Θα σου πω μια λέξη και θέλω να μου πεις τι σου έρχεται στο μυαλό στο άκουσμά της: lockdown.

Την ίδια περίπου αντίδραση είχαν μαζί μ’ εσένα και δέκα άτομα που τους έκανα αυτή την ερώτηση. Άλλοι κουνούσαν τα χέρια τους κι έλεγαν «απαπαπα» και άλλοι, πιο ψύχραιμοι, μ’ ένα μειδίαμα, έδωσαν τις παρακάτω απαντήσεις.

«Περιορισμός της ελευθερίας μας.» Νίκος, 43

«Περισσότερος ελεύθερος χρόνος, πιο κοντά με τη σχέση, βραδιές με παιχνίδια». Άννα, 26

«Καραντίνα χωρίς κανόνες, χωρίς όρια. Κάθεσαι απλά στο σπίτι, είσαι περιορισμένος.». Αριστοτέλης, 15

«Πρόκειται για μια κατάσταση που μου δημιούργησε έντονο αίσθημα φόβου κι ανασφάλειας αλλά ταυτόχρονα με έκανε να εκτιμήσω εκ νέου την αξία της ανθρώπινης επαφής, της αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας.» Ντόρις, 33

«Κοινωνική απομόνωση, άγχος, ανασφάλεια». Μάρω, 47

«Η πανδημία για μένα μεταφράζεται ως ένα τεράστιο ψυχικό βάρος.» Κωνσταντίνα, 32

«Κλειστά σχολεία!» Αλέξανδρος, 11

«13033. Απομόνωση.» Αθηνά, 37

«Καταπίεση σε όλα! Καταπίεση στις σχέσεις, της ελευθερίας μας…» Ερατώ, 34

«Χριστέ μου, όχι πάλι!» Μαρία, 51

Το συνολικό κλείσιμο επιχειρήσεων, κέντρων διασκέδασης, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, πάρκων και τόσων άλλων, αλλά και η απαγόρευση συγκεντρώσεων μας ξύπνησαν μνήμες καθόλου ευχάριστες και μας έκαναν να βιώνουμε αντιφατικά συναισθήματα. Από τη μια φόβο κι αβεβαιότητα για το μέλλον των δικών μας και της οικογένειάς μας κι από την άλλη ανακούφιση για τις υποχρεώσεις που δε φαίνονταν πια βουνό. Αφενός αισθανθήκαμε σαν το ψάρι έξω από το νερό και αφετέρου είχαμε πεθυμήσει να μείνουμε μερικές μέρες στο σπιτάκι μας και να μαζευτούμε ένα μεσημέρι σαν οικογένεια, να μιλήσουμε για όσα μας απασχολούν γύρω από το τραπέζι.

Οι περισσότεροι, μετά τον πρώτο καιρό και το αρχικό σοκ, αρχίσαμε να αναπολούμε τις μέρες που κινούμασταν ελεύθερα, πηγαίναμε στη δουλειά και μετά για ένα ποτό με συναδέλφους. Κι όταν οι μέρες γίνονταν εβδομάδες και οι εβδομάδες μήνες, η αγανάκτηση κι αυτό το «πότε πια θα πάψουμε να στέλνουμε μηνύματα για να βγούμε έξω;» άρχισαν να μας πνίγουν, να μας θυμώνουν, να μας καταλάβουνε. Πολλοί, νιώθοντας σαν λιοντάρια μέσα σε κλουβιά, άρχισαν να βγαίνουν παρά τις οδηγίες, ενώ άλλοι και μακριά από τους δικούς τους, χώθηκαν πιο πολύ στους υπολογιστές τους σε μια προσπάθεια να επικοινωνήσουν με κάποιον και να απαλύνουν λίγο τη μοναξιά τους. Κάποιοι τρίτοι στράφηκαν σε νέες δραστηριότητες, βελτίωσαν ποικίλες δεξιότητες, έγραψαν, διάβασαν.

Αυτό που θα μείνει όμως ανεξίτηλο στη μνήμη μας και που για τους περισσότερους ήταν πλήγμα στην ψυχική τους ισορροπία ήταν εκείνο το Πάσχα, που κλεισμένοι στα σπίτια μας, μακριά από τους αγαπημένους μας, φωνάξαμε «Χριστός Ανέστη» στα μπαλκόνια, αλλά η Ανάσταση δεν έλεγε να έρθει. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα Χριστούγεννα ήταν εξίσου μοναχικά και περιορισμένα. Κι η χαρά όμως θα καθυστερούσε για ένα ακόμη Πάσχα. Η Υγεία στα χειρότερά της και η Παιδεία κατ’ ευφημισμό αλλαγμένη και πολύ διαφορετική.

Στο ενδιάμεσο να ψάχνεις μαθητές, να δεις αν είναι εκεί, να τους ακούς στο βάθος μαζί με τη μαμά, τον μπαμπά κι όποιον άλλο ζούσε στο ίδιο σπίτι, να προσπαθείς να τους καθοδηγήσεις, να δώσεις και να πάρεις δύναμη. Να είσαι στα τηλέφωνα με το αφεντικό, τους πελάτες και να κάνεις αυτό που πάση θυσία απέφευγες τόσα χρόνια, να φέρνεις τη δουλειά στο σπίτι. Τα όρια καθόλου ορατά και τα δικά σου κατά πολύ ξεπερασμένα. Τα αυτοάνοσα να σε περιμένουν στη γωνία και το κλάμα, το μόνο λυτρωτικό για εφτά μήνες.

Αυτοί οι μήνες σε καραντίνα είχαν τελικά τεράστιες επιπτώσεις στην ψυχική μας υγεία. Τότε καταλάβαμε περίπου πώς νιώθουν οι φυλακισμένοι, μόνο που το αδίκημα δεν ήταν και τόσο υπαρκτό κι ο εχθρός καθόλου ορατός. Ήταν όμως ένας εχθρός που μας στέρησε αγαπημένα πρόσωπα, μας έκανε να διαπληκτιστούμε με γνωστούς κι αγνώστους, μας θύμωσε και μας έφτασε ουκ ολίγες φορές στα άκρα. Η ψυχολογική δυσφορία, το άγχος για τον αν θα επιβιώσουμε, η επαγρύπνηση να μη μεταφέρουμε τον ιό σε γονείς κι ευπαθείς ομάδες, η απέραντη θλίψη -απόρροια της απομόνωσης- και η αβεβαιότητα έβαλαν σε ρίσκο την ψυχική μας γαλήνη. Και το πιο σημαντικό, οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να αργήσουν να γίνουν φανερές και να δουλεύουν υποχθόνια μέσα μας, αφού ο φόβος μήπως μολυνθούμε και μολύνουμε, αλλά και η αβεβαιότητα για το τι θα συμβεί σε περίπτωση που γίνει κάτι τέτοιο συντρέχουν από την αρχή του lockdown.

Παρ’ όλα αυτά κι έχοντας δουλέψει τα πράγματα και τα δεδομένα μέσα μου, για μένα η καραντίνα και η κατάσταση αυτή η πρωτόγνωρη, που όλοι μας βιώσαμε τόσο ίδια και τόσο διαφορετικά, σημαίνει «ευκαιρία». Ευκαιρία να αναθεωρήσουμε σχέσεις και καταστάσεις, ευκαιρία να ασχοληθούμε με το μέσα μας και τις ανάγκες μας. Ευκαιρία να δούμε τι αντέχουμε και πού μπορούμε να φτάσουμε. Να σταματήσουμε για λίγο τον ξέφρενο ρυθμό της ζωής μας και να μείνουμε μερικές ημέρες σπίτι χωρίς το άγχος να είμαστε στην ώρα μας, να τα θυμηθούμε όλα, να τα κάνουμε όλα. Η ευκαιρία όμως αυτή, όπως και κάθε άλλη, προϋποθέτει να την κατανοήσουμε, να αλλάξουμε τις ισορροπίες μας και πάνω από όλα να τη δούμε ως τέτοια, ως μια προοπτική για ανασυγκρότηση.

Γνωρίσαμε λίγο καλύτερα τις γειτονιές μας, τα όριά μας, τα παιδιά μας και τελικά, παρ’ όλο που οι σχέσεις και οι αντοχές μας δοκιμάστηκαν όσο ποτέ, αντέξαμε και βγήκαμε σχεδόν αλώβητοι, αν και δυστυχώς λιγότεροι. Είθε οι ευκαιρίες που μας έδωσαν οι καραντίνες τα δύο τελευταία χρόνια να μας ανοίξουν νέους δρόμους και να μας φέρουν πιο κοντά στους γύρω μας -οικείους και μη-, στον εαυτό και στα θέλω μας. Αν κάτι τελικά μας επιβεβαίωσε το lockdown είναι τα λόγια του Zig Ziglar: «Να περιμένεις το καλύτερο. Να είσαι έτοιμος για το χειρότερο. Να αξιοποιείς ό,τι προκύπτει!»

Συντάκτης: Εύη Λεγάτου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου