Ένα μήνυμα στο κινητό αργά το βράδυ. Όχι στο δικό σου, σε εκείνου που κοιμάται δίπλα σου. Σε σκαλώνει ο ήχος μια τέτοια περασμένη ώρα· σε βάζει σε σκέψεις, σε πειρασμούς. Κλείνεις τα μάτια κι αλλάζεις πλευρό. Δεν μπορείς να κοιμηθείς, ούτε να το ξεχάσεις, όσο κάνεις σβούρες στα σεντόνια και το μυαλό σου έχει πια ξεφύγει απ’ τη συνηθισμένη τροχιά.

Σε ελέγχει ο πειρασμός –αν όχι η ανάγκη– κι έτσι ανοίγεις εκείνο το μήνυμα, αναγνωρίζοντας πόσο δε σε τιμά μια τέτοια κίνηση, πόση ρηχότητα κι απελπισία κουβαλά μαζί της. Με σφιγμένα χείλη και κοφτή αναπνοή, ανοίγεις το κινητό. Εκείνο το πρόσωπο στο εικονίδιο του αποστολέα φαίνεται γνώριμο. Είναι γνωστό! Κατάλαβες ποιος ήταν, σωστά; Δε σκέφτεσαι πια, λειτουργείς παρορμητικά, σχεδόν μηχανικά, σαν να μην είσαι καν εσύ εκεί. Ανοίγεις τη συνομιλία και βλέπεις πως υπάρχει αλληλεπίδραση και μάλιστα πρόσφατη. Το τελευταίο μήνυμα φωνάζει προκλητικά πως δεν έχει σβήσει ολοκληρωτικά η κάποτε ιστορία τους.

Ήταν η πρώην περιπέτειά του και φαίνεται να ‘χει ακόμα τη δύναμη να σε βάλει σε περιπέτειες. Κι ας ορκιζόταν πως είχε κλείσει τους λογαριασμούς με το παρελθόν απ’ όταν εμφανίστηκες εσύ στη ζωή του κι ας σου είχε μιλήσει γι’ αυτό το πρόσωπο λέγοντάς σου πως έχει μείνει μόνο μια μακρινή ανάμνηση. Μπόλικα ψέματα, δηλαδή, και κάμποση υποκρισία. Στην υγεία σου!

Κλείνεις το κινητό, αφήνοντας το μήνυμα μετέωρο, μέχρι να πέσει στα χέρια του κανονικού παραλήπτη. Εσύ, εξάλλου, το πήρες το μήνυμά σου. Κι ο άνθρωπος εκείνος που σου έμοιαζε ό,τι πιο ειλικρινές έχεις συναντήσει, κοιμάται γαλήνια δίπλα σου. Δεν ξέρεις τι ακριβώς νιώθεις, μάλλον ένα κενό.

Και τώρα; Έχει νόημα να βρίσεις, να φωνάξεις, να ξεσπάσεις πάνω του; Και στην τελική, αυτό θες; Αφού ξέρεις, πως παρά το σοκ και την απογοήτευση τα συναισθήματά σου δε γίνεται να εξαφανιστούν μαγικά σε μια στιγμή. Μαζί με σένα, παγώνει και το ρολόι κι εσύ κάθεσαι σε αναμμένα κάρβουνα, περιμένοντας να ξημερώσει για να μπορέσεις να τσεκάρεις την αντίδρασή του, όταν ανοίξει κι εκείνος το μήνυμα. Έχει, όμως, κι αυτό καμία σημασία; Τώρα πια ξέρεις, συμπλήρωσες τα κομμάτια, έβγαλες τα φίλτρα εξιδανίκευσης που φέρνει δώρο ο έρωτας, τώρα βλέπεις καθαρά. Ξέρεις πως ποτέ δεν ήταν ουσιαστικά εδώ. Κι είναι πια ξεκάθαρο πως είναι μαζί σου ψάχνοντας ένα δεκανίκι για να ξεπεράσει το παρελθόν του.

Πονάει η συνειδητοποίηση, αλίμονο. Όλα για έναν εγωισμό, λοιπόν. Πάλι εμπιστεύτηκες λάθος άνθρωπο. Ακανόνιστες σκέψεις μες στο κεφάλι σου. Δε σου αξίζει, αλλά αν αλλάξει με το καιρό; Να κάνεις πως απλά δεν είδες εκείνο το μήνυμα ποτέ; Μπα, τέτοιος υποβιβασμός πάει πολύς. Να του μιλήσεις και να του πεις την αλήθεια; Και τι, θα δώσεις συγχωροχάρτι κι όλα καλά; Άλλωστε, δεν είναι απίθανο να θυμώσει και να φύγει πριν προλάβεις να ανοίξεις εσύ την πόρτα. Αλλά κι εκεί να μείνει, τι να το κάνεις το σώμα όταν το μυαλό είναι αλλού;

Θα ‘ναι ακόμα πιο δύσκολο αν, ενώ ξέρεις την αλήθεια, σου αρνηθεί κατηγορηματικά οτιδήποτε του επιρρίψεις ή ακόμα χειρότερα, συνεχίσει να παίζει θριαμβευτικά το ρόλο του ερωτευμένου, ξαπλώνοντας κάθε βράδυ στο ίδιο κρεβάτι μαζί σου και με το μυαλό του να ταξιδεύει αλλού.

Ίσως, τελικά, η καλύτερη λύση και για τους δύο, θα ήταν μία τελεία ανάμεσά σας. Μία τελεία, που θα σε λύτρωνε από κάτι εμφανώς μονόπλευρο. Ένα κοινό ξεκαθάρισμα συναισθημάτων ίσως και να προσέφερε ένα διάλειμμα για επαναπροσδιορισμό. Δεν είναι εύκολα τα τέλη, μα τι να την κάνεις μια ιστορία που ποτέ δεν ήταν ουσιαστικά δική σου;

Είναι άδικο και για τους δυο σας. Άδικο για εσένα, γιατί όσο θα περιμένεις ελπίζοντας να ξεκολλήσει, χάνεις την ευκαιρία κάποιος άλλος να κολλήσει μαζί σου, χωρίς να σου αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Χάνεις το αμοιβαίο και μαζί μ’ αυτό και μια ευκαιρία για την ευτυχία σου. Επίσης, άδικο και για εκείνον, γιατί καταπιέζει τα συναισθήματά του και προβάρει ένα ρούχο που απ’ ό,τι φαίνεται φόρεσε από ανάγκη κι όχι από επιλογή.

Κι αν δεν είσαι η πρώτη κι η μόνη επιλογή, γιατί να μείνεις; Αναξιοπρέπεια θα ‘ναι αν παραμείνεις συνειδητά σε μια σχέση μονόπλευρη, σε μια κατάσταση μη υγιή, που μάλλον ποτέ δε θα μοιάσει σ’ αυτό που έχεις στο μυαλό σου. Αν σέβεσαι τον εαυτό σου αλλά και τον άλλον, θα φύγεις. Δε σου αξίζει, δε σου πάει ο ρόλος του αναπληρωτή κι αν πραγματικά αγαπάς και τον άλλον, θα τον απελευθερώσεις απ’ τα δεσμά του -κι ας τα διάλεξε μόνος του.

Σε λίγο ξημερώνει. Δεν υπάρχουν πια περιθώρια λάθους. Να θυμάσαι μόνο, πως ό,τι γίνεται είναι για καλό. Πριν, λοιπόν, μισήσεις αυτόν τον άνθρωπο, προσπάθησε να καταλάβεις πως η ανασφάλεια κι η μοναξιά δεν είναι ποτέ καλοί σύμβουλοι κι αν μπορείς, συγχώρεσέ τον. Αποχαιρέτα τον και προχώρα. Δεν απορρίπτεις εκείνον, επιλέγεις εσένα. Κι εσύ θα ‘σαι πάντα η προτεραιότητά σου!

Συντάκτης: Παρασκευή Μπάρδα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη