Ο έρωτας δεν εξηγείται, δε μεταφράζεται και δεν περιορίζεται σε λέξεις. Δε χωράει ανάμεσα σε τελείες, κόμματα κι εξηγήσεις. Μισεί θανάσιμα τα κενά πριν τις παραγράφους κι οτιδήποτε καθωσπρεπίστικο συντακτικά.

Πνίγεται με το που προσπαθήσεις να τον αναλύσεις και να τον κομματιάσεις για να τον καταλάβεις. Και τι να καταλάβεις δηλαδή; Δεν υπάρχει τίποτα εδώ για να καταλάβεις. Εδώ νιώθεις.

Ερωτεύεσαι, γουστάρεις, επιθυμείς, χωρίς «επειδή» και «διότι». Ερωτεύεσαι, γουστάρεις, επιθυμείς γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Κι όριο σε αυτό δεν υπάρχει. Ούτε χρονικό, ούτε ηθικό, ούτε κανενός είδους. Κανένα τέρμα, κανένα τέλος, κανένα stop δε σε δεσμεύει και δεν μπορεί να αποδυναμώσει αυτό που νιώθεις. Οποιαδήποτε προσπάθεια εξήγησης, ματαίωσης και περιορισμού πέφτει στο κενό.

Έτσι κι εγώ μαζί σου. Δεν έχω ιδέα γιατί σε θέλω, γιατί σ’ ερωτεύτηκα. Προσπάθησα εις μάτην να κάνω όλα τα παραπάνω. Σπατάλησα τόσες ώρες σκέψης για τα ανεξήγητα αντί να κάψω κι άλλο το μυαλό μου με τη μορφή σου, με την έννοια σου.

Θες απ’ την αιώνια φοβία τυχόν λάθους; Θες για τη διαστροφή που έχουμε εμείς οι άνθρωποι να τρέμουμε ό,τι δεν καταλαβαίνουμε; Δεν ξέρω. Και τελικά δε με νοιάζει.

Έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να τα ξέρουμε όλα. Έχει και η άγνοια τη γοητεία της. Άγνοια κινδύνου να με σέρνει απ’ τη μύτη κι ας πεθάνω στην επόμενη στροφή. Κι είναι ίσως αυτή η άγνοια που φουντώνει τα πράγματα, που δίνει δύναμη, αέρα και θάρρος στην καρδιά για να λειτουργεί αποκλειστικά και μόνον ενστικτωδώς.

Δεν ξέρω γιατί σε θέλω και πίστεψέ με, δεν το λέω για να υποτιμήσω ούτε εσένα, ούτε κι αυτό που βιώνω. Κι αν σου γράφω τώρα αυτές τις αράδες είναι για να μην τις αφήσω να σαπίσουν μέσα μου. Γιατί ακόμα κι αν δεν ξέρω τι και πώς, οφείλω σε σένα να το μάθεις, χωρίς υποψίες κι υπαινιγμούς, χωρίς τραγούδια και στιχάκια μόνο με λόγια γυμνά.

Οφείλουμε να φωτίζουμε τις συγκεκριμένες σκοτεινές μας γωνίες για να γίνονται καμπύλες φωτεινές ακόμα κι αν πρόκειται για μικρές, τρυφερές αυταπάτες, ξέρεις απ’ αυτές που μας δίνουν λόγους να ξυπνάμε το πρωί και χαράζουν χαμόγελα στα πρόσωπά μας τις νύχτες.

Δεν έχω ιδέα γιατί σε θέλω και μάλλον γι’ αυτό σε θέλω τόσο πολύ. Γιατί ό,τι δεν μπορεί να εξηγηθεί, ό,τι μας είναι άγνωστο μας ελκύει ακόμα περισσότερο, νόμος άγραφος που τον ακολουθούμε τυφλά εδώ κι αιώνες.

Και όχι, αυτή τη φορά δε θα κάνω καμία απολύτως προσπάθεια να τον παραβώ.

 

Συντάκτης: Γεωργία Χατζηγεωργίου