Μεγάλα λόγια και πολλές υποσχέσεις είναι αυτά που πάντα θα προσελκύσουν περισσότερο και θα γεννήσουν μεγάλες προσδοκίες. Αχ, αυτές οι προσδοκίες, πόσο εύκολα γεννιούνται και πόσο ανάγκη έχουμε να βασιζόμαστε στους άλλους. Μα η παγίδα είναι μεγάλη αν το σκεφτείς, γιατί τα λόγια, οι όρκοι, οι υποσχέσεις, οποία λέξη θες εσύ για να περιγράψει αυτά που άκουσες είτε είπες, πρέπει να φέρουν και πράξεις μαζί τους.

Γιατί δίνουμε μεγάλες υποσχέσεις, όρκους για πάντα, λέμε λόγια τόσο δυνατά σαν να είμαστε υποψήφιοι για νόμπελ λογοτεχνίας. Ο κύριος λόγος, ο συνήθης ύποπτος λοιπόν είναι ένας κι αυτός είναι το συναίσθημα. Το συναίσθημα λοιπόν έχει την τάση να διογκώνει τις καταστάσεις, να τους φοράει φακούς που αλλοιώνουν τη μορφή τους και τις περισσότερες φορές τις ωραιοποιούν. Για να κρατήσουμε ανθρώπους κοντά μας, υποσχόμαστε, δίνουμε όρκους για να μην τους χάσουμε ή να τους κερδίσουμε από το μηδέν, προσφέροντάς τους όλα όσα θέλουν να ακούσουν και να ζήσουν.

Είναι ίσως ο πιο εύκολος τρόπος το να δίνεις μια υπόσχεση, δημιουργείς μια σχέση συναλλαγής στην οποία ο άλλος περιμένει να λάβει αυτό που υποσχέθηκες. Πόσο μας αρέσει ως εγωιστικά πλάσματα που είμαστε να έχουμε κάποιον να μας έχει ανάγκη και να μας ανεβάσει σε ένα βάθρο στη ζωή του, να περιμένει πράγματα από εμάς, να μας χρειάζεται. Και οι λέξεις είναι το πιο εύκολο μέσο, γιατί δεν πράττεις αλλά παίρνεις και μια παράταση από πάνω μέχρι να φτάσεις στο πρακτικό κομμάτι.

Ας θεωρήσουμε πως ανήκεις σε αυτή τη κατηγορία που δόλο κανένα δεν έχεις και θέλεις να κρατήσεις κάποιον στη ζωή και για να μην τον χάσεις. Υπόσχεσαι και πραγματικά πιστεύεις πως μπορείς να ανταπεξέλθεις. Να είσαι εσύ ο σωτήρας εκείνου του ανθρώπου, πως το «για πάντα» που ξεστομίζεις αυτή τη στιγμή είναι αληθινό, δεν είναι σαν εκείνα τα «για πάντα» που κράτησαν μια στιγμή. Μα όταν βρεις εμπόδιο μπροστά σου, κάπου να χάνεις. Κάτι σε μπερδεύει και σε δυσκολεύει και τότε όλα όσα είπες γίνονται καπνός· εγκαταλείπεις την προσπάθεια. Γρήγορα, πιο γρήγορα από όσο νόμιζες και μπαίνεις στο ρόλο του αδύναμου, δεν μπορείς τελικά λες, δεν τα κατάφερες. Ένα είναι το βέβαιο κι ίσως σου φανεί και κάπως σκληρό: δεν ήθελες, αυτή είναι η αλήθεια. Αν θες πραγματικά, θα προσπαθούσεις ξανά και ξανά για να φανείς αντάξιος των υποσχέσεων που με τόση ευκολία έδινες.

Από την άλλη είναι κι εκείνοι που μάθανε να ζούμε με τις υποσχέσεις. Εκείνοι που για να μη χάσουν κάποιον που τον θεωρούν σημαντικό και εξαρτώνται άμεσα από εκείνον, συμβιβάζονται και με τα λίγα, ή μάλλον καλύτερα τα ελάχιστα. Σαν εξαρτημένοι λοιπόν, έστω και μια μικρή δόση από αυτό που λέγεται υπόσχεση τους αρκεί, άλλωστε για λίγο τους προκαλεί μια μικρή ηδονή, εκείνη της προσμονής. Θέλουν να έχουν σε κάτι να ελπίζουν και να περιμένουν, από το να μην έχουν τίποτα. Μια ζωή στην αναμονή, που λέμε, μια ζωή που όταν περιμένεις κάτι να γίνει δεν προσπαθείς να κάνεις εσύ αυτά που συναντάς μπροστά σου. Συνέχεια δικαιολογείς και δίνεις άφεση αμαρτιών γιατί κάπου στην πορεία έμαθες να ζεις με σταγόνες σε μια έρημο.

Σε όποια κατηγορία και να ανήκεις από τις δύο, ένα είναι το μόνο σίγουρο, τα λόγια είναι η αναμονή και οι πράξεις το έργο. Τι θα κάνεις λοιπόν θα μείνεις στις διαφημίσεις ή θα απολαύσεις την ταινία;

Συντάκτης: Άννα Αντωνίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου