«Σ’ αγαπώ» ή «σ’ αγαπάω»; Μπορεί να μοιάζουν ίδια, αλλά ένα τονισμένο «α» είναι ικανό να κάνει την απόλυτη διαφορά -κι η διαφορά αυτή μπορεί να είναι ταραχώδη και τεράστια. Το θέμα είναι η ουσία τους και το νόημά τους, να είναι ειλικρινή κι αυθεντικά.

Κι αν ένα απλό «σ’ αγαπώ» κρύβει μέσα του εγωισμούς και κτητικότητες, εκφράζει και μία δυναμική. Εκείνη που θα σε διεκδικήσει μέχρι το τέλος. Εκείνη που είναι έτοιμη να πάρει μία θέση σε πόλεμο, αρκεί να υπάρχει στρατηγική. Γιατί όταν ο εγωισμός συναντάει την αγάπη, κάπου στην πορεία παραπατάει, φοβάται και ξεβολεύεται. Και το παραπέρα μοιάζει μακρινό.

Ενώ ένα «σ’ αγαπάω» μοιάζει, με μία δυνατή φωνή που σπάει σαν κρότος. Γιατί ένα «α» κρύβει τόσα πολλά μέσα του που, αν το σκεφτείς, μοιάζει με ένα γλυκό παράπονο που αναζητάει λίγη προσοχή. Ζητάει λίγο χώρο στην καρδιά και στη ζωή σου.

Γιατί αν η αγάπη δεν είναι πόλεμος και ταυτόχρονα ένα γλυκό παρακαλετό στη ζωή του άλλου, τότε τι μπορεί να είναι; Γιατί αν η αγάπη δε θέλει εγωισμούς και πείσματα, με μία δόση από λουλούδια κι αρώματα, τότε τι θέλει; Σίγουρα θέλει εκείνο το «ανήκω», που μπορεί να παραχωρήσει ένα κομμάτι του εαυτού σου, ικανό να σε κάνει απόλυτα ευτυχισμένο ή ακόμα δυστυχισμένο, αν σε πληγώσει.

Και παίρνει μορφές και χαρακτήρες. Μπορεί να σε κάνει χημικό, γιατί η αγάπη είναι χημεία. Μπορεί να σε κάνει ψυχοθεραπευτή, ανάλογα με τις εκφάνσεις της. Μπορεί να σε κάνει φιλόσοφο, γιατί μια παθιασμένη δέσμευση ξυπνάει βαθιά συναισθήματα και βαθύτερες αναζητήσεις. Μπορεί να σε κάνει συγγραφέα, γιατί για χάρη της γράφτηκαν πολλές ιστορίες. Ή ακόμα να σε κλείσει σε μοναστήρι, γιατί η αγάπη είναι εκείνη που δεσμεύει την ελευθερία σου.

Πρόσεχε μόνο μη χαθείς στο «για πάντα». Γιατί ταυτόχρονα θα χαθείς κι ανάμεσα στο δεδομένο. Κι αυτό δεν έχει γυρισμό. Έχει μία αρχή κι ένα τέλος, που βάζεις εκείνη τη στιγμή που δύο ξένοι ανταμώνουν και ξαφνικά ο ένας προσπερνάει τον άλλον χωρίς να το καταλάβουν.

Γιατί αγάπη σημαίνει να μπορείς να δίνεις κάθε μέρα και λίγο παραπάνω. Σημαίνει να μη μετανιώνεις για τις υπερβολές, που ήθελαν λίγο φρένο, αλλά εσύ θα τις έκανες ξανά και ξανά. Σημαίνει να ξενυχτάς για να πεις μία «καλημέρα» και να χάνεσαι εκεί όπου η λογική μοιάζει να είναι φυλακή. Σημαίνει να μπορείς να μοιράζεσαι τα φτερά σου και να πετάς ψηλά. Κι αν κάποια στιγμή σου τα κόψουν, κάνε τα ένα τατουάζ.

Σημαίνει πως γελάς, κλαις, νευριάζεις και θυμώνεις για πράγματα που δεν αφορούν άμεσα εσένα. Αλλά αφορούν εκείνες τις στιγμές  που μπορεί να χαθούν ανάμεσα στην ανατολή και τη δύση του ηλίου, εκείνες που θα φύγουν και πίσω δε θα ξαναγυρίσουν. Αφήνουν όμως κάτι πίσω τους, κάτι από εσένα. Ένα κομμάτι του εαυτού σου.

Εκείνο το κομμάτι που φοβάται μην πληγωθεί. Εκείνο το κομμάτι που φοβάται να παραχωρήσει την πραγματική αγάπη, στερώντας πολλά απ’ τον πραγματικό έρωτα. Ποιος είπε ότι η αγάπη δεν έχει αγκάθια και δεν μπορεί να σε πληγώσει; Ποιος σου είπε ότι η αγάπη είναι μόνο ευτυχία; Ίσως μία μικρή, κρυφή ματαιοδοξία κι ένας εγωισμός που κρύβεις μέσα σου.

Αφέσου, λοιπόν, σ’ όλα εκείνα τα όμορφα που ανοίγονται μπροστά σου. Δώσε εκείνο το κομμάτι του εαυτού σου χωρίς εκπτώσεις και περικοπές. Ακόμα κι αν στο τέλος πληγωθείς. Αρκεί που θα ξέρεις ότι το ψεύτικο και το μίζερο δε σε χαρακτήρισαν, αντίθετα το αληθινό είναι αυτό που σ’ απογείωσε και στο τέλος σου άφησε ένα μεγάλο χαμόγελο.

Και να θυμάσαι πως «οι τίτλοι τέλους» θα γράψουν και τον τρόπο με τον οποίο αγάπησες. Γιατί η αγάπη μπορεί να σκοτώνει, αλλά ταυτόχρονα μπορεί και ν’ ανασταίνει.

 

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη