Πάντα σου άρεσαν τα παλιά αντικείμενα. Η ιστορίες που έχουν να σου πουν. Η σίγουρη παρουσία τους στο χώρο. Πάντα λυπόσουν να χαλάσεις την αρμονία τους και να τα διώξεις από τη θέση που καταλάμβαναν για χρόνια. Και έτσι, κατέληγες να συνυπάρχεις μαζί τους από ανάγκη. Σαν όλα αυτά τα άψυχα πράγματα να είχαν τη δική τους υπόσταση και να διεκδικούσαν ένα κομμάτι από τη ζωή σου.

Χειμωνιάζει. Έρχεται να προστεθεί άλλος ένας λόγος να νιώθεις μελαγχολία τις Κυριακές. Αυτές τις ατελείωτες Κυριακές που αρχίζει και νυχτώνει νωρίς και το κενό μεγαλώνει. Η μέρα μικραίνει κι η μοναξιά γίνεται αβάσταχτη. Μια περίεργη μοναξιά σαν αυτή που νιώθεις όταν είσαι σε μια παρέα που δε νιώθεις άνετα. Πώς γίνεται κάποιος να νιώθει μοναξιά ενώ βρίσκεται σε σχέση; Πώς γίνεται κάποιος να νιώθει μόνος ενώ στην ουσία δεν είναι; Ερωτήματα που σε βασανίζουν καιρό τώρα. Το συναίσθημα που κυριαρχεί μέσα σου είναι αυτό της φυγής. Να πάρεις το πρώτο τρένο, καράβι, αεροπλάνο ακόμα και ποδήλατο και να το σκάσεις. Να φύγεις μακριά απ’ όλους κι από όλα. Και κυρίως, από ένα άτομο. Αυτό το άτομο για το οποίο κανονικά θα έπρεπε να λαχταράς να βρεθείς στην αγκαλιά του.

 

 

Τα βάζεις με τον εαυτό σου καθημερινά πιστεύοντας πως αυτό που κάνεις είναι αχαριστία. Και τελικά δεν προχωράς ούτε μπρος ούτε πίσω. Δεν αντέχεις τον χωρισμό, δεν αντέχεις όμως και το μαζί. Γιατί είναι ένα μαζί άνοστο, σαν φαγητό που ξέχασες να του βάλεις αλάτι. Ξέρεις πως αυτή η σχέση έκανε τον κύκλο της, το νιώθεις, αλλά σου σπαράζει η καρδιά στο κλείσιμο της αυλαίας. Είναι σαν μια σειρά που παρακολουθείς για χρόνια κι όταν έρθει το τελευταίο επεισόδιο αρνείσαι να το δεις, γιατί δε θέλεις να τελειώσει η όμορφη ρουτίνα σου. Είναι κάποιοι άνθρωποι που μας θυμίζουν τα παλιά μας πουλόβερ. Φθαρμένα και τρύπια, όμως εμείς εξακολουθούμε να τα φοράμε γιατί είναι τ’ αγαπημένα μας κι ας έχουν πάνω σημάδια από καύτρες. Αυτή είναι η ομορφιά τους. Κι η ζωή σου κάπως έτσι καταλήγει σαν την ντουλάπα σου. Ασφυκτικά γεμάτη με ρούχα που δε φοράς ποτέ αλλά δε σου πάει καρδιά να τα πετάξεις γιατί είναι κομμάτι σου.

Σίγουρα όταν η σχέση παλιώνει δεν είναι εύκολο να την πετάξεις. Θέλει όμως και προσοχή μην τυχόν κι έχει λήξει καιρό κι αρχίσει να μυρίζει. Το πάθος έχει κουρνιάσει πια κι έχει δώσει τη θέση του σε μια όμορφη αλλά νωχελική αγάπη. Ναι, υπάρχει αγάπη αλλά είναι δυσκίνητη και κουρασμένη. Κι εσύ από την άλλη μεριά αποζητάς τη φλόγα, αυτή που φέρνει στο μυαλό και στο κορμί το πυροτέχνημα. Στη ζυγαριά δεν μπορείς να καταλάβεις προς τα που κλείνει το βάρος. Μα ποιος είπε ποτέ πως είναι εύκολο να παίρνουμε αποφάσεις. Είναι κάποιες σχέσεις που μοιάζουν με παλιά αντικείμενα. Έχουν ξεπεραστεί πια, έχει φύγει μόδα τους, πολύ συχνά δε λειτουργούν καν εσύ όμως τα κρατάς μέσα στο σπίτι. Η χρηστικότητά τους πια είναι μηδενική, ίσως να σου πιάνουν χώρο αλλά δε θες να τ’ αποχωριστείς, γιατί έχεις τόσες αναμνήσεις μαζί τους. Ακούγεται θλιβερό, μια ζωή σαν παλαιοπωλείο. Η μια ζωή σαν κατάστημα με vintage αντικείμενα. Κάποιος όμως κάποτε, πρέπει ν’ αποφασίσει να κάνει το ξεκαθάρισμα.

Συντάκτης: Αλίκη Ζωγράφου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου