«Ας μη μιλήσω καλύτερα, δεν πειράζει.», «Πρώτη φόρα έγινε, ας μην το κάνω θέμα και χαλαστούμε χωρίς λόγο.», «Θα καταλάβει το λάθος του/της και θα μου ζητήσει συγγνώμη.», «Ας μην γκρινιάξω πάλι.»

Αναγνωρίζεις, μήπως, τον εαυτό σου σε κάποια από αυτές τις εκφράσεις; Σου μοιάζει οικείο το όλο σκηνικό της στωικής εγκαρτέρησης για μια αλλαγή συμπεριφοράς που απλά εύχεσαι, αλλά με τίποτα στον κόσμο δεν τολμάς να επιδιώξεις; Δεν είναι τίποτα, το κάνουν πολλοί· οι άνθρωποι, στην προσπάθειά μας να ‘μαστε αρεστοί, να μην ξεβολέψουμε τους άλλους, να μην προκαλέσουμε αναταραχή, προτιμούμε να κάνουμε ένα έως δέκα βήματα πίσω, παρά να πούμε όσα μας ενοχλούν ή να απαιτήσουμε ένα φέρσιμο που θα ‘ναι πιο κοντά στα δικά μας μέτρα και σταθμά, καθώς αν το κάνουμε, αναπόφευκτα θα χαρακτηριστούμε γκρινιάρηδες, σπαστικοί ή εγωιστές.

Πόσες φορές, για παράδειγμα, έτυχε να ενοχληθείς από κάτι, να νιώσεις πως τα λόγια ή οι πράξεις κάποιου, ηθελημένα ή άθελά του, σε μειώνουν ή σε κάνουν να αισθάνεσαι άσχημα, αλλά επέλεξες να το βουλώσεις και να καταπιείς τον θυμό, τα νεύρα ή το παράπονό σου, για να μη χαρακτηριστείς γκρινιάρης/κλαψιάρης/ζηλιάρης ή, τέλος πάντων, κουραστικός; Βάζω στοίχημα, πολλές, αλλά μην ανησυχείς, αυτό κάνουν οι περισσότεροι, με αποτέλεσμα βέβαια όχι να μη χαλάει η ζαχαρένια ατμόσφαιρα της σχέσης, αλλά να γίνονται βαρετοί, δεδομένοι και χαλιά να τους πατήσουν, πράγμα που δεν είναι ούτε σέξι ούτε σωστό προς τον εαυτό τους.

«Και τι να κάνω, δηλαδή, να γκρινιάζω όλη την ώρα;» θα ρωτήσει κάποιος.

Αρχικά, αν έχεις αφορμές για να γκρινιάζεις όλη την ώρα, τότε εικάζω πως έχεις κάνει λάθος επιλογή συντρόφου, οπότε το λάθος είναι όλο δικό σου και δε χρειάζεται να παραπονιέσαι καθόλου, καθώς μάλλον ο συγκεκριμένος άνθρωπος δε σου ταιριάζει, αλλά η παρουσία του στη ζωή σου τρέφει τον εγωισμό και τη ματαιοδοξία σου για λόγους που μόνο εσύ γνωρίζεις, άρα τζάμπα ταλαιπωρείστε έτσι κι αλλιώς.

Ξέρεις, ούτε ο άλλος είναι υποχρεωμένος να κόψει και να ράψει το «εγώ» του για να μη διαταράξει τις υπερβολικές σου προσδοκίες, ούτε εσύ έχεις δικαίωμα να φέρεσαι σαν τις κακές αδερφές της Σταχτοπούτας, που σώνει και ντε πάσχιζαν να χωρέσουν τα χοντροπόδαρά τους στο λιλιπούτειο γοβάκι της προαναφερθείσας, απλά και μόνο για να ζήσουν το όνειρό τους να τις προσέξει ο πρίγκιπας.

Αν, απ’ την άλλη, ο άνθρωπος με τον οποίο έχεις σχέση έχει δύο-τρία, άντε τέσσερα ψεγάδια (που είναι και το απολύτως λογικό), τότε οφείλεις να μιλήσεις, καθώς υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο άλλος να μην έχει καν ιδέα ότι ενοχλείσαι από αυτά, να τα αγνοεί ο ίδιος, ή να θεωρεί πως εφόσον δε δείχνεις να δυσανασχετείς, μπορεί να συνεχίσει να άγει και να φέρεται όπως κατεβάζει η κούτρα του, και με το δίκιο του, εδώ που τα λέμε. Σε αυτό το σημείο να σου πω πως το πιθανότερο είναι πως κι εσύ έχεις την ίδια αναλογία ελαττωμάτων, οπότε ας μην το κάνουμε θέμα, επειδή είμαστε άνθρωποι κι ως ένα βαθμό πρέπει να δικαιολογούμε ο ένας τον άλλο κι όχι να κουνάμε το δάχτυλο σε κάθε πιθανή ευκαιρία.

Αν, όμως, μιλάμε για κάτι που σε ενοχλεί πολύ, τότε πρέπει να αναφερθείς σε αυτό διεξοδικά απ’ την αρχή, έτσι ώστε να θέσεις τα όριά σου όσο είναι νωρίς, να ορίσεις στον άλλο τι ανέχεσαι και τι όχι και να του δώσεις το δικαίωμα να επιλέξει ο ίδιος αν γουστάρει να μπει στο κουτάκι σου ή αν ζορίζεται και πρέπει να σου κουνήσει το μαντήλι για να ζήσει εκείνος καλά κι εσύ καλύτερα. Επειδή όταν αποσαφηνίζεις με την πρώτη ευκαιρία τα όρια της ανοχής σου, δείχνεις ότι ξέρεις τι θέλεις και τι αξίζεις, δείχνεις ωριμότητα, πιθανότατα κι εγωισμό, αλλά –έχοντας υπάρξει στην αντίθετη πλευρά για χρόνια– πιστεύω ακράδαντα πως αν δε φροντίζεις το «εγώ» σου στη σχέση σου, αν δεν κοιτάζεις να ‘σαι εσύ καλά πρώτα, τότε δεν μπορείς να προσφέρεις τίποτα στον άλλον, εκτός κι αν μαρτυρικά προσπαθείς να τον ευχαριστείς συνεχώς, για να δύνασαι να ρίχνεις σαδιστικά στο τραπέζι το βολικό χαρτί του θύματος κάθε φορά που ξεβολεύεσαι, παίρνοντας τη ρεβάνς σου σε μεγαλοποσότητες τύψεων, οπότε πάσο.

«Το πλακάκι αν δεν το στρώσεις σωστά απ’ την αρχή, τότε θα σκοντάφτεις μια ζωή» έλεγε ο κύριος Θεμιστοκλής, ένας παππούς που έμενε δίπλα στο σπίτι της γιαγιάς μου, και τα λόγια του τα πιστεύω με μεγάλη θέρμη απ’ την πρώτη φορά που τα άκουσα. Βέβαια, αυτός αναφερόταν στη γυναίκα του που την είχε σήκω-σήκω κάτσε-κάτσε, αλλά αυτό δε μας νοιάζει στην προκειμένη, καθώς η συγκεκριμένη ρήση έχει απόλυτη βάση σε κάθε τομέα της πραγματικότητας. Άλλωστε, ούτε οικοδομή δε σηκώνεται χωρίς τις σωστές βάσεις, ούτε συνταγή δεν πετυχαίνει χωρίς τα σωστά υλικά, ούτε σχέση στεριώνει με ψέματα και δικαιολογίες, ούτε οι άνθρωποι ευημερούν δίπλα σε άλλους, αν δε φροντίσουν πρώτα οι ίδιοι το σώμα τους και τον εαυτό τους.

Να τα στρώνεις τα πλακάκια σου απ’ την αρχή, λοιπόν, να μην αρκείσαι σε φτηνοδουλειές και κακοτεχνίες, να μην αφήνεις τις διάφορες μικροδιαρροές στην τύχη τους, επειδή υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να δεις κάποια στιγμή το σαλόνι σου να επιπλέει.

Μίλα, λοιπόν. Δεν το λέω εγώ, το λέει η κοινή λογική. Κι ο κύριος Θεμιστοκλής.

 

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη