«Θεέ μου προφύλαξέ με από τους φίλους μου, τους εχθρούς μου τους αναλαμβάνω εγώ». Θα έλεγε κανείς πως ο Μακεδόνας βασιλιάς Αντίγονος Β’ Γονατάς συνοψίζει με τα λόγια του αυτά το νόημα πολλών φιλιών που έχουμε κατά καιρούς δει, ή μάλλον πολλών εκ των φιλιών που ίσως να βιαστήκαμε να δώσουμε το παράσημο. Το περίεργο ωστόσο δεν είναι το ότι δημιουργούμε φιλίες που δε μας προσφέρουν ικανοποίηση, αλλά το ότι συχνά εμμένουμε σε αυτές ακόμη και αφού αντιληφθούμε πως δε μας γεμίζουν. Ας επιχειρήσουμε σήμερα να δούμε μερικούς από τους λόγους που μας κάνουν να σχετιζόμαστε σε τόσο στενό επίπεδο με άτομα που μας βγάζουν μια λιγότερο φωτεινή πλευρά μας. Οι λόγοι βέβαια μπορεί να είναι ίδιοι με αυτούς που μας κάνουν να μένουμε γενικά σε σχέσεις που έχουν κάτι αρνητικό για πρόσημο.

Αρχικά, ίσως είναι θέμα προσωπικής ανασφάλειας. Τι εννοούμε; Ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που μένουν σε μια φιλία γιατί πιστεύουν ότι αν βγουν από αυτήν ίσως βρεθούν στον άσσο. Συχνά θεωρούν ενδόμυχα ότι δεν αξίζει να προσπαθήσουν για το κάτι καλύτερο ή απλά πιστεύουν ότι πρέπει να πορευθούν με επιλογές που έμοιαζαν στην αρχή καλές, μόνο και μόνο για να μην παραδεχθούν ότι έκαναν λάθος εκτιμήσεις σε πρόσωπα και καταστάσεις. Αξίζει όμως το γόητρο της σταθερότητας στην αρχική άποψη, το τίμημα μιας όχι εποικοδομητικής φιλικής σχέσης;

Επίσης, είναι γνώριμο το σενάριο που λέει πως εμμένουμε σε παλιές επιλογές από συνήθεια. Θυμόμαστε ότι στο παρελθόν περνούσαμε καλά με τη συγκεκριμένη παρέα και οι αναμνήσεις μάς εμποδίζουν να δούμε ότι οι συνθήκες άλλαξαν, εμείς πήραμε διαφορετικές κατευθύνσεις και τα θέλω μας διαφοροποιήθηκαν. Αν πρόκειται μάλιστα για οικογενειακή φιλία είναι ακόμη πιο δύσκολο να αποκοπούμε, αφού η δύναμη της συνήθειας δεν περιορίζεται σε εμάς αλλά και σε εκείνη των κοντινών μας προσώπων.

Και τι γίνεται όταν ο πληθυσμός είναι περιορισμένος και κάποιος αληθινά αισθάνεται μόνος; Ισχύει εδώ το «από τα ολότελα…»; Θα μου πείτε ότι στην εποχή της τεχνολογίας και με τόσους διαδικτυακούς φίλους είναι δύσκολο να μην έχεις άνθρωπο να συναναστραφείς. Ωστόσο, μιας και πρόκειται για κοινή παραδοχή πως η ηλεκτρονική παρέα δε συγκρίνεται με εκείνη που μπορούμε να τσουγκρίσουμε τα ποτήρια μας μετά από ένα «στην υγειά μας», είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πως για όσους ζουν σε χωριά απομακρυσμένα ή σε μέρη με λίγους κατοίκους οι επιλογές και οι δυνατότητες μειώνονται σημαντικά. Έτσι, δεν είναι σπάνιο να κάνει κάποιος συμβιβασμούς στις συναναστροφές του, μόνο και μόνο για να «έχει μια παρέα» και να μην έχουν για σήμα κατατεθέν οι φιλίες του το μπλε χεράκι με τον σηκωμένο αντίχειρα.

Ίσως πάλι να αγχώνεται κανείς για την εικόνα που θα περάσει αν τον δουν να βγαίνει συχνά μόνος για καφέ ή για ποτό και να επιλέγει τον συμβιβασμό σε αντάλλαγμα ενός εισιτηρίου διαρκείας για έξοδο από τους τέσσερις τοίχους. Ή ας σκεφτούμε λίγο και όλους όσους δεν είχαν την ευκαιρία να αποκτήσουν φίλους με κοινά ενδιαφέροντα ή ίσως οικογενειακή κατάσταση. Δεν είναι σπάνιο -και ειδικά από κάποια ηλικία και μετά- να βλέπουμε παρέες να απαρτίζονται αποκλειστικά από ζευγάρια, γονείς ή singles, αφού η κάθε κατηγορία έχει και διαφορετικά ενδιαφέροντα, και αν είσαι outsider να είναι δύσκολο να ενταχθείς. Φίλοι λοιπόν λόγω κατηγορίας κι όχι λόγω επιλογής.

Ένας άλλος παράγοντας είναι οι τύψεις. Αυτό το «αν φύγω κι εγώ σε ποιον θα στηριχθεί» και το «τι είδους άνθρωπος θα ήμουν αν το έκανα αυτό» που αν το καλοσκεφτούμε έρχεται και λίγο να εξυψώσει την «ανθρωπιά» μας καθώς υποτιμά το άτομο απέναντί μας. Άλλος λόγος; Αρκετά συχνά είναι δύσκολο να αποκοπούμε από κάποιον επειδή εργαζόμαστε μαζί. Είμαστε αναγκασμένοι να περνάμε χρόνο μαζί κι επιλέγουμε την τυπική φιλία από την αμοιβαία αμηχανία. Ακόμη, όπως ακριβώς και στις ερωτικές σχέσεις, μένουμε σε φιλίες που δε μας προσφέρουν γιατί έχουμε επενδύσει χρόνο σε αυτές. «Για χάρη του παλιού καιρού» ή επειδή γνωρίζουμε τον άλλο ήδη εδώ και κάποια χρόνια νιώθουμε ότι έχουμε σπαταλήσει ενέργεια σε αυτήν τη σχέση και αρνούμαστε να τη λήξουμε ακόμη και όταν δεν έχει να μας προσφέρει τίποτα άλλο. Τέλος, το άγχος της απόρριψης που μας αποτρέπει από το να δοκιμάσουμε να έρθουμε σε επαφή με νέα άτομα και να τους ζητήσουμε να πάμε για ένα ποτό, έναν καφέ, ή έστω να ανταλλάξουμε νούμερα.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι κοινός παρονομαστής σε όλα είναι η ανασφάλεια. Εκείνη που μας προστάζει να μην ξεβολευτούμε, αφού ίσως να μην αξίζουμε το καλύτερο αποτέλεσμα που μπορεί και να πετύχουμε. Εκείνη που λέει πως ίσως μείνουμε μόνοι ή στο περιθώριο. Εκείνη που δηλώνει πως η προσπάθεια αλλαγής είναι ισοδύναμη της αποτυχίας.

Για μερικούς είναι εύκολο να αποκοπούν από όσους δεν τους προσφέρουν ουσιαστικά αλλά για κάποιους είναι αρκετά δύσκολο για τους λόγους που αναφέραμε παραπάνω. Θα πρέπει όμως, για να προχωρήσουμε σε μια πιο ευτυχισμένη καθημερινότητα, αν όχι να απομακρυνθούμε τουλάχιστον να αναγνωρίσουμε την κατάσταση και να περιορίσουμε το βαθμό επιρροής της πάνω μας. Ας μην ξεχνάμε, η παραδοχή είναι πάντα το πρώτο βήμα προς αυτό που ίσως μας μοιάζει ακατόρθωτο.

Συντάκτης: Εύη Λεγάτου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη