Πάλι δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Ήταν άλλη μια από αυτές τις νύχτες. Αυτές που έρχεσαι χωρίς λόγο, ακάλεστος, λες και σου χρωστάω κάτι. Εμείς τους λογαριασμούς μας τους κλείσαμε. Θυμάσαι; Κάθε βράδυ, όμως, ακόμα, εύχομαι να γυρίσεις πίσω. Και κάθε μέρα που ξημερώνει χαίρομαι που δεν το έχεις κάνει. Πώς θα το χαρακτήριζαν, άραγε, αυτό; Διαταραχή προσωπικότητας; Εμμονή; Λίγο με ενδιαφέρει.

Πέρασαν αρκετοί μήνες. Τόσος καιρός πάει από τότε που έχω να σε δω, να σε ακούσω. Δε μου λείπεις είναι η αλήθεια. Δεν περνούσα καλά, σου έλεγα, βαριόμουν τις περισσότερες φορές. Είχα χάσει τον εαυτό μου. Ή μάλλον για να το εξηγήσω λίγο καλύτερα, μου είχες βγάλει μια πτυχή του εαυτού μου που δεν ήθελα, δεν μπορούσα να τη διαχειριστώ, τη χειρότερη.

Θα σου πω, εν τάχει, τα νέα μου. Επιτέλους, πηγαίνω αυτές τις εκδρομές που πάντα ζητούσα και ποτέ δεν ήταν κατάλληλες οι συνθήκες. Βγαίνω έξω, πίνω, διασκεδάζω, γνωρίζω κόσμο. Περνάω καλά! Ξεκίνησα πάλι το γυμναστήριο και μάντεψε, έχω βρει ασχολίες που με γεμίζουν. Σταμάτησα να πλήττω και να κάνω τα ίδια και τα ίδια. Ακόμα, όμως, για κάποιο λόγο, μέσα στη μέρα, κάθε μέρα, εμφανίζεσαι εσύ. Χωρίς σημαντική αφορμή.

Μια μυρωδιά, μια έκφραση, μια εικόνα που θα ήταν αλλιώς αν τη μοιραζόμουν μαζί σου. Αστεία δικά μας που κανείς δεν καταλάβαινε, μου ξεφεύγουν χωρίς να το θέλω, αλλά δεν έχουν την ίδια ανταπόκριση. Φευγαλέες σκέψεις που τις διώχνω, γιατί έχει πάντα πολύ βαβούρα γύρω μου. Φροντίζω γι’ αυτό συνέχεια. Έτσι κι αλλιώς, πάντα ήμουν ερωτευμένη με αυτό που είχα στο μυαλό μου για μας, όχι με την πραγματικότητα.

Μέχρι τη στιγμή που ξαπλώνω στο κρεβάτι. Σε όποιο κρεβάτι. Κι εκεί παίρνεις μορφή, γεύση κι άρωμα. Το ορκίζομαι, ακόμα μπορώ να σε νιώσω, να σε ακούσω, είσαι τόσο ζωντανός. Κι εύχομαι απλά με να ήσουν για μια στιγμή εκεί, σε εκείνο το «μαζί» που τόσο μου έχει λείψει.

Γιατί εκείνη τη στιγμή οι άμυνές μου είναι λίγες, το μυαλό είναι κουρασμένο για να αντιπαραθέσει όλα τα λογικά επιχειρήματα που πρέπει και βγαίνουν στην επιφάνεια μόνο όσα χρειάζεται η καρδιά. Πάντα χτυπούσε πιο γρήγορα δίπλα σου. Αυτό σίγουρα το θυμάσαι ακόμα! Ίσως αυτό να της λείπει.

Και πάλι με παίρνει ο ύπνος με παράπονο που δε με ακούς, παράπονο που μπόρεσες χωρίς εμένα, χωρίς εμάς. Μα τι πείσμα είναι αυτό; Και ξημερώνει μια καινούρια μέρα. Και κάθε πρωί σε ευχαριστώ που δε με άκουσες, που δεν ήρθες.

Γιατί, μωρό μου, αποδείχθηκες λίγος. Λίγος γι’ αυτό που είχαμε. Το λίγο σου μου έδινες που το έκανα πολύ για να χωράω κάπου. Κι ας λένε ότι «όσες φορές και να πας εκεί που σε αγαπάνε, εκεί που αγαπάς θα γυρνάς». Όταν χάνεις κάποιον απ’ τη ζωή σου είναι απώλεια, αλλά δεν είναι όλες οι απώλειες ίδιες. Μερικές φορές όταν χάνεις κάποιον, κερδίζεις τον πιο σημαντικό «άλλον»∙ τον ίδιο σου τον εαυτό.

Σου είχα πει ότι μαζί σου νιώθω σαν να πληρώνω όσα έκανα στο παρελθόν σε άλλους ανθρώπους και θα το κάνω μέχρι να μην έχω άλλα αποθέματα. Μέχρι να μπεις στο χρονοντούλαπο κι εσύ με τη σφραγίδα Failed.

 

Συντάκτης: Λίνα Καράτση
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη