερανγκ στο δικαίωμά μας για ελευθερία και είναι τελικά αυτά που προσφέρουν και την τέλεια κάλυψη σ’ εκείνον που μας απειλεί. Ιδιαίτερα γι’ ανήλικα παιδιά ή εφήβους, η δημοσίευση πορνογραφικού υλικού διώκεται ποινικά κι αυστηρά, με τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος να έχει κάνει άλματα στις μεθόδους αναζήτησης των υπαιτίων, αλλά και στο βαθμό αφοσίωσης, ενασχόλησης κι ευαίσθητης αντιμετώπισης απέναντι σε τέτοια περιστατικά εμπλοκής ανηλίκων.

Αυτό για την επόμενη φορά που θα ντραπείς, θα μετανιώσεις και θα απελπιστείς για μια λανθασμένη επιλογή, που όταν όμως την έκανες, την ήθελες! Μην πεις «ίσως» αν θες να πεις «όχι» και μην απολογηθείς για την άρνηση αποστολής ενός εν δυνάμει καταστροφικού για σένα υλικού. Δεν αφορά τον παραλήπτη, αφορά την υπόσταση τη δική σου. Δεν έχεις ξενέρωτα κόμπλεξ ούτε ανασφάλειες, αλλά αίσθημα πρόληψης, υπευθυνότητας και κυρίως αυτοσεβασμό, κι αυτά μην τα χαρίσεις για καμία παράκληση.

Συντάκτης: Σπυριδούλα Κακαβά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου