Εμείς που γράφουμε έχουμε ένα θέμα (πολλά θέματα βασικά, απλώς κεντράρω στο ένα)· ο κόσμος που συναναστρεφόμαστε νομίζει συχνά πως είμαστε ψυχολόγοι και κυρίως, πάνω σε ζητήματα καρδιάς, ειδικοί με μεταπτυχιακό. Σχεδόν κανένας φυσικά δεν έχει ιδέα πόσο, μα πόσο, σκατά μπορεί να τα έχει κάνει στην προσωπική του ζωή ένας άνθρωπος που γράφει, ιδίως αν σκεφτείς πως όποιο μυαλό πολυπαρατηρεί, πολυσκέφτεται και πολυαναλύει, αναπόφευκτα κρασάρει, όπως οι υπολογιστές που έχουν πενήντα δύο tabs ανοιχτά ταυτόχρονα.

Σε τέτοιες προσωπικές εξομολογήσεις, λοιπόν, ακούω πολλά τα οποία ναι μεν μου δίνουν τη χαρά να μοιράζομαι τη σοφία μου με άλλους (το είδωλό μου στον καθρέφτη μόλις με έφτυσε με σιχασιά) αλλά συχνά-πυκνά δε, μου δίνουν και στα νεύρα. Βέβαια, με συγχύζουν πολλά στους ανθρώπους, στην καθημερινότητα και στις σχέσεις σήμερα, αυτό δεν είναι κάτι συνταρακτικό· με νευριάζει το παράνομο παρκάρισμα, οι ινφλουένσερς από το Μεγαλοχώρι, τα σκουπίδια στους δρόμους, οι απαίδευτοι και μπορώ να συνεχίσω μέχρι αύριο αν με αφήσεις. Κεντράροντας στα ανθρώπινα πάρε-δώσε όμως, με εκνευρίζει η ασυδοσία, η αγένεια, η πλεονεξία, η υστεροβουλία και η φράση «εγώ θέλω να είμαι ξεκάθαρος μαζί σου από την αρχή».

Αυτό δε θα έπρεπε να σε νευριάζει, θα μου πεις, από πότε κι ως πότε έγινε κακό πράγμα η ειλικρίνεια, πόσο μάλλον η ειλικρίνεια από την αρχή, να ξέρεις ρε παιδί μου και πού βαδίζεις; Η πραγματική ειλικρίνεια κακή δεν υπήρξε ποτέ, θα σου πω εγώ, αλλά η φράση που προανέφερα δεν έχει καμία σχέση με ειλικρίνεια, παρά αποτελεί ένα πρώτης τάξεως πάτημα για να φερθεί κάποιος σαν καθικάκι του κερατά και να έχει και δικαιολογία αν ο πληγωμένος σου εγωισμός τολμήσει μελλοντικά να του ζητήσει τα ρέστα.

«Εγώ δεν είμαι για πολλά-πολλά».

«Εγώ δεν είμαι σε φάση για σχέση».

«Εγώ είμαι αλλού αυτό το διάστημα, δεν ψάχνω κάτι σοβαρό».

Σε αυτό το σημείο ας κάνω λίγο και τον κακό της υπόθεσης· ο άνθρωπος που ξεστομίζει τα άνωθεν μοιάζει ώριμος, κατασταλαγμένος, ίσως πληγωμένος και τέλος πάντων, σούπερ ξεκάθαρος, ποιο είναι το πρόβλημά σου; Το πρόβλημά μου κύριε Πρόεδρε είναι πως όση καλή πρόθεση κι αν έχει κανείς να είναι ειλικρινής στην αρχή της σχέσης, πόσο εφικτό είναι να ξέρεις τι θέλεις από τον άλλον όταν δεν τον ξέρεις καν; Δεν τον τσουβαλιάζεις υποτιμώντας τον στην κατηγορία «καβάτζα» έτσι επειδή σου ήρθε να το παίξεις ελεύθερο πουλί που δεν μπαίνει σε κλουβί, ή δεν τον υπερτιμάς στην αντίθετη περίπτωση, προάγοντάς τον στην κατηγορία «για σχέση» χωρίς να τον έχεις ζήσει λίγο, λες και δεν έχεις γνωρίσει στη ζωή σου παρτάλια ολκής, που αρχικά έμοιαζαν μεγάλα κελεπούρια;

Αναγνωρίζω το δικαίωμα του καθένα να θέλει μόνο να περνάει καλά ή να ψάχνει για σχέση, δεν μπορώ όμως με τίποτα να δεχτώ τέτοιες υποκριτικές δηλώσεις δήθεν καλόβολης ειλικρίνειας με το καλημέρα σας. Είναι, ρε παιδί μου, σαν να γνωρίζεις έναν άνθρωπο σε κοινή παρέα το καλοκαίρι και με το που μιλήσετε λίγο παραπάνω, να του πεις «άκου να δεις, εγώ δεν είμαι σε φάση για καινούριες φιλίες, ούτε θα σε καλέσω στα γενέθλιά μου τον Δεκέμβρη». Θα το έλεγες αυτό ποτέ; Κι αν το έλεγες, δε θα φαινόσουν από πάνω ως κάτω τρελός; Γιατί λοιπόν δεχόμαστε αγόγγυστα να μας το λένε και τους λέμε και μπράβο από πάνω που ήταν και ντόμπροι απέναντί μας;

Και, για να μην μπερδευόμαστε, δεν μιλάω μόνο για το διαχωρισμό «για σχέση», «για ό, τι άλλο»· μιλάω για κάθε δήλωση ειλικρίνειας στα γεννοφάσκια μιας οποιασδήποτε συναισθηματικής συναναστροφής, όπως τα «εγώ δεν απιστώ», «εγώ δεν αντέχω τη ζήλια», «εγώ ψάχνω έναν άνθρωπο που να μην έχει μάνα, γιατί η μάνα του πρώην μου δε με χώνευε και με έλεγε κοντή», «εγώ δε γουστάρω τους ρομαντισμούς, ξενερώνω» και άλλα τέτοια. Δηλαδή, λες και δεν έχει σημασία ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας και σημασία έχει μόνο η παρτάρα του καθένα μας.

Ξέρεις, όταν οι άνθρωποι κάνουμε σχέδια και μεγάλες δηλώσεις η ζωή ξεκαρδίζεται, εγώ έτσι ξέρω. Κι έχω δει αμέτρητους αδέσμευτους να γίνονται οι μεγαλύτεροι σχεσάκηδες, άλλους τόσους υπέροχους σχεσάκηδες (μην πω για οικογενειάρχες) να κερατώνουν με τη σέσουλα και να παρατάνε σπίτια και παιδιά για κάτι κενές νύχτες, ανθρώπους που δε ζήλευαν να γίνονται ταύροι επειδή ερωτεύτηκαν ανθρώπους που γαργαλούσαν τις ανασφάλειές τους, άτομα που αγάπησαν τη μαμά του συντρόφου τους σχεδόν σαν τη μαμά τους και τύπους που γέλαγαν στη θέα ροδοπέταλων και κεριών και κατέληξαν να στέλνουν λουλούδια ή να κάνουν βόλτες στη φεγγαράδα μες στον ενθουσιασμό, επειδή γνώρισαν κάποιον που τους ξύπνησε κι αυτήν την πτυχή του εαυτού τους.

Ποιος ο λόγος να είναι λοιπόν ξεκάθαρος κάποιος από την αρχή; Σχεδόν κανένας, θα σου απαντήσω. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως πρέπει κανείς να λέει ό, τι του κατέβει, απλά σημαίνει να λέει κανείς μόνο όσα χρειάζεται. Ούτε «για πάντα», ούτε «ποτέ». Όταν ακόμα δεν είχε κανείς την ευκαιρία να γνωρίσει τον άλλον στα καλά του και στα άσχημά του, να δει πώς μιλάει στους σερβιτόρους, πώς αντιδράει όταν κολλάει το Ίντερνετ, πόσο γαλαντόμος είναι στη χαρά του, πώς φέρεται σε έναν καβγά, τότε δεν έχει κανένας το δικαίωμα ούτε να τον απορρίψει, ούτε να τον εκθειάσει. Και το τι ρόλο θα παίξει ο ένας στη ζωή του άλλου θα το αποφασίσουν η ζωή και οι περιστάσεις, ούτε μόνο εσύ, ούτε μόνο ο άλλος.  Ίσως τελικά το να μην είσαι ξακάθαρος από την αρχή να είναι το πιο ξεκάθαρο πράγμα του κόσμου.

 

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου