Λένε, πως κάθε φορά που ο φτερωτός κι αξιαγάπητος θεός Έρωτας αποφασίζει να μας κεραυνοχτυπήσει, το μισό απόθεμα του εαυτού μας πλέει και συνάμα πνίγεται σε βρώμικα, λιμνάζοντα νερά ευτυχίας,ενώ το υπόλοιπο μισό και σωφρονέστερο ετοιμάζει ήδη μπρατσάκια, σωσίβια και λοιπά διασωστικά μέσα που θα μας προλάβουν από βέβαιο πνιγμό.
Εντάξει, ίσως να μην το λένε έτσι, αλλά καταλαβαίνεις. Κάπου εδώ παρόλα αυτά, θα παραβλέψω τις ενστάσεις μου για να καταλήξω στη φαιδρότητα και ματαιότητα του ανθρώπινου γένους κάθε που φτάνει κι ερωτεύεται.
Διότι παρά τις ανεξάντλητες κι υπέρμετρες προσπάθειες της μισής και σοφής συνείδησής σου να σε προλάβει απ’ τη λαχτάρα, κρούωντάς σου καμπανάκια και καμπάνες σαν να έρχεται η καταστροφή της πλάσης όλης, εσύ χοροπηδάς χαρωπά κι αμέριμνα γύρω απ’ το βούρκο, που περιμένει ζεστά και πρόθυμα να σ’ αγκαλιάσει.
Κι επειδή ο ρομαντισμός δε βγήκε ποτέ εκτός μοδός, θα υπερασπιστείς μέχρι τέλους την απόφασή σου ν’ αναμετρηθείς με τη συναισθηματική ταλαιπώρια που συνοδεύει κάθε αξιοπρεπή καψούρα κι ας φορτωθείς ζημιές που καμιά μπουκάλα με αλκοόλ δε θα μπορέσει να σου ξεχρεώσει.
Μα τι να το κάνεις το αλκοόλ, όταν υπάρχουν φίλοι; Το γιουρούσι γίνεται ακόμα καλύτερο όταν το δικό σου άγχος κι αγωνία, εντείνονται απ’ τη δική τους κινδυνολογία. Τουλάχιστον εγωιστικό, αντιδράς και σκέφτεσαι.
Απορρίπτουν κι επιβάλλονται σε κάτι που στην τελική, αφορά κάτι εντελώς βαθύ και προσωπικό σου. Προσωπικό μέχρι να γίνει και δικό τους, όταν θα σπαράζεις και θα κλαίγεσαι μπρος στα πόδια τους για συγχώρεση κι άφεση, που τόλμησες να αμιφσβητήσεις το θείο ένστικτό τους.
Τώρα το βλέπεις. Ήταν ξεκάθαρο, θα σε πλήγωνε. Θα έπρεπε να το είχες καταλάβει απ’ το πρώτο κιόλας ραντεβού. Την είχες, δηλαδή, την υποψία απλώς δε θέλησες να φανείς κακεντρεχής και προκατειλημμένος. Δεν είσαι ούτε χθεσινός, ούτε κι άπειρος στο ερωτικό κουρμπέτι.
Παρόλα αυτά και παρά την υποτιθέμενη πια γνώση και σοφία σου, έπειτα από αλλεπάλληλες ερωτικές σκοτοδίνες κι απογοητεύσεις, εσύ συνεχίζεις ακάθεκτα την πορεία σου προς τον επόμενο ερωτικό όλεθρο, σχηματίζοντας γραμμή ευθεία, ενώ λίγα χιλιόμετρα πιο πριν σου έχει επισημανθεί σήμα κινδύνου και στροφή.
Και κάπου εδώ, καταλήγουμε και πάλι στη φαιδρότητα και ματαιότητα του ίδιου κι απαράλαχτου ανθρώπινου γένους. Κι ερωτώμεθα λοιπόν· ποια η άμυνά σου ερωτοχτυπημένε φίλε και φίλη απέναντι στη σαρωτική κι άλλοτε συντριπτική έπαρση του έρωτα; Ποιες οι προφυλάξεις σου εμπρός στον αχαλίνωτο συναισθηματικό κίνδυνο, που παραμονεύει σχεδόν δίπλα από κάθε πιθανό, νέο καρδιοχτύπι;
Ε όχι! Αυτήν τη φορά το αποφάσισες, πως ποτέ ξανά δε θ’ ανεχτείς τον ίδιο ελεεινό εξευτελισμό κάθε φορά που πρέπει να γυρίσεις πίσω στη μοναχική σου βάση, με το κολάρο του ηττημένου κι αισχρά αδικημένου φορεμένο στο λαιμό.
Αυτή τη φορά, δε θα δεχτείς να πέσεις με τα μούτρα, ακόμη κι αν το φυλλοκάρδι σου σε καίει και είσαι ένα βήμα και κάτι απ’ το να γίνεις παρανάλωμα. Θα δέσεις ακόμα και τα χέρια σου προκειμένου να σιγουρευτείς, πως δε θα δώσεις τίποτα παραπάνω απ’ αυτό που σου αναλογεί.
Κι ύστερα, επειδή τι αξία έχει ο έρωτας χωρίς μια δόση σασπένς και δράματος, θα αρχίσεις να σκέφτεσαι στρατηγικά γιατί στρατηγικός είναι κι ο έρωτας. Θα τολμάς και θα διστάζεις, ταυτόχρονα και συγκεχυμένα, γιατί στον έρωτα εμπεριέχονται και τα δύο. Και τόλμη κι ασάφεια.
Αργότερα θα καταπιέζεσαι και θα μετανιώνεις που βγαίνεις εκτός εαυτού, έτσι που προσποιείσαι, πως τάχα μου εσένα δε σ’ αγγίζουν των ερωτευμένων τα τετριμμένα. Βέβαια μέσα σου, εσύ θα βράζεις μέσα στον ίδιο πυρετό της έξαψής σου.
Θα ανοίγεσαι, όσο σου επιτρέπουν ν’ ανοιχτείς κι ας θέλεις να τα πεις όλα μονοκοπανιά και μαζεμένα, μην τυχόν ξεχαστείς και ξεχάσεις τίποτα απ’ έξω στην πορεία.
Τέλος, θ’ αφήνεσαι και θα ‘χεις προσδοκίες. Δύο βήματα μπρος εσύ κι άλλα δυο χρωστούμενα να έχεις να λαμβάνεις. Τόσα δίνεις, τόσα θες. Γιατί έτσι είναι και στον έρωτα. Λογαριασμοί καλοί κι άνθρωποι ξεκάθαροι.
Επιμέλεια κειμένου Αναστασίας Θεοφανίδου: Νάννου Αναστασία.