Γεννιέσαι. Με χαρά σε υποδέχονται τα άτομα που αποφάσισαν να σε φέρουν στον κόσμο αυτό κι έχουν ήδη κάνει τόσα όνειρα για σένα, απ’ το όνομα που θα σου δώσουν μέχρι το συνταξιοδοτικό πρόγραμμα στο οποίο θα έπρεπε να υπάγεσαι.

Στα τρία σου αποφασίζει κάποιος να σου μάθει ποδήλατο. Με χαρά κι ενθουσιασμό συμφωνείς να δοκιμάσεις αυτό το υπέροχο αντικείμενο που στέκεται μπροστά σου. Έτσι, γυαλιστερό και στολισμένο. Πόσο δύσκολο να είναι; Ανεβαίνεις, προσπαθείς, κάνεις αρκετές πεταλιές κι είσαι χαρούμενος που το κατάφερες. Αφήνει τα χέρια ο μπαμπάς, πέφτεις, πάει το ποδήλατο. Μόνο που το βλέπεις κλαις.

Δε θες να ξανανέβεις ποτέ σε κάτι τέτοιο. Φοβία νούμερο ένα. Στα δέκα σου, σε ρωτάνε τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις. Λες από μπαλαρίνα μέχρι αστροναύτης και γύρω σου όλοι χαίρονται και γελάνε. Το είπες τόσες φορές και δημιουργούσες τόση χαρά στους γύρω σου που το αποφάσισες ενδόμυχα. Αυτό θα είναι το επάγγελμά σου στο μέλλον.

Στα 18 σου επιβάλλουν να επιλέξεις μια σχολή με κύρος. Τι μπαλαρίνα; Χορεύτρια σε στριπτιτζάδικο θα γίνεις; Πού θα βρεις δουλειά; Άσε που δεν έχεις δει αυτή τη διαφήμιση με τα πόδια της μπαλαρίνας πώς είναι; Να πάθεις και κανένα κακό που δε διορθώνεται; Και τι αστροναύτης, παιδάκι μου; Πού έχει διαστημικό σταθμό; Και πόσα ένσημα να κολλάς με αυτή τη δουλειά; Άσε που θα σε φάνε και τα πήγαιν’ έλα στο διάστημα. Τα τάπερ, που η μανούλα θα βρει τρόπο να στέλνει, μήπως τα ξεχνάς εκεί πάνω; Και ποιος θα της τα επιστρέψει μετά;

Γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός και πάει λέγοντας. Έχεις επιλογές από αυτή τη λίστα. Κι ας είναι ακόμα το όνειρό σου να γίνεις αστροναύτης γιατί αυτό πιστεύεις θα σε κάνει ευτυχισμένο. Ξέρεις εσύ καλύτερα απ’ τη μανούλα; Κάνεις αυτό που «πρέπει» γιατί κάποιοι ξέρουν καλύτερα από σένα. Φοβία νούμερο δύο.

Στα 20 ερωτεύεσαι. Ερωτεύεσαι από μια ιδέα, ένα πρόσωπο, δέκα πρόσωπα, μέχρι και τον τρόπο που δύει ο ήλιος. Τρως τα μούτρα σου και ξανά προς τη δόξα τραβάς. Κανείς πίσω από αυτές τις αποφάσεις. Φοβία καμία.

Στα 25 (κι αν έχεις τελειώσει αυτή τη σχολή κύρους, που λέγαμε) αποφασίζεις να βγεις στην αγορά εργασίας. Εσύ θέλεις ανεξαρτησία. Να νιώσεις παραγωγικός. Να βγάλεις τα δικά σου λεφτά και να μη ζεις πλέον με χαρτζιλίκι. Θέλεις να δουλέψεις, δε σε νοιάζει πού, αλλά έχεις κι ένα πτυχίο, λένε και κάποιοι από πίσω σου. Δεν μπορείς να δουλέψεις όπου να ’ναι, σου πήρε τόσα χρόνια να τη βγάλεις τη σχολή. Τζάμπα τόσοι κόποι, τόσων χρόνων; Και ας σου πήρε τόσα χρόνια γιατί δεν ήθελες αυτήν τη σχολή ποτέ. Δεν τη γούσταρες, πώς το λένε;

Ψάχνεις θέσεις εργασίας, αλλά δυστυχώς αυτές οι σχολές κύρους είναι και πολύ δημοφιλείς οπότε προς το παρόν εργάζεσαι στο καφέ της γειτονιάς που για να είσαι κι ειλικρινής σου αρέσει κιόλας γιατί συναναστρέφεσαι με κόσμο, γελάς, περνάς καλά. Και πολύ μάλιστα. Οι φωνές από πίσω σου λένε να μην επαναπαύεσαι, άλλα ήταν τα όνειρα για σένα. Συνεχίζεις να ψάχνεις δουλειά ή είσαι άνεργος μέσα στο σπίτι των γονιών σου γιατί έχεις ένα πτυχίο και πρέπει να αξιοποιήσεις αυτό. Φοβία νούμερο τρία.

Στα 30 δεν οδηγείς ποδήλατο, δεν έκανες ποτέ τα ταξίδια που ονειρευόσουν ότι θα κάνεις όταν ήσουν μικρός, μένεις με τους δικούς σου ακόμα, γιατί πιο εύκολα ανοίγει η θέση του αστροναύτη απ’ τη σχολή που σπούδασες, δε δούλεψες όμως κι αλλού γιατί άλλα σου άξιζαν να κάνεις κι είσαι μόνος σου ενώ «άλλοι στα 30 έχουν ήδη οικογένεια, παιδιά και στρωμένη δουλειά». Αλλά ξέρεις τι πειράζει πιο πολύ απ’ όλα; Το ότι είσαι 30 και δεν οδηγείς εκείνο το γαμημένο το ποδήλατο.

Συντάκτης: Λίνα Καράτση
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη